ΕΠΙΛΕΞΤΕ |
||
ΑΝΕΚΔΟΤΑ |
ΑΝΕΚΔΟΤΑ |
ΑΝΕΚΔΟΤΑ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΑ, ΠΟΝΤΙΑΚΑ κ.α. |
ΙΑΤΡΙΚΑ |
Μια θαυμάστρια ενός γιατρού καρδιολόγου στην ονομαστική του γιορτή
του στέλνει μια τούρτα σε σχήμα καρδιάς που έγραφε επάνω «Σου χαρίζω την καρδιά μου!» Βλέποντας την
δυο συνάδελφοί του γιατρού γυρνάει ο ένας και λέει στο άλλο με απορία:
Δηλαδή, αν ο συνάδελφος ήταν γυναικολόγος ή σεξολόγος, τι σχήμα θα είχε η τούρτα
και τι θα του έγραφε πάνω!; |
Μια κυρία πηγαίνει στο Γιατρό. - Γιατρέ μου θα ήθελα ο άνδρας μου να γίνει πιο...πιο, ξέρετε
εσείς, πιο Ταύρος, τέλος πάντων. _Και ο Γιατρός: - Κυρία μου γδυθείτε. Ας αρχίσουμε από τα κέρατα. |
_Γιατρέ, το αριστερό μου πόδι με έχει μουρλάνει στις σουβλιές _Μην ανησυχείς. Της
ηλικίας είναι. _Δεν το πιστεύω. Γιατί
και το δεξί την ίδια ηλικία έχει, αλλά δεν πονάει. |
_Γιατρέ, νομίζω ότι είμαι καλαμπόκι. _Ρε τι είναι αυτά που λες. Εσύ είσαι άνθρωπος, πίστεψε το. Και κείνος: Γιατρέ, εγώ αυτό το πιστεύω, οι κότες όμως το
πιστεύουν; |
_Δυο φοιτητές της ιατρικής βλέπουν στον δρόμο κάποιο να
πηγαίνει με ανοικτά τα πόδια και με βήμα παράξενο και λέει ο ένας: _Εγώ λέω ότι ο κύριος πάσχει από δισκοπάθεια. _Α μπα, όχι, μάλλον πάσχει από κύρτωση σπονδυλικής στήλης. _Όχι, όχι, είναι κείνο που είπα εγώ, τον διακόπτει ο άλλος. _Τότε πάμε να τον ρωτήσουμε να δούμε ποιος έχει δίκιο,
συμπληρώνει ο άλλος. _Ωραία πάμε. _Με συγχωρείται, κύριε, είμαστε φοιτητές της ιατρικής και θα
θέλαμε να πείτε από τι πάσχετε επακριβώς, για να δούμε ποιος έχει από τους
δυο μας δίκιο, αφού ο ένας λέει ότι πάσχεις από δισκοπάθεια και ο άλλος από
κύρτωση σπονδυλικής στήλης. Και κείνος τους απαντά: Δυστυχώς, κύριοι, και οι τρεις την
πατήσαμε. Και εγώ το περνούσα για κλάσιμο και αυτό ήταν χέσιμο! |
Ο καθηγητής ιατρικής κάνει ανατομία και λέει στους φοιτητές: _Το πρώτο πράγμα που πρέπει να έχετε υπόψη σας είναι ότι δεν
πρέπει να σας αποστρέφει τίποτα που περιλαμβάνει το ανθρώπινο σώμα. Στη συνέχεια τραβά το σεντόνι πάνω από το πτώμα και βάζει το
δάχτυλό του στον κώλο του πτώματος και μετά το
βάζει στο στόμα του. <<Τώρα κάντε και σεις το ίδιο πράγμα»», διατάσσει
ο καθηγητής. Οι σπουδαστές εδώ τα έπαιξαν, δίστασαν για αρκετά λεπτά, αλλά
τελικά ξεκίνησαν ένας - ένας με τη σειρά να βάζουν το δάχτυλο στον κώλο του νεκρού σώματος να το τραβούν, και μετά να το
βάζουν στο στόμα τους. Όταν τελείωσαν όλοι, ο καθηγητής τους κοίταξε προσεκτικά,
και είπε,: |
Ασθενής: Τι λες να έχω γιατρέ; Γιατρός: Εκατό τοις εκατό δηλητηρίαση. Ασθενής: Από τι; Γιατρός: Η νεκροψία θα το δείξει! |
Ένας παππούς 80 χρονών πάει στο γιατρό για γενικό τσεκ απ, και
ο γιατρός τον ρωτάει: |
Κάποιος ανοίγει τα μάτια του μετά από μια εγχείρηση και
μονολογεί με απορία: _Γιατρέ μου, πριν μ’ εγχειρήσεις δεν είχες μούσι, τώρα πως έγινε
αυτό; Και ο άλλος: _Δεν είμαι ο γιατρός, είμαι ο Άγιος Πέτρος! |
Δυο φοιτητές της ιατρικής βλέπουν κάποιο να περπατά παρδαλά (με
πολύ ανοικτά τα πόδια και πηγαίνοντας ζικ - ζακ) και λέει ο ένας στον άλλον: _Τον βλέπεις αυτόν εκεί, μάλλον έχει δισκοπάθεια. _Μπα, μάλλον σπονδυλολίσθηση έχει,
τον διακόπτει ο άλλος. Και αρχίζει μια κόντρα για το ποιος να έχει δίκιο τελικά. Σε
κάποια στιγμή λέει ο ένας στον άλλο: _Ρε, δεν πάμε να τον ρωτήσουμε να δούμε ποιος έχει δίκιο; _Και δεν πάμε, συμφωνεί ο άλλος. Και μόλις τον πλησιάζουν του
λέει ο ένας: _Με συγχωρείται, κύριε, είμαστε φοιτητές της ιατρικής και εγώ
λέω ότι πάσχεις από δισκοπάθεια και ο φίλος μου λέει ότι πάσχεις από σπονδυλοολίσθηση, ποιος έχει δίκιο; Και ο κύριος απαντά: _Δυστυχώς, κύριοι, και οι τρεις την πατήσαμε, κι εγώ το νόμιζα
για κλάσιμο κι αυτό ήταν χέσιμο! |
Γιατρός: Τι έχεις φίλε? Ασθενής: ‘Ένα μαγαζί στην οδό Σταδίου! |
Είναι ένας αθλητικός τύπος στο πάρκο και κάνει τη γυμναστική
του, φτάνει η ώρα των πους-απς και πέφτει κάτω και
αρχίζει.. Σκάει στο άσχετο ένας γύφτος και βλέπει τον τύπο που κάνει
πους-απς. Με περιέργεια (ψιλοαδιάκριτα) κοιτάει
μια από τα αριστερά, κοιτάει και μια από τα δεξιά... Τον χαβά του άλλος. Οπότε σκύβει και του ψιθυρίζει: -Φίλε, αυτό που γκαμάς, έφυγε
!!!!!!!! |
Ο τροχονόμος σταματάει μια πενηντάρα κυρία που κατέβαινε τη
λεωφόρο πατημένη στο τέρμα. |
Μπαίνει ένας ληστής σε μια
τράπεζα και λέει στον ταμεία να του δώσει όλα τα λεφτά. Εκείνος τα δίνει και
ο ληστής τον πυροβολεί.. Φεύγοντας λέει στον 1ο πελάτη: Είδες τίποτα? Απάντηση: Ε κάτι είδα... Τον πυροβολεί και μετά λέει στον 2ο
πελάτη: Εσύ είδες τίποτα? Απάντηση: Ε κάτι λίγο είδα... Τον πυροβολεί κι αυτόν και στη συνέχεια
γυρνάει σε έναν 3ο πελάτη και του λέει:
Εσύ είδες τίποτα? Απάντηση: Εγώ δεν είδα τίποτα αλλά.....
η γυναίκα μου τα είδε όλα!! |
|
Στην εκκλησία, μια γιαγιά
κάνει το σταυρό της και μετά γέρνει προς το μέρος του άντρα της και του λέει
στο αυτί: _ "Ωχ, άφησα
μια σιγανή κλανιά". Αυτός την κοιτάει αυστηρά
και της απαντάει: _"Να αλλάξεις αμέσως μπαταρία στο ακουστικό σου!" |
|
Ένας
τύπος βλέπει την γυναίκα του να φοράει ένα δαχτυλίδι με ένα τεράστιο διαμάντι, το οποίο είναι και πανάκριβο, και
την ρωτάει: Ρε γυναίκα που το βρήκες αυτό
το δαχτυλίδι; Αυτό κάνει μια περιουσία... - Που να σου τα λέω άντρα μου. Εχθές που
είχα πάει για καφέ με μια φίλη μου, πάω στην τουαλέτα της καφετέριας που
καθόμασταν και τι βλέπω..! Μέσα στον νιπτήρα ήταν αυτό το πανέμορφο δαχτυλίδι!
Κοιτάζω τριγύρω, δεν βλέπω κανέναν και
το πήρα!!! - Τι είναι αυτό ρε γυναίκα; Που την βρήκες
αυτή τη γούνα; - Aσε άντρα μου
που να στα λέω. Κάνανε λάθος στην γκαρνταρόμπα του μαγαζιού που καθόμασταν με
τη φίλη μου και αντί για το παλτό μου, μου έδωσαν αυτή τη γούνα. Χαζή είμαι
κι εγώ; Την πήρα και εξαφανίστηκα! Κι
ο άντρας: Τι να σου πω ρε γυναίκα... Είσαι πολύ τυχερή.
Εγώ ένα σώβρακο βρήκα στο κρεβάτι μας και αυτό μου είναι μικρό... |
|
Στο αεροπλάνο των PONTIUM
AIR LINES κάποιοι κάνουν
πολύ φασαρία και ο πιλότος εκνευρισμένος λέει στην αεροσυνοδό να πάει να τους
πει να κάνουν αμέσως ησυχία. Σε λίγο δεν ακούγεται τίποτα απολύτως και ο
πιλότος καλεί την αεροσυνοδό και τη ρωτά πως τα κατάφερε. Και κείνη του λέει:
Τους είπα να πάνε έξω μέχρι να ηρεμήσουν! |
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ
ΣΕ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΑ: Η επετηρίδα
είναι αυτό που βγάζουμε στα μαλλιά μας άμα δεν λουζόμαστε συχνά. Ο μισογύνης είναι
τέρας μυθολογικόν, μισός γυναίκα και μισός άλλο
πράμα, απερίγραπτης ασχήμιας και τελείως
εξαγριωμένος με την κατάστασή του. Ο Κωνσταντίνος Καντάφης ήτανε Έλληνας ποιητής που
γεννήθηκε στη Λιβύη της Αλεξάνδρειας. Στην αρχαία
εποχή δεν υπήρχαν ξένες χώρες, γι αυτό δεν έχουν βρει οι
αρχαιολόγοι αρχαία διαβατήρια. Όταν ο Οδυσσέας
γύρισε πίσω στην Ιθάκη,
βρήκε τους είκοσι ανεμιστήρες
και την Πηνελόπη να τους δουλεύει στο φουλ. Ο Λεωνίδας και
οι Τριακόσιοι του ηττήθηκαν, γιατί οι Θερμοπύλες ήτανεπολυπληθέστεροι
σε αριθμό. Την Οδύσσεια
την έγραψε ο Οδυσσέας και την Ιλιάδα ο
Ηλιάδης. Ο πρατήρας είναι λέξη δυσανόητη,
δηλ. με δυο έννοιες. Μια όταν είναι σε ηφαίστειο και μια όταν δουλεύει σε
πρατήριο. Οι βηταμίνες βρίσκονται ακριβώς ανάμεσα από τις αλφαμίνες και τις γαμαμίνες. Η μπανάνα στα
ελληνικά γράφεται όπως και στα αγγλικά, δηλαδή με ένα μπα και δύο να. Οι Δέκα Εντολές γράφτηκαν από τον Σινά και
παραδόθηκαν στον Μωυσή στην Πλάκα. Ήταν όλες πέτρινες, αλλά σαφέστατες. |
|
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ |
|
Είπε κάποιος στον Αρίστιππο ότι η Λαΐδα
δεν τον αγαπά, αλλά προσποιείται ότι τον αγαπά. Ο Αρίστιππος απάντησε:«Ούτε
το κρασί ή το ψάρι με αγαπούν, εγώ όμως τα απολαμβάνω». |
|
Ένας άντρας είπε στην ερωτομανή γυναίκα του:«Τι θέλεις να
κάνουμε, να φάμε ή να κάνουμε έρωτα». |
|
Είπε κάποιος στον Διογένη:«Οι συμπολίτες σου σε καταδίκασαν σε
εξορία». |
|
Ο Διδύμων, ένας αρχαίος οφθαλμίατρος, εξετάζει το μάτι μιας
κοπέλας και ο Διογένης, που
ξέρει ότι είναι ερωτίλος, κοινώς γυναικάς, του
λέγει «Πρόσεξε Διδύμωνα, μήπως εξετάζοντας τον
οφθαλμό, φθείρεις την κόρην». |
|
Επαινούσαν μερικοί μπροστά στον Άγη τους Ηλείους, γιατί ήταν
πολύ δίκαιοι κριτές στους Ολυμπιακούς αγώνες. Ο Άγης ρώτησε με απορία: |
|
Ένας πατέρας ζήτησε από τον Αρίστιππο να διδάξει τον γιο του
και ο φιλόσοφος ζήτησε αμοιβή 500 δραχμές. Ο πατέρας θεώρησε υπερβολικό
το ποσό και του λέει: «Με τόσα χρήματα θα μπορούσα να αγοράσω ένα ζώο». |
|
Ο Διογένης ζητούσε ελεημοσύνη από ένα άγαλμα. Όταν τον ρώτησαν
γιατί |
|
Παρακινούσαν τον Φίλιππο τον Μακεδόνα να εξορίσει κάποιον που
τον κακολογούσε. Ο Φίλιππος απάντησε: Δεν είστε καλά!! Θέλετε να τον στείλω
να με κατηγορεί και σ’ άλλα μέρη; |
|
Ένας φαλακρός έβριζε τον Διογένη. Ο φιλόσοφος γύρισε και του είπε:«Δεν
σου ανταποδίδω τις βρισιές, αλλά θα ήθελα να πω ένα «μπράβο»
στις τρίχες σου, γιατί απαλλάχτηκαν από ένα κακορίζικο κεφάλι». |
|
Ρώτησε κάποιος τον Αντισθένη τι είδους γυναίκα θα ήταν
κατάλληλη για γάμο. Ο φιλόσοφος του είπε:«Το πράγμα είναι δύσκολο. Αν
παντρευτείς ωραία, θα την έχεις με άλλους κοινή, αν άσχημη, θα είναι σαν να
σου επέβαλαν ποινή». |
|
Πληροφορήθηκε ο Αριστοτέλης από κάποιον ότι μερικοί τον
έβριζαν. Ο φιλόσοφος απάντησε: «Καθόλου δεν με νοιάζει. Όταν είμαι απών,
δέχομαι ακόμα και να με μαστιγώνουν». |
|
ΔΙΑΦΟΡΑ |
_Δουλεύεται σε Ταχυδρομείο; Ρωτά μια όμορφη ξανθιά το καβαλιέρο
της στο χορό. _Όχι, γιατί ρωτάς; Της απαντά αυτός. Και κείνη: _Γιατί, ρε φίλε, μού ‘χεις κολλήσει σα γραμματόσημο! |
Ήταν τρεις αδελφοί. Μια
μέρα ο πατέρας τους πέθανε. Πήγαν λοιπόν και οι 3 στην κηδεία. Όπως ήταν πάνω
από το φέρετρο λέει ο μεγάλος: «Παιδιά έφυγε ο πατέρας. Aντε
ρε να του δώσουμε όλοι μαζί κάνα ψιλό να έχει χαρτζηλίκι
εκεί που θα είναι τώρα». |
Πάει ο μπαμπάς στο κρεβάτι του παιδιού του, για να το
καληνυχτίσει και το ακούει λέει: "Θεούλη μου θέλω να έχεις καλά τη μαμά
μου, το μπαμπά μου, τη γιαγιά μου και δώσε χαιρετίσματα στον παππού
μου"! Το ακούει ο μπαμπάς αλλά δε δίνει σημασία! Με το που το ακούει αυτό ο μπαμπάς τρελαίνεται! Την επόμενη μέρα
φεύγει απ' το σπίτι νωρίς για τη δουλειά και γυρίζει αργά το βράδυ
ευτυχισμένος που μέχρι στιγμής ήταν ζωντανός! Μπαίνει στο σπίτι καλησπερίζει
τη γυναίκα του και της λέει: |
Μία ξανθιά τηλεφωνεί σε μια πιτσαρία στις 2 η ώρα το
ξημέρωμα για να κάνει μια παραγγελία. |
_Ρε παιδιά, επειδή έχω καιρό να κάνω έρωτα, τώρα και θηλυκό
πρόβατο να δω θα πάω μαζί του, λέει κάποιος που μόλις έχει αποφυλακιστεί στους φίλου του. Και πριν προλάβει να τελειώσει ακούει από δίπλα
κάποια αδελφή να φωνάζει: _«Μπέε» |
Ένα κινητό που βρίσκεται πάνω στο τραπέζι της συνεδρίασης
κτυπά. Το ανοίγει ο διευθυντή και ακολουθεί ο εξής διάλογος με μια γυναίκα: |
_Ακόμα ένα φιλί, ένα φιλί μονάχα γλυκιά μου! Παρακαλεί ο νεαρός
που βρίσκεται στο σπίτι της μνηστής του.
Κι εκείνη υποχωρητικά: _Καλά, γρήγορα όμως, γιατί η μαμά είπε πως θα γυρίσει σ'
ένα τέταρτο! |
_Έχετε την καλοσύνη , λέει μια κυρία στον χασάπη, να μου
σπάσετε τα κόκαλα της μπριζόλας; -Και βέβαια κυρία μου. Θανάση, σπάσε τα κόκαλα της κυρίας. |
Κάποια μέρα ένα γελαδοβοσκός σκέφτεται «μωρέ δεν βάζω το
γεννητικό μου όργανο στο μηχάνημα που αγόρασα τώρα και μου αρμέγει τις
αγελάδες, για να μου το αρμέξει και κείνο μόνο το κάνω από μόνος μου». Και τσουφ, το βάζει. Ωστόσο το μηχάνημα στην συνέχεια δεν
σταματούσε. Παίρνει με το κινητό του την Εταιρεία και στην κοπέλα που σήκωσε
το ακουστικό τη ρωτά πως θα το σταματήσει. Και κείνη του απαντά: _Κύριε, η μηχανή δεν σταματά, αν δεν βγάλει τουλάχιστον ένα
κιλό! |
Ο πεθερός λέει στο γαμπρό του, που είναι πολύ διαχυτικός: _Μόλις αρραβωνιαστήκατε κι έχετε τόσες οικειότητες; Εγώ όταν
αρραβωνιάστηκα την πεθερά σου καθόμουν στη μια άκρη του δωματίου κι αυτή στην
άλλη. Κι ο αρραβωνιαστικός, κοιτάζοντας λοξά την πεθερά, απαντά: _Κι εγώ στη θέση σου πατέρα, το ίδιο θα 'κανα! |
Ένας τύπος, γνωστός τσιγκούνης, μπαίνει στο καφενείο μπουρινιασμένος. _Τι έπαθες πάλι; τον ρωτούν. _Με τέτοια γυναίκα που έχω, πως να μην είμαι μπουρινιασμένος και να μην έχω πάρει ανάποδες; Όλο λεφτά
μου ζητάει! _Και τι τα κάνει; _Ξέρω κι εγώ; Σάμπως της έδωσα ποτέ; |
_Βρε γαμώτο
γιατί βρωμάει το στόμα μου? _Μήπως έχεις κανένα χαλασμένο δόντι; _Όχι, μόνο μια γέφυρα έχω. _Ε! αυτό είναι ! _Ποιο; _Κάποιος έχει χέσει κάτω από τη
γέφυρα! |
_Μαμά, τώρα που έγινα 16 χρονών μπορώ να φορέσω σουτιέν; _Όχι Βαγγέλη μου! |
_Ρε Κώστα, σταμάτα πια. Πριν παντρευτούμε μου έλεγες ότι θα
γυρνάγαμε και θα βλέπαμε όλο τον κόσμο, και τώρα, όλο οροφές βλέπω! |
_Κύριε έμπορα, πόσο κάνει αυτή μπλούζα; _Κάνει 10 χιλιάδες δρχ, κυρία. Είναι
από αγνό παρθένο μαλλί. _Μα τι λες , καλέ, μέσα γράφει ότι είναι από συνθετικό μαλλί; _Α ξέρεις, αυτό το γράφουμε, για να ξεγελούμε τον σκώρο! |
Ένας κουλός, ένας στραβός, ένα κουφός και ένας καραφλός που έμεναν
σε ένα ίδρυμα αποφάσισαν να πάνε να ληστέψουν το γραφείο του Διευθυντή την
νύκτα. Μόλις μπήκαν μέσα και ενώ
προσπαθούσαν να ανοίξουν το χρηματοκιβώτιο λέει ο κουφός: _«Ρε, για σταματήστε, κάτι ακούω» και λέει ο στραβός «Ρε, για κάνετε στην άκρη να δω» και λέει ο κουλός «Ρε, κάντε στην πάντα να τους δώσω δυο
γροθιές (μπουνιές)» και λέει ο καραφλός: «Ρε, σταματήστε να λέτε βλακείες, γιατί
σηκώνονται οι τρίχες της κεφαλής μου!» |
Πελάτης: Πόσο κάνει, κύριε, αυτή η βαλίτσα; Καταστηματάρχης: 25 ευρώ. Πελάτης: Και αυτή η μικρή; Καταστηματάρχης: 50 ευρώ. Πελάτης: Μα καλά, αυτή είναι μικρότερη από την άλλη και κάνει
διπλάσια λεφτά; Καταστηματάρχης: Ναι, γιατί
είναι από δέρμα γεννητικού οργάνου και άμα την χαϊδέψεις γίνεται τριπλάσια
από την άλλη! |
Δυο μεθυσμένοι βλέπουν στο σκοτάδι κάτι μαυριδερό και παράξενο.
Το πλησιάζουν και λέει ο ένας. _Μάλλον μπακλαβάς που έχει πέσει είναι. _Όχι ρε, τούρτα φαίνεται. _Ε τότε δεν το δοκιμάζουμε να δούμε τι είναι. _Μπράβο, αυτό θα κάνουμε. _Ρε συ, πως σου φαίνεται τώρα , μήπως είναι αυτό που σκέφτομαι. _Ρε συ, σκατά είναι! -Ο πω πω , σαν δεν τα πατήσαμε! |
Η καινούργια και ωραία δασκάλα κάνει μάθημα και ο επιθεωρητής
κάθετε σε ένα θρανίο και επιθεωρεί. Σε
κάποια στιγμή η δασκάλα σηκώνει το χέρι της, γράφει μια δύσκολη λέξη στον
πίνακα και ρωτά τα παιδιά ποιος μπορεί να την διαβάσει. Την ώρα όμως που
σήκωσε η δασκάλα το χέρι της, για να γράψει τη λέξη, σηκώθηκε λίγο η φούστα
της και φάνηκε το μπούτι της, το οποίο βλέποντας το ο γέρος επιθεωρητής αναφωνεί
ψιθυριστά: _«Πω – πω μπούταρος!» Ακούγοντας αυτό ο Μπόμπος σηκώνει το
χέρι του, για να πει και Βλέποντας αυτό η δασκάλα γυρνά και του λέει: _ Έλα Μπόμπο λέγε. Και ο Μπόμπος: _Η λέξη που γράψατε κυρία είναι η λέξη «μπούταρος», Ακούγοντας αυτό η δασκάλα νευριάζει και διατάζει το Μπόμπο να βγει έξω από την αίθουσα. Υπακούοντας ο Μπόμπος απομακρύνεται και όταν περνά δίπλα από τον
επιθεωρητή του λέει ψιθυριστά: _Αλλη φορά, ρε βλάκα, άμα δεν ξέρεις,
να μη μιλάς! |
Στην πισίνα καταφθάνει μια σούπερ γκόμενα και βλέποντάς την ο
ένας από τους δυο άντρες που καθόταν εκεί λέει στον άλλο. _Πω πω, μάλλον Ιταλίδα είναι. _Μπα, Γερμανίδα πρέπει να είναι. Ωστόσο ακούγεται αυτή να λέει: Χάνς, Χανς…. _Είδες ρε που στα ‘λεγα, είναι Γερμανίδα, λέει ο ένας. -Έχεις δίκιο, του απαντά ο άλλος. Προτού, όμως, τελειώσει την
φράση ακούγεται η γκόμενα να λέει πάλι σε κάποιο φίλο της λίγα μέτρα πιο
μακριά. _Χάνς, Χάνις, Μήκιο
μου, το νιρό είνι ζεστό! |
Ένας νεαρός που μόλις είχε αποφυλακιστεί συναντά μια γριά και
την βιάζει επανωτά. Όταν τέλειωσε της λέει: _Με συγχωρείς, αλλά να, ήμουνα φυλακισμένος και είχα πολύ
καιρό να κάνω έρωτα. Μάλιστα από την
πολύ καΐλα, είχα ορκιστεί ότι την πρώτη γυναίκα που θα έβλεπα θα της έκανα
τόσες φορές έρωτα όσα και τα δόντια
της. Ακούγοντας η γρια αυτά ανοίγει το στόμα της και λέει στον νεαρό: _Ρε, πρόσεξε στο βάθος του στόματος μου, υπάρχει και ένα ριζαλάκι |
_Ρε συ, πόσο βάζεις στοίχημα να κάνω έρωτα στον ελέφαντα που στέκει
κάτω από το δέντρο; Λέει ένα σπουργίτι σε ένα άλλο που καθόταν δίπλα του σε
ένα κλαδάκι. _Χα, χα… γελάει το άλλο. _Ρε, δεν με πιστεύεις ε; Τώρα θα δεις. Και τσούφ, ρίχνει
ένα φτερούγισμα και κάθεται στην ουρά του ελέφαντα. Μόλις όμως κάθισε, το κάνει
ο διάβολος και αερίζεται ο ελέφαντας και τσουφ
φεύγουν όλα τα φτερά του ερωτύλου σπουργιτιού. Βλέποντας αυτό το άλλο
σπουργίτι ξαναβάζει τα γέλια,. Ακούγοντας αυτό το ερωτύλο σπουργίτι γυρνά και του λέει: _Ρε, τι γελάς; Μα καλά, εσύ, όταν κάνεις έρωτα, δεν γδύνεσαι; |
Δύο κυνηγοί βαδίζουν αμέριμνοι σ΄
έναν ερημικό δρόμο, όταν τους πλησιάζει ένας χωροφύλακας και ζητά τις άδειες
του κυνηγιού. Τότε ο ένας από τους δύο
το βάζει ξαφνικά στα πόδια. Ο χωροφύλακας
τον καταδιώκει και όταν καταφέρνει τελικά να τον πιάσει στην κορυφή
του λόφου, του ζητά με έντονο ύφος την άδειά του. Τότε ο κυνηγός βγάζει από την τσέπη την
άδειά του και πρόθυμα του τη δείχνει. _Διάβολε! Μα γιατί
άνθρωπέ μου το' βαλες στα πόδια αφού έχεις άδεια; ρώτησε ο χωροφύλακας εκνευρισμένος. _Γιατί δεν είχε άδεια ο σύντροφός μου |
Μαρία: Και βέβαια! Αλλά δεν είναι αυτή τη στιγμή στο σπίτι! |
Λέττα: Θανάση μου, παιδαρά μου, τι
σκέφτεσαι; Θανάσης: Ό,τι και συ, μωρό μου. Λέττα: Α να χαθείς, κρύε! |
Πατέρα, αν μου δώσεις το κατοστάρικο, θα σου πω τι άκουσα να
λέει εχθές ο κρεοπώλης στην Καίτη. _Στην αδελφή σου; Να
πάρε το κατοστάρικο και λέγε γρήγορα τι της είπε. _Εντάξει, της είπε: Δεσποινίς,
σήμερα θα αγοράσει ο πατέρας σου κρέας; |
Η σύζυγος: Κοίτα Μανώλη τον κόκοράς μας! Κάνει επανωτά σεξ!
Αυτός είναι αρσενικό, όχι εσύ! Ο σύζυγος: Δεν μου λες, ρε γυναίκα, ο κόκορας με μια κότα κάνει
έρωτα ή πολλές; Η σύζυγος: Με όλες, δεν αφήνει καμιά παραπονεμένη! Ο σύζυγος: Ε φέρε μου και μένα ποικιλία να δεις απόδοση! |
Ένας τουρίστας παρακολουθεί ένα Ινδιάνο ,που καθισμένος κοντά
σε μια φωτιά στέλνει σήματα με τον
καπνό. Όλα ήταν πρωτόγονα, εκτός από έναν πυροσβεστήρα τελευταίου τύπου. -Τι τον θέλεις τον πυροσβεστήρα, ρώτησε ο τουρίστας. -Για να σβήσω τα λάθη, απαντάει ο Ινδιάνος. |
Ο Κωστάκης ανεβαίνει πάνω σε μια καρέκλα
για να κουρδίσει το ρολόι του τοίχου. -Καλά θα κάνεις να
βάλεις μια εφημερίδα στην καρέκλα, του λέει η μητέρα του. -Μπα, φτάνω και έτσι . |
Ο γύφτος δεν σταματάει και ο τροχονόμος τον κυνηγάει με τη
μηχανή του. Κάποια στιγμή τον σταματά και του λέει. -Γιατί δεν σταματήσατε, όταν σας έκανα σήμα; Και ο γύφτος απαντάει -Και πού ήθελες να σε βάλω, ρε φίλε, στην καρότσα; |
Συζήτηση μεταξύ δυο τρελών. -Μήπως είσαι φρυγανιά. -Όχι, πώς σου ήρθε αυτό. -Να, επειδή εγώ είμαι βούτυρο, έλεγα να ξαπλώσω λιγάκι. |
Ήταν ένας υδραυλικός και τον απατούσε η γυναίκα του. Έτσι, μια μέρα
που γυρνάει σπίτι του βρίσκει την γυναίκα του με τον εραστή της και του λέει: _Θα σε σκοτώσω, ρε. Αλλά πώς θέλεις να πεθάνεις ; Με μπουνιές,
με κλωτσιές ή με βρυσιές ;" Αυτός απαντάει φυσικά ότι προτιμάει τις βρισιές. Τότε ο
υδραυλικός ξεκολλάει μια βρύση και τον αρχίζει στις βρισιές. |
_Γιατρέ, λέει ο ασθενής, η διάγνωση των άλλων γιατρών
είναι διαφορετική από τη δική σας. _Το ξέρω, απαντά γελώντας ο γιατρός, η νεκροψία όμως θα αποδείξει
ότι η δική μου διάγνωση είναι η σωστή! |
Πελάτισσα: Μπορεί αυτό
το γούνινο παλτό να φορεθεί στη βροχή χωρίς να χαλάσει; Γουναράς: Μα, κυρία μου,
είδατε ποτέ κανένα ζώο να κρατάει ομπρέλα; |
_Πελάτης: Έλα εδώ γκαρσόν! Υπάρχει ένα αποτσίγαρο στην σούπα
μου! _Γκαρσόν: Ω συγνώμη! Πάω να φέρω αμέσως ένα τασάκι! |
-Εδώ που ήρθες, λέει στον καινούριο κρατούμενο ο διευθυντής,
πρέπει να κάνεις και μια δουλειά. Τι δουλειά ξέρεις; -Έπαιζα βιολί. -Ωραία, τότε εδώ θα πριονίζεις ξύλα. |
Τρεις πωλητές κουβεντιάζουν: |
Το κρασί είναι ο χειρότερος εχθρός, έλεγε ο παπάς της ενορίας
προς ένα μέθυσο. -Ναι, αλλά δεν λέει και "καταπίνετε αυτούς". |
Ένας σπουδαστής τηλεγραφεί στον αδερφό του: Απέτυχα και για
δεύτερη φορά στις εξετάσεις. Προετοίμασε τον μπαμπά. Την άλλη μέρα ο αδερφός του του
απαντά: Ο μπαμπάς είναι έτοιμος. Ετοιμάσου κι εσύ. |
Συναντώνται δύο Λαρισαίοι στην πλατεία της Λάρισας, κουστουμαρισμένοι με μαντηλάκι στο αριστερό πέτο του σακακιού
τους και ρωτάει ο πρώτος τον άλλο, Σεγάμσαν; (= σε
γάμο ήσουν) και του απαντάει ο δεύτερος, Όχι σε βαφτίσια! |
Η μικρή Ελένη λέει στην μητέρα της: _Ο Βασίλης μου ζήτησε να βγούμε έξω. Δεν πίνει, δεν καπνίζει,
δεν χαρτοπαίζει και μου υποσχέθηκε ότι δεν θα με φιλήσει στο πρώτο μας
ραντεβού… Και η μάνα: _Να αρνηθείς αμέσως! Με τέτοιο ψεύτη αποκλείεται να είσαι
ασφαλής! |
_Ένας ανθρωποφάγος ταξιδεύει με πλοίο. Πηγαίνει στην τραπεζαρία
του πλοίου και ο σερβιτόρος του δίνει τον κατάλογο των φαγητών. Όχι,
ευχαριστώ, του απαντά αυτός, θα προτιμούσα να μου δίνατε τον κατάλογο των
επιβατών |
_Ο υποδιευθυντής στον υπάλληλο (μετά από ένα δήθεν αστείο που
είπε ο διευθυντής): _E, εσύ...δε γελάς; _Και γιατί να γελάσω, εγώ παίρνω σύνταξη το επόμενο Σάββατο. |
Λέει ένας πελάτης στον εστιάτορα: Κύριε εστιάτορα, αν μυρίσω
την ποδιά σου και μετά σου πω τι
φαγητά μαγείρεψες σήμερα, τρώω δωρεάν; _Ναι, του απαντά εκείνος. Μυρίζει ο πελάτης την ποδιά του εστιάτορα και μετά λέει
όλα τα φαγητά που είχε μαγειρέψει. Κατόπιν αυτού τρώει δωρεάν. Την
άλλη μέρα έρχεται πάλι και γίνεται το ίδιο. Προ αυτού, την άλλη μέρα ο εστιάτορας βάζει κρυφά στα σκέλια
(στα απόκρυφά) της μάνας του την ποδιά του και μετά την δίδει να την μυρίσει
ο πελάτης. Παίρνοντας ο άλλος την ποδιά, αφού την μυρίζεται, γυρνά και λέει
στον εστιάτορα: _Χμ, δεν ήξερα ότι είσαι και γιος της Ευανθίας! |
_Ωχ, τι έπαθα! Λέει μια κοκκινομάλλα στη ξανθιά φίλη της. |
Ένας γιατρός φτάνει στον παράδεισο. -Από την πίσω πόρτα, διατάσσει ο Aγιος
Πέτρος. Δεν βλέπετε που γράφει "είσοδος των προμηθευτών"; Μπαίνει ένας βλάχος σ' ένα κατάστημα: Μαρία, κέρδισα το τζόκερ! Ξυπνάει ένας λυράρης καρακρητίκαρος
πάει στο κέντρο να παίξει. Από την σύγχυση του είχε κουμπώσει το κουμπί του
πουκαμίσου του στην κουμπότρυπα του σακακιού του. Τον είδε τι μπουρινιασμένος ήταν ο τραγουδιστής φίλος του και του
λέει με τρόπο: |
Ζωή δεν είναι να ξυπνάς,
όταν ξυπνούν οι άλλοι,
Ζωή είναι να ξυπνάς, όταν
…. κοιμούνται οι άλλοι
ΓΙΑΤΡΟΣ: Η νεκροψία έγινε στις 10.30 ΓΙΑΤΡΟΣ: Όχι είχε κάτσει στο τραπέζι και
προσπαθούσε να καταλάβει γιατί του κάνω νεκροψία ΜΑΡΤΥΣ: Ήταν ψηλός και είχε γένια ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΩΝ: Ότι υπήρχαν ίχνη σπέρματος ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΗ: Μάλιστα απόλυτη ---- ΠΡΟΕΔΡΟΣ:. Κατηγορούμενε πως τερματίστηκε ο πρώτος
σου γάμος ; |
_Γεια σου, φίλε μου, με
λένε «Καψάλη» είμαι ο πιο καλός σου φίλος. _Δεν το πιστεύεις? _Ε… κλείσε με μαζί με τη γυναίκα σου ή
κάποιον άλλο στο πορτμπαγκάζ του αυτοκίνητου σου για πάρα πολύ ώρα και όταν
το ανοίξεις, θα το διαπιστώσεις. Τότε θα δεις ποιος θα σου
κάνει ποιο πολλές χαρές! |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|