ΓΙΑΤΙ ΤΟΝΙΖΟΥΜΕ ΜΙΑ ΣΥΛΛΑΒΗ ΣΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΤΗ ΓΡΑΦΗ ΤΑ ΟΜΟΦΩΝΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ: Ω(ω) = Ο(ο), Υ(υ) = H(η) = Ι(ι)...

 

ΤΟΥ Α. Γ. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ

 

 

 

 

 

 

Α. ΓΙΑTI ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΤΗ ΓΡΑΦΗ  ΤΑ ΟΜΟΦΩΝΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ Ω(ω) = Ο(ο), Υ(υ) = H(η) = Ι(ι)...

 

Στο ελληνικό σύστημα γραφής  τα γράμματα είναι περισσότερα απ΄ό,τι απαιτεί η αντιστοιχία φθόγγων  - γραμμάτων, επειδή  για  μερικούς φθόγγους έχουν επινοηθεί περισσότερα του ενός γράμματα, ώστε μ’ αυτά στη γραφή  και βάσει κανόνων να υποδείχνουμε αφενός τη ρίζα ή την πρωτότυπο λέξη μιας παράγωγης και αφετέρου το μέρος λόγου ή τον τύπο κάθε λέξης και έτσι ο αναγνώστης μας να έχει βοήθεια και στην κατανόησή τους και  στη διάκριση των ομοήχων.

Ειδικότερα στην ελληνική γραφή έχουν επινοηθεί τα κεφαλαία και μικρά γράμματα: Α(α), Β(β), Γ(γ)…, καθώς και οι  παραλλαγές (ομόηχα γράμματα) τους : Ω(ω)   & Ο(ο) , ΑΙ(αι) = Ε(ε), Ι(ι) = Η(η) = Υ(υ) = ΕΙ(ει) = ΟΙ(οι) = ΥΙ(υι)… και από αυτά:

1) Με τα κεφαλαία γράμματα: Α, Β, Γ… γράφουμε το αρκτικό γράμμα κάθε πρότασης , για να διακρίνεται από την επόμενη, καθώς και το αρκτικό γράμμα κάθε κύριου ονόματος και με μικρό: α, β, γ… κάθε κοινού ονόματος ή κοινής λέξης, ώστε να διακρίνονται έτσι τα ομόηχα ονόματα, πρβ π.χ.: καλή & Καλή, αγαθή & Αγαθή….

2) Με τα ομόηχα γράμματα: Ο(ο) = Ω(ω),  Ι(ι) = Η(η)…. υποδείχνουμε:

α)   Στην κατάληξη το μέρος λόγου και τον τύπο του σημαινόμενου μιας λέξης, γράφοντας π.χ. με τα γράμματα –ω,ει  τα ρήματα και με τα –ο,η,ι,υ τα πτωτικά. Τα θηλυκά με -η, τα ουδέτερα με –ι/υ, τα αρσενικά με –ο,οι: καλώ,είς,εί & καλός,ής,ή,ό.. Αγαθή & αγαθή & αγαθοί, φιλί  & φυλή … 

β) Στο Θέμα τη ρίζα ή την πρωτότυπη λέξη μιας παράγωγης, γράφοντας π.χ. με το γράμμα -η-   τις λέξεις Κρήτη > Κρητικός, Κρήτες….. και με –ι- τις λέξεις κρίνω > κριτές, κριτικός…  Ομοίως:  σάμα > σήμα, σημασία… (με η), ενώ πόνος > ποινή, ποινικός… (με οι).

 

Φθογγικά: «καλό,ί,ίς»..= ορθογραφικά: καλ-ώ,είς,εί... (με –ω,ει = ρήμα) &   καλ-ό,ή,οί ( με –ο,η,οι = επίθετο) & Καλή (με κεφαλαίο Κ =  ουσιαστικό, κύριο όνομα)

Φθογγικά: "Τις τιμιμένις νεκρις".   "'Ινε καλός κριτικός". = ορθογραφικά:  Τοις τιμημένοις νεκροίς & Της τιμημένης νεκρής.  Είναι καλός Κρητικός    & Είναι καλός κριτικός. 

Φθογγικά: «διάλιμα, κρίτικι..» = Ορθογραφικά: «διάλειμμα» & διάλυμα, κριτική & κριτική»

Ομοίως:  ιλι"  =  η ύλη, οι ήλοι, η ίλη, η είλη, "αγαθί"   =  αγαθή & αγαθοί  & Αγαθή,  "ιδι"  =   είδη (το είδος) & ήδη, "λίπι"  =  λίπη  & λείπει  & λύπη, "φίλο"    =  φύλο (γένος) & φύλλο (δέντρου) & φίλο(ν),.......

 

Όπως βλέπουμε από τα ως άνω παραδείγματα, αν λείψουν τα  ομόφωνα γράμματα ο & ω, η & υ & οι.. από τη γραφή δε θα ξέρουμε, λόγω των ομοήχων (ομοφώνων) λέξεων, αν μιλούμε για ρήμα ή για ουσιαστικό,  για αρσενικό ή για θηλυκό, για ενικό ή  για πληθυντικό αριθμό...

 

Σημειώνεται ότι:

A. Είναι ψευδές ότι η νέα ελληνική γλώσσα είναι διαφορετική από την αρχαία, επειδή η αρχαία είχε παραπάνω φθόγγους απ΄ό,τι έχει η νέα, αυτούς που γράφονται με τα γράμματα Ω, Υ, Η, καθώς και ότι  η σημερινή Ελληνική Γραφή είναι ιστορική, επειδή  διασώζει τα γράμματα αυτά από συνήθεια, αν και συνέπεσαν με τα Ο, Ι.  Η αλήθεια είναι ότι επειδή στην Ελληνική γραφή υπάρχουν τα γράμματα Ω, Η, Υ, ΟΙ, ΕΙ, ΑΙ, ΟΥ που προφέρονται όμοια με τα Ο, Ι, Ε, U και το μεσαίωνα στην Ευρώπη κανείς δεν ήξερε την αιτία, ο  Έρασμος υπέθεσε ότι το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι η αρχαία ελληνική είχε παραπάνω φθόγγους απ΄ό,τι έχει η νέα και στη συνέχεια, λόγω των αλλαγών που παθαίνει η γλώσσα,   το γράμμα Ο συνέπεσε στην προφορά με το Ω, το Ι με το Η κλπ, ενώ δεν είναι έτσι. Τα γράμματα Ω = Ο, Ι = Η = Υ = ΟΙ = ΕΙ = ΥΙ, ΑΙ = Ε  είναι παραλλαγές (ομόηχα γράμματα), κάτι όπως και τα κεφαλαία: Α, Β, Γ… και μικρά γράμματα: α, β, γ…,  που μας χρησιμεύουν στη γραφή, για να υποδείχνουμε, βάσει κανόνων,   την ετυμολογία (= τη ρίζα ή την πρωτότυπη λέξη, το μέρος λόγου και τον τύπο) των λέξεων,  ώστε να έχουμε βοήθεια και στην κατανόηση των γραπτών λέξεων και στη διάκριση των ομοήχων,  πρβ π.χ. ότι τα ρήματα γράφονται με τα γράμματα –ω,εις,ει: καλώ, καλείς, καλεί.…. , ενώ τα πτωτικά με –ο,η,οι για διάκριση: καλό, καλός, καλοί & καλεί & καλή,  αγαθή & αγαθοί…., Τα κύρια πρόσωπα γράφονται με κεφαλαίο γράμμα, ενώ τα κοινά και οι κοινές λέξεις με μικρό, π.Χ.: Αγαθή & αγαθή, νίκη & νίκη, κ. Καλός & καλός…Τα θηλυκά γράφονται με –η, τα αρσενικά πληθ. με –οι, ενώ  τα ουδέτερα με –ι: φιλί, τυρί,… & φυλή,  κακή & κακοί…

B. Είναι ψευδές ότι την αρχαία εποχή τα: ΕΙ(ει), ΟΙ(οι), ΑΙ(αι), ΟΥ(ου)  προφέρονταν όπως δείχνουν τα επιμέρους γράμματά τους. Η αλήθεια είναι ότι άλλο τα δίψηφα γράμματα ΕΙ(ει), ΟΙ(οι), ΑΙ(αι), ΟΥ(ου) = ένας φθόγγος και άλλο οι δίφθογγοι ΕΙ(εϊ), ΟΙ(οϊ), ΑΙ(αϊ), ΟΥ(οϋ) = δυο φθόγγοι. Για να διακρίνονται οι δίφθογγοι από τα δίψηφα γράμματα παίρνουν τα διαλυτικά ή τονικό σημάδι στο πρώτο ψηφίο, αν τονίζονται, π.χ.: θεϊκός, Μάίος,  ολόιδιος, προϋπόθεση. Τα δίψηφα γράμματα, που αν τονίζονται το τονικό σημάδι μπαίνει στο δεύτερο ψηφίο, υπάρχουν και στη λατινική και γράφονται: ΟΕ(oe) = Ι(i) = Υ(y), ΑΕ(ae) = Ε(ε), U(u) = ΟΥ: phoenix, Graecia, mensae… Στην λατινική δεν υπάρχουν μόνο τα γράμματα Ω, Η.

 

Σημειώνεται ότι:

α) Η γλώσσα αλλάζει στο χρόνο, όμως η αλλαγή αυτή γίνεται μόνο στις φθογγικές συνθέσεις των λέξεων και όχι στην ποσότητα-ποιόν των φθόγγων, πρβ π.χ.: παιδί(ον), (Β)ενετια > Ενετία,  ήρθα – ήλθε,.... τιμάει – τιμά, τιμαόμενος – τιμώμενος, Αθηνάα – Αθηνά….

β) Αν γράφουμε τις λέξεις μόνο φθογγικά, δηλαδή χωρίς τα ομόφωνα ω, η,  υ…,  δε θα είναι δυνατόν στη γραφή να διακρίνονται οι ομόηχες λέξεις, ιδιαίτερα στα λεξικά, στις πινακίδες και στα κείμενα με μη πλήρως και ολόσωστα συντακτικά ολοκληρωμένες προτάσεις, πρβ π.χ.: «κλίσι» = κλήση & κλίση, «αφτί» = αυτοί & αυτή & αυτί..  Οι κριτικοί είπαν να μη γίνει αυτό & Οι Κρητικοί είπαν να μη γίνει αυτό…

γ) Η ορθογραφία είναι απαραίτητη, μόνο όταν καταγράφουμε λόγο με μη ολοκληρωμένες (ελλιπείς) προτάσεις, όπως π.χ. στους: τίτλους, υπότιτλους, επικεφαλίδες, επιγραφές, πινακίδες και λεξικά, επειδή εκεί  λείπουν τ’ άρθρα ή οι αντωνυμίες, τα μόρια  και οι σύνδεσμοι που μας  υποδείχνουν τη σημασία των λέξεων και κυρίως των ομοήχων, πρβ π.χ.

φθογγικά: "ιταν ι παραγογί τις κρίτις."   "θέλο έναν άντρα να με φιλάι." "'Iνε καλός κριτικός".  "τις τιμημένις νεκρίς"

 = ορθογραφικά:  Ήταν  οι παραγωγοί της Κρήτης. &  Ήταν η παραγωγή της  Κρήτης. Θέλω έναν άντρα να με φιλάει (στο γάμο μου) & Θέλω έναν άντρα να με φιλάει (από τους εχθρούς

 

 

 

Περισσότερα βλέπε στα βιβλία:

1.    Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ, Α. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ

2.    ΨΕΥΔΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΡΑΦΗ, Α. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ

 

 

 

Β. ΓΙΑΤΙ ΤΟΝΙΖΟΥΜΕ ΜΙΑ ΣΥΛΛΑΒΗ ΣΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ

 

 

Τόνος λέγεται η ανύψωση της φωνής σε μια συλλαβή της λέξης, όπως π.χ.:  κα-λός, κά-λος, έ-ξοχη, εξο-χή..

Τονικό σημάδι λέγεται το σήμα (') με το οποίο σημειώνεται στη γραφή η τονιζόμενη συλλαβή, που στο γραπτό λόγο βάζουμε πάνω από το φωνήεν   της συλλαβής της λέξης που τονίζεται, όπως π.χ.: εξο-χή, έ-ξοχη

 

Τόνο (να φωνάζετε πιο δυνατά μια συλλαβή της λέξης) έχουν οι δισύλλαβες και άνω λέξεις, κάτι που συμβαίνει σε όλες τις γλώσσες, πρβ π.χ. στην αγγλική morning = «μόρνιγκ». 

Απλώς αυτό δε σημειώνεται στις άλλες γλώσσες-γραφές, πλην της ελληνικής. Και στην ελληνική δεν σημειώνεται, όταν γράφουμε με κεφαλαία γράμματα, π.χ. ΕΞΟΧΗ (=εξοχή & έξοχη). Ανάλογα με τη θέση που έχει τον τόνο μια λέξη ονομάζεται:

οξύτονη, αν τονίζεται στη λήγουσα: καλός, δροσερή,

παροξύτονη, αν τονίζεται στην παραλήγουσα: κάλος, καλημέρα,

προπαροξύτονη, αν τονίζεται στην προπαραλήγουσα: άτιμος, μονοήμερη

 

Οι μονοσύλλαβες λέξεις κανονικά δεν έχουν τόνο (πλην μόνο στην ποίηση). Ωστόσο μερικές μονοσύλλαβες και ομόηχες λέξεις δεν έχουν την αυτή ένταση προφοράς και αυτό για να διακρίνονται. Για παράδειγμα το  διαζευκτικό "ή"  και τα θαυμαστικά "ώ/έ" εχουν μεγαλύτερο τόνο  παρά τα άρθρα "ο, η, οι". Ο   λόγος και για τον οποίο σήμερα στα πρώτα βάζουμε τονικό σημάδι και στα δεύτερα όχι.

Ομοίως στα: πώς (ερωτηματικό) & πως (=ότι), πού (= ερωτηματικό) & που (= σύνδεσμος, αναφορική αντωνυμία). Φθογγικά: "ι/μαρία/ί/ι/γιάνα. ό/ο/θοδορίς!"= ορθογραφικά: Η Μαρία ή η Γιάννα. Ω ο Θοδωρής!

 

 

Άτονες λέξεις λέγονται στην ελληνική γλώσσα λέγονται όσες λέξεις δεν παίρνουν τονικό σημάδι στη γραφή, όπως:

α) στη νέα ελληνική οι μονοσύλλαβες: με σε το...  (οι λέξεις αυτές δεν παίρνουν τονικό σημάδι, επειδή  εννοείται).

β) στην αρχαία ελληνική τα άρθρα ονομαστικής: ]ï ]ç ï]é á]é, οι μονοσύλλαβες προθέσεις å[éò [åí [åê [åî, οι σύνδεσμοι  ]ùò å[é και το μόριο ï[õ, επειδή με δυνατότερη φωνή   αλλάζουν σημασία, οπότε εκεί μόνο έβαζαν τονικό σημάδι., πρβλ: ]ç, ï]é (Üñèñá)  &  å[é (õðïèåôéêü) &  (äéáæåõêôéêü) & å@é (ñÞìá, åéìß)),  \ïò, \\ç, ï\é.. (áíáöïñéêÞ áíôùíõìßá), & ]ùò (óýíäåóìïò), å[éò, [åí ( ðñïèÝóåéò) & å#éò, \åí (áñéèìçôéêÜ)....

4) Στις κινέζικες γλώσσες υπάρχουν πάρα πολλές μονοσύλλαβες, κάτι ως την ελληνική οι προθέσεις, οι οποίες με 4 διαφορετικές εντάσεις της φωνής (κανονικά εδώ δεν έχουμε 4 διαφορετικούς τόνους, αλλά 4 διαφορετικές εντάσεις προφοράς) αποκτούν ανάλογες έννοιες, κάτι ως π.χ. με το άρθρο η και το σύνδεσμο ή στην Ελληνική.

 

 

Ο τόνος στις λέξεις του προφορικού λόγου είναι βασικά για εκτόνωση - συγκεκριμενοποίηση της προφοράς τους, επειδή είναι  φοβερά δύσκολο να προφέρουμε ίδια (ισότιμα στην ένταση φωνής) όλες τις συλλαβές  των λέξεων.

Παράλληλα  στην ελληνική γλώσσα έχει κανονιστεί αντί να τονίζεται με τυχαία συλλαβή στις λέξεις να τονίζεται μια συγκεκριμένη συλλαβή για κάθε μέρος λόγου ή τύπο των λέξεων (π.χ. τα ρήματα στη λήγουσα και τα ουσιαστικά στην παραλήγουσα ή άλλους συνδυασμούς), ώστε  σε συνεργασία με την κατάληξη να μας βοηθά να κατανοήσουμε το νόημα της λέξης , πρβ π.χ.: ΕΞΟΧΗ = έξοχη (επίθετο) & εξοχή (ουσιαστικό), ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ = παραγωγός (ουσιαστικό) & παράγωγος (επίθετο), ΚΙΝΑ = κίνα (προστακτική) & κινά (οριστική)… 

Παρέβαλε ομοίως ότι:

 

1) Τα ρήματα της α' συζυγίας έχουν τόνο στην παραλήγουσα και τα ουσιαστικά τους στη λήγουσα:

ρήματα: άρχω,εις,ει, συν-γράφει, συν-τρίβει, αλείφει, αμείβει, ακούει, βάφει...

ουσιασ.: αρχή,ής,    συν-γραφή,  συν-τριβή,  αλοιφή,  αμοιβή,  ακοή,...

 

2) Τα ρήματα της β' συζυγίας έχουν τόνο στη λήγουσα και τα oυσιαστικά  στην παραλήγουσα (σπάνια προ παραλήγουσα):

ρήματα: τρυπώ,άς,ά, διψά, αγωνιά, λαχταρά, πεινά, λυπείς, γεννά, τρυπά, ερευνά... 

ουσιασ.: τρύπα,ας,  δίψα, αγωνία, λαχτάρα, πείνα, λύπη, γέννα, τρύπα, έρευνα 

3) Τα ρήματα β' συζυγίας έχουν τόνο στη λήγουσα  και τα επίθετα στην προπαραλήγουσα:

ρήματα: αδιαφορώ,είς,εί, αδικώ, αδυνατώ, αξιώ, ατιμώ, παρανομώ, αδιαφορώ,.. 

επίθετα: αδιάφορος,η,ο,  άδικο, αδύνατο, άξιο, άτιμο, παράνομο, αδιάφορο... 

ρήματα: αδικεί,είς, αδιαφορεί,είς, αδυνατεί,είς, αστοχεί,..

επίθετα: άδικη,ης,   αδιάφορη,ης,   αδύνατη,ης,  άστοχη,ης....

ρήματα: απαντά, αδικεί, ατιμά, παρανομά/εί..

επίθετα: άπαντα, άδικα, άτιμα, παράνομα...

 

4) Τα επίθετα σε –ος που έχουν τόνο στην προπαραλήγουσα τα επιρρήματά τους έχουν τόνο στην παραλήγουσα:

επίθετα: άγριος, άξιος, τίμιος, πλούσιος, άδικος, βόρειος,..

επιρρήματα: αγρίως, αξίως,...

 

5) Τα επίθετα σε –ος,η έχουν τόνο στη λήγουσα και τα ουσιαστικά τους στην προπαραλήγουσα ή παραλήγουσα, αν είναι δισύλλαβα. Αντίθετα τα επίθετα έχουν τόνο στην προπαραλήγουσα και τα ουσιαστικά  στη λήγουσα :

επίθετα: διαλεκτός, λευκός,  λαμπρός, γερός…. ζεστή, θερμή, ξανθή,  κρυπτή,. 

ουσιασ.: η διάλεκτος, λεύκος,α, Λάμπρος, γέρος...ζέστη, θέρμη, Ξάνθη, κρύπτη, ...

επίθετα: συμμέτοχη, παράγωγη, υπέροχη, ένοχη, έμμονη,  έξοχη..

& ουσιασ.: συμμετοχή, παραγωγή, υπεροχή, ενοχή, εμμονή, ......

Ομοίως: παράγωγος > παραγωγός,...

 

6) Τα θηλυκά επίθετα σε -ια έχουν τόνο στην προπαραλήγουσα και τα θηλυκά ουσιαστικά  παράγωγά τους στην παραλήγουσα:

επίθετα: άξια, άγια, τέλεια, ουράνια, ..

& ουσιαστ.: αξία, Αγία, τελεία, Ουρανία…

 

7) Τα β’ και γ’ πρόσωπα αορίστου της ενεργητικής φωνής έχουν τον τόνο στην παραλήγουσα και τα θηλυκά ουσιαστικά παράγωγά τους στην προπαραλήγουσα (στα δισύλλαβα ρήματα ο τόνος δε  μετακινείται στην περίπτωση αυτή):   

ρήματα: οργανώσεις,ει, ασκήσεις,ει, πράξεις, τάξεις…  

θηλυκά: οργάνωση,ης άσκηση, πράξη,.…

( αρχαία: άσκησις, λύσις, πράξις..)

 

8) Τα προπαροξύτονα επίθετα και μετοχές τρέπονται σε επιρρήματα (κυρίως στην αρχαία ελληνική) με την αφαίρεση του άρθρου και μετακίνηση του τόνου κατά μια συλλαβή στην ονομαστική ενικού  του αρσενικού ή με αφαίρεση   μόνο του άρθρου  στην ονομαστική πληθυντικού του ουδετέρου:  ο,η,το νόμιμος,η,ο = επίθετο & νομίμως ή νόμιμα = επίρρημα. Ομοίως:

επίθετα: κύριος, νότιος, κόσμιος, πλούσιος, όμοιος, δίκαιος, τέλειος, βόρειος....

επιρρήμ.: κυρίως, νοτίως, κοσμίως, πλουσίως, ομοίως, δικαίως, τελείως,..... 

μετοχές: προηγούμενος, ομολογούμενος.. 

επιρρήμ.: προηγουμένως/α ομολογουμένως…

Τα προπαροξύτονα ουδέτερα των επιθέτων με μετακίνηση   του τόνου στη λήγουσα τρέπονται σε ρήματα β' συζυγίας:   

ουδέτερα: αδιάφορο, αδύνατο, άδικο, άστοχο, δύστυχο, άπιστο, άτιμο,...

ρήματα: αδιαφορώ, αδυνατώ, αδικώ, αστοχώ, δυστυχώ, απιστώ,,...

9) Τα παροξύτονα ουδέτερα ουσιαστικά ύλης με μετακίνηση του τόνου   στη λήγουσα τρέπονται σε επίθετα που φανερώνουν χρώμα:

υλικό: ασήμι, κεράσι, λουλάκι, μέλι, χρυσάφι, φιστίκι, λεμόνι, ..

χρώμα: ασημί, κερασί, λουλακί, μελί, χρυσαφί, φιστικί, λεμονί, ..

 

 

Σημειώνεται ότι:

1) Στην αγγλική ο τονισμός των λέξεων δεν γίνεται όπως στην ελληνική, αλλά συνήθως στην παραλήγουσα, αν έχουμε δισύλλαβη λέξη ή στην προπαραλήγουσα, αν η λέξη είναι πολυσύλλαβη: morning (μόρνινκ), melody (μέλοντι), Georgia (τζόρτζια,... Στη γαλλική ο τονισμός  γίνεται συνήθως στη λήγουσα: pieta (πιετά), virtu (βιρτού)…..  Κάτι που είναι και η αιτία που δεν χρησιμοποιείται εδώ τονικό σημάδι.

2) Ο τόνος δεν μπαίνει ποτέ πριν από την προπαραλήγουσα, εκτός και αν έχουμε το δίφθογγο "αϊ" (γάίδαρος),  επειδή, αν τονίσουμε πριν από αυτήν τη συλλαβή, κατόπιν δεν είναι εύκολη η προφορά: καλημέρα, καλύτερος, σοφός,..

3) Η συνίζηση μεταφέρει τον τόνο στο έξω φωνήεν: δύο > δυό, μία > μιά, εννέα > εννιά, ελαία - ελιά... και πολλές φορές δημιουργεί εννοιολογική διαφορά: χωρίο & χωριό,  γωνία & γωνιά.. 

4) Κάθε λέξη, απλή ή σύνθετη, έχει ένα μόνο τόνο. Τόσες λέξεις έχει η πρόταση όσοι και οι τόνοι της (  άσχετα αν δε σημειώνονται όλοι καμιά φορά στη γραφή), πρβλ π.χ., φθογγικά: άστακίίφίγε = 4 τόνοι = 4 λέξεις  = ορθογραφικά: Άστα 'κεί ή φύγε, φθογγικά: αστακίίλιθρίνια = 3 τόνοι 3 λέξεις = ορθογραφικά: Αστακοί ή λυθρίνια.Τη θέλω, για μένα. (εδώ, ενώ σημειώνονται 2 τόνοι, κανονικά όμως υπάρχουν 4) = Τήν θέλω γιά μένα.

5) Οι σύνθετες λέξεις έχουν και αυτές έναν και μόνο τόνο, στο α’ ή στο β’ συνθετικό: συν κάτοικος > συγκάτοικος, εκ-κλησία, δια-κατέχω, διά-δικος

6) Μια λέξη, απλή ή σύνθετη, μπορεί  να προφερθεί με δυο τόνους, μόνο αν τη  χωρίσουμε (κόψουμε) στα δυο και παρατείνοντας κάποιον φθόγγο, π.χ.: κένν...τροφόρος, άλ...-φάβητο, πίκρα-μένος,  σύν-κάτοικος… κάτι που δε συνηθίζεται, πλην σε ιδιωματισμούς, όπως π.χ. οι ιταλικοί ιδιωματισμοί:   sette = "σέ-τέ", practico- prattico  = "πράτ-τίκο", phonetic = "φόνε-τίκ"....

7) Κατά την κλίση, επειδή κάποιοι τύποι (πτώσεις & πρόσωπα) σχηματίζονται ομόηχα, σε πολλές λέξεις  αλλάζουμε την τονιζόμενη συλλαβή, για να διακρίνονται, όπως π.χ.:

α) στα αρσενικά σε -ος, που στην αιτιατική ενικού ο τόνος πάει στην  προπαραλήγουσα και στη   γενική πληθυντικού στην παραλήγουσα:

αιτ. ενικού: άτιμο(ν), άνθρωπο(ν), ένδοξο(ν)..

γεν. πληθ.: άτιμων, ανθρώπων, ενδόξων..

β) στα θηλυκά σε -ις > -η, που στη γενική ενικού ο τόνος πάει στην προπαραλήγουσα και στην ονομαστική πληθυντικού στην παραλήγουσα:

γεν. ενικού: παρατήρησης, αίτησης, άσκησης...

( αρχαία ονομασ.: παρατήρησις, αίτησις, άσκησις..)

ονομ. πληθ.: παρατηρήσεις, αιτήσεις, ασκήσεις.......

Το αυτό γίνεται και στα πρόσωπα των ρημάτων. Παρέβαλε π.χ.: αιτ. ενικού: άτιμο(ν), άνθρωπο(ν), ένδοξο(ν).. & γεν. πληθ.: ατίμων, ανθρώπων, ενδόξων..

8) Στην αρχαία ελληνική γλώσσα   η μετακίνηση του τόνου από το θέμα στην κατάληξη ή το αντίθετο δημιουργούσε σε πολλές λέξεις και αρνητική έννοια (τονικά παρώνυμα), πρβλ π.χ.:  πότε & ποτέ, πόσος, πόσο  > ποσώς..   

*      "γέρος" = ο αδύναμος, ο ανήμπορος, αυτός που γέρασε (γερνάω-ώ = μεγαλώνω, κλίνω γέρνω.. )  & "γερός  = αυτός που δε γέρασε ακόμη, ο μη αδύναμος, ο μη ανήμπορος...

*      "λάας - λας  ή  λάος" = το  ανόργανο σώμα = το χώμα, οι πέτρες,  οι λίθοι, ο πηλός κ.τ.λ. &     "λαός" =  το μη ανόργανο σήμα, το ενόργανο,  το έμψυχο = ο στρατός (στον 'Ομηρο, ως ενόργανο σώμα) & οι άνθρωποι, το κράτος (  ως ενόργανο σώμα ) κ.α.

*      «δέος ή θέος» = ο φόβος, ο τρόμος, η έκπληξη.. & θεός ή  δεός > "Deus  ή (Σ)δευς > Ζεύς = όχι ο φόβος,    ο τρόμος κ.α., αλλά  αντίθετα ο προστάτης,  το θάρρος, η γαλήνη, η εμψύχωση….. Πρβλ και: δέηση = η «θέηση», η παράκληση προς το θεό, θέα > θέατρο = όχι η απλή εικόνα, αλλά αυτή που προσφέρει δέος.

 

 

Περισσότερα βλέπε στα βιβλία:

1.    Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ, Α. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ

2.    ΨΕΥΔΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΡΑΦΗ, Α. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ

 

 

 

 

 

 

HOME – ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

 

 

 

 

 

 

 

Share on Facebook

Google
Search WWW Search www.krassanakis.gr