ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ (ΜΑΚΗΣ) Γ. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗΣ ΣΠΑΡΤΗ SPARTA |
ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ |
|
|
«Η Σπάρτη είναι μια από τις πιο ολιγάνθρωπες πόλεις, που
αποδείχθηκε η πιο δυνατή και πιο ονομαστή
στην Ελλάδα» (Ξενοφώντα, Λακεδαιμονίων Πολιτεία) |
|
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «Η ΑΘΗΝΑ» ΑΘΗΝΑ 2007 |
ΣΠΑΡΤΗ - SPARTA
============
ΤΟΥ ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΥ (ΜΑΚΗ) ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ
(Επίτιμου Δ/ντη Υπ. Πολιτισμού )
Περιεχόμενα
1. ΑΠΑΡΧΕΣ ΣΠΑΡΤΗΣ: ΚΤΙΣΗ, ΟΝΟΜΑΣΙΑ
2. Η ΑΧΑΪΚΗ ΚΑΙ Η
ΔΩΡΙΚΗ ΣΠΑΡΤΗ
3. ΑΝΟΔΟΣ,
ΠΑΡΑΚΜΗ ΚΑΙ ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΔΩΡΙΚΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ
1. ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ
ΚΑΘΕΣΤΩΣ, Η ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΑ ΗΘΗ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ
2. Η ΓΛΩΣΣΑ, Η
ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ Η ΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ
- ΤΟ ΛΑΚΩΝΙΖΕΙΝ ΕΣΤΙΝ ΦΙΛΟΣΟΦΕΙΝ
3. ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ
ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΩΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ
4. ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ
ΤΑΞΕΙΣ ΣΤΗ ΣΠΑΡΤΗ
6. Η ΚΡΗΤΙΚΗ
(ΜΙΝΩΙΚΗ) ΚΑΙ Η ΛΑΚΩΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ - ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ
1. ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ
ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ: ΟΙ ΑΡΓΕΙΟΙ ΚΑΙ
ΟΙ ΠΕΛΑΣΓΟΙ
2. Η ΚΑΘΟΔΟΣ ΤΩΝ
ΔΩΡΙΕΩΝ ΜΕ ΤΟΥΣ ΗΡΑΚΛΕΙΔΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
ΣΠΑΡΤΗΣ
3. ΤΟ «ΔΩΡΙΚΟΝ ΤΕ
ΚΑΙ ΜΑΚΕΔΝΟΝ» ΕΘΝΟΣ
4. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ
ΣΠΑΡΤΗΣ ΣΕ ΠΡΩΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
5. ΑΝΑΛΗΘΕΙΕΣ ΠΟΥ
ΛΕΓΟΝΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΩΡΙΕΙΣ
2. ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΣΠΑΡΤΗΣ
ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Η Σπάρτη βρίσκεται στη Λακωνία της Πελοποννήσου, στην περιοχή μεταξύ
του όρους «Ταΰγετος» και του όρους «Πάρνων» και διασχιζόμενη από τον «Ευρώτα» ποταμό.
|
Ο Παυσανίας (Λακωνικά και Μεσσηνιακά) αναφέρει ότι κατά τους Λάκωνες, ο Λέλεγας ήταν ο πρώτος αυτόχθονας
βασιλιάς στη Λακωνική απ΄όπου και ονομάστηκαν αρχικά
Λέλεγες οι Λάκωνες και Λελεγία
η Λακωνία. Από το Λέλεγα γεννήθηκαν ο Μύλης και ο Πολυκάων. Όταν πέθανε ο Λέλεγας
βασιλιάς έγινε ο Μύλης, ο οποίος όταν πέθανε και αυτός το θρόνο πήρε ο γιος του
Ευρώτας, ο οποίος διαρρύθμισε την κοίτη του εκεί ποταμού και έτσι πήρε το όνομα
Ευρώτας. Ο Ευρώτας απέκτησε μόνο μια κόρη τη Σπάρτη. Όταν πέθανε ο Ευρώτας το
θρόνο πήρε ο Λακεδαιμόνιος, ο σύζυγος της Σπάρτης και γιος της Ταυγέτης – απ’ όπου πήρε το όνομα το εκεί βουνό - και ο
γιος του Δία, όπως λέγονταν τότε. Ο Λακεδαίμονας στη συνέχεια έδωσε το όνομά
του στους κατοίκους, στους Λάκωνες ή Λέλεγες, και την
εκεί πόλη ονόμασε Σπάρτη προς χάρη της γυναίκας του.
«ως δε αυτοί
Λακεδαιμόνιοι λέγουσι, Λέλεξ
αυτόχθων ων εβασίλευσε πρώτος εν τη γη ταύτῃ και από τούτου Λέλεγες ων ηρχεν ωνομάσθησαν. Λέλεγος δε γίνεται Μύλης και νεώτερος Πολυκάων.
Πολυκάων μεν δη όποι και δι' ήντινα αιτίαν
απεχώρησεν, ετέρωθι δηλώσω:
Μύλητος δε τελευτήσαντος παρέλαβεν ο παίς Ευρώτας την
αρχήν. ουτος τό
ύδωρ τό λιμνάζον εν τω πεδίῳ
διώρυγι κατήγαγεν επι θάλασσαν, απόρρυέντος δε--ην γαν δη τό υπόλοιπόν
ποταμού ρεύμα-- ωνόμασεν Ευρώταν. [ατε δε ουκ όντων: αυτω παίδων
αρρένων βασιλεύειν καταλείπει Λακεδαίμονα, μητρός μεν Ταϋγέτης όντα, αφ'
ης και τό όρος ωνομάσθη,
ες Δία δε πατέρα ανήκοντα κατα την φήμην: συνῴκει δε ο Λακεδαίμων Σπάρτῃ θυγατρι του Ευρώτα. τότε
δε ως έσχε την αρχήν, πρώτα μεν τη χώρᾳ και τοίς ανθρώποις μετέθετο αφ' αυτού τα
ονόματα, μετα δε τουτο ωκισέ τε και ωνόμασεν από τής
γυναικός πόλιν, η Σπάρτη καλείται και ες ημας.
(Παυσανία, Λακωνικά, Ι, 1 -2)
«Απόθανόντος
Λέλεγος, ος εβασίλευεν εν τη νυν Λακωνική, τότε δε απ' εκείνου Λελεγίᾳ καλουμένῃ, Μύλης
μεν πρεσβύτερος ων τών παίδων έσχε
την αρχήν, Πολυκάων δε νεώτερός
τε ην ηλικίᾳ και δι'
αυτό ιδιώτης, ες ο Μεσσήνην την Τριόπα του Φόρβαντος έλαβε γυναίκα εξ Άργους. (Παυσανία, Μεσσηνιακά, 1
-2)
Σημειώνεται ότι:
1) Η ετυμολογία
της ονομασίας «Λακωνία» φανερώνει ότι η περιοχή αυτή ονομάστηκε έτσι επειδή
ήταν λάκ(κ)ος («κοίλη Λακεδαίμων», Ιλιάδα Β, 581 – 590), εξ ου, προφανώς, και το Λάκων > Λέλακες
– Λέλεγες κ.α.
2) Η ετυμολογία της ονομασίας «Σπάρτη»
φανερώνει ότι η πόλη αυτή ονομάστηκε έτσι, επειδή ήταν (διά)σπαρτη
και «Λακεδαίμων» = της Λακωνίας «αι δάμοι»
(ιωνικά δήμοι) - δαισμός, πρβ και «νεοδαιμώδης = ο νεωστί περιληφθείς στο δήμο της Σπάρτης
είλωτας», “και γαρ ούτοι του δήμου αύξαντος
(Πλουτάρχου, Άγης και Κλεομένης). Οι
Σπαρτιάτες επί δωρικής περιόδου διέμεναν σε πέντε «δάμους»
(δήμους), οι οποίες συγκροτούσαν τη Λακωνική Πολιτεία: Αμύκλαι,
Κυνόσουρα, Λίμναι, Μεσόα
και Πιτάνα. Ο υπόλοιπος πληθυσμός ήταν κατανεμημένος
σε εκατό "πολίσματα", αποτελώντας τους
περιοίκους.
Η ιστορία της Σπάρτης χάνεται στα βάθη των αιώνων και η αρχαία
χωρίζεται σε δυο μεγάλες περιόδους, την αχαϊκή και τη δωρική.
Ι. Η ΑΧΑΙΚΗ ΣΠΑΡΤΗ – ΤΡΩΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
Σύμφωνα με τον Όμηρο στη Λακωνία υπήρχαν οι εξής πόλεις: η Μέσση, η Σπάρτη, η Φάρης, οι Βρυσειές, οι Αιγειές, οι Αμύκλες, το Έλος, ο Οίτυλος και ο Λάας. Όλων αυτών των πόλεων στον πόλεμο της Τροίας αρχηγός
ήταν ο Μενέλαος, σύζυγος του οποίου ήταν η ωραία Ελένη, την οποία απήγαγε ο
πρίγκιπας της Τροίας Πάρις ή Αλέξανδρος αρχίζοντας έτσι το
μακροχρόνιο, οδυνηρό και φημισμένο Τρωικό πόλεμο.
Οι δ᾽ ειχον κοίλην Λακεδαίμονα
κητώεσσαν
Έστειλεν άνδρες η κλειστή στα όρη
Λακεδαίμων,
η Μέσσ’ η πολυτρύγονη, η Σπάρτη και η Φάρις,
οι Βρυσειές, οι Αιγειές οι πάντερπνες, οι
Αμύκλες,
το Έλος, χώρ’ ακρόγιαλη, ο Οίτυλος και ο Λάας
και τούτους ο Μενέλαος ο ανδρείος αδελφός του
εδιοικούσε κι έφερνε μαζί του εξήντα
πλοία.
Και ανάμερ’ αρματώνονταν
και αυτός με προθυμίαν
στην μέση τους επρόβαινε
και τους παρακινούσε
στον πόλεμον και του’καιε τα σπλάχνα μέσα ο πόθος
να εκδικηθή τους
στεναγμούς, τα δάκρυα της Ελένης (Ιλιάδα Β, 581 –
590)
Η Σπάρτη επί Τρωικού πολέμου ήταν πρωτεύουσα της Λακωνίας, όμως μια όχι
και τόσο ισχυρά, οικονομικά και
στρατιωτικά πόλη-κράτος. Η ισχυρότερη τότε πόλη της Πελοποννήσου, αλλά
και ολόκληρης της αρχαίας Ελλάδας ήταν οι Μυκήνες. Ο βασιλιάς Μενέλαος ήταν ο μικρότερος αδελφός του Αγαμέμνονα, του
βασιλιά των Μυκηνών και αρχιστράτηγου των Ελλήνων στον πόλεμο της Τροίας.
Σημειώνεται επίσης ότι ο Τρωικός πόλεμος, σύμφωνα με τους Θουκυδίδη
(Α), Ισοκράτη (Παναθηναϊκός), Πλάτωνα (Μενέξενος)
κ.α., έγινε γιατί οι βάρβαροι (Τρώες,
Κάρες, Φοίνικες κ.α.), όπως λέγονταν τότε οι απολίτιστοι ή μη Έλληνες, έρχονταν
στην Ελλάδα και έκλεβαν τις περιουσίες και τις γυναίκες (όπως την ωραία, Ελένη,
την Ιώ κ.α.) των Ελλήνων με συνέπεια η
Ελλάδα να μην προκόβει. Κράτησε από το 955 – 945 πριν από το Διόγνητο = το 1218 – 1209 π.Χ.,
σύμφωνα με το Πάριο χρονικό.
ΙΙ. ΚΑΘΟΔΟΣ ΔΩΡΙΕΩΝ - ΔΩΡΙΚΗ ΣΠΑΡΤΗ
Ο
Ηρόδοτος (Α 57 σε συνεργασία με το Η 43)
), ο Θουκυδίδης (Α 12), ο Πλάτωνας
(Νόμοι Γ, 682, e ), ο Ισοκράτης (Αρχίδαμος 16-19, Παναθηναϊκός 91-94 κ.α..)
κ.α. αναφέρουν ότι αρχικά στη Σπάρτη και
στις άλλες πόλεις της Πελοποννήσου ζούσαν οι καλούμενοι Αχαιοί. Ογδόντα χρόνια μετά τα Τρωικά, (= το 1129 π.Χ,
σύμφωνα με το Πάριο Χρονικό), οι καλούμενοι Δωριείς, οδηγούμενοι από τους
Ηρακλείδες, φεύγουν από την Πίνδο και πάνε στην Πελοπόννησο, εξ ου και «Κάθοδος
των Ηρακλειδών με τους Δωριείς», και
καταλαμβάνουν όλες σχεδόν τις πόλεις (Άργος, Σπάρτη, Μεσσήνη κ.α.), κάτι που
δεν έπρεπε λέει, γιατί ήσαν και αυτοί
Έλληνες.
Ηρακλείδες
λέγονταν βασιλική οικογένεια του Άργους, επειδή έλεγε ότι ήσαν απόγονοι του
ημίθεου Ηρακλή. Οι Ηρακλείδες έφυγαν από
το Άργος, επειδή από τη μια σφετερίστηκε το θρόνο ο συγγενής τους Ευρυσθέας και
από την άλλη φοβήθηκαν μη
φονευθούν. Στην αρχή κατάφυγαν στην
Αθήνα και από εκεί μετά πήγαν στη Δωρίδα
απ όπου μάζεψαν μισθοφόρους Δωριείς, ένα φύλο των Μακεδόνων ή Μακεδνών, και κατέβησαν στην Πελοπόννησο, για να πάρουν και
πάλι το θρόνο. Και ενώ οι Δωριείς βοήθησαν τους Ηρακλείδες να πάρουν το θρόνο,
δεν ξαναγύρισαν στον τόπο τους , αλλά παρέμειναν εκεί ως προασπιστές του
θρόνου, και έτσι έκτοτε η αρχίζει η καλούμενη Δωρική περίοδος της Σπάρτης.
Στη
συνέχεια η Σπάρτη εφαρμόζει στρατιωτικό-κουμμουνιστικό καθεστώς και σε σύντομο
διάστημα γίνεται η πρώτη δύναμη του αρχαίου γνωστού κόσμου και η πόλη εκείνη
που ηγεμόνευε ολόκληρη την Ελλάδα. Οι άλλες αρχαίες πόλεις της Πελοποννήσου:
Αργος, Μυκήνες, Μεσσήνη, Κόρινθος κλπ είχαν τώρα ηγεμονεύουσα τη Σπάρτη και σε περίοδο
εξωτερικού κινδύνου η Σπάρτη ήταν αυτή που κανόνιζε ή που έμπαινε μπροστά και
ακολουθούσαν και όλες οι άλλες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας.
Σημειώνεται
ότι σύμφωνα με τον Ηρόδοτο οι Δωριείς
ήσαν το πρώτο φύλο που αποκόπηκε από τους βαρβάρους Πελασγούς (Πελασγοί
λέγονταν το μεγαλύτερο από τα βάρβαρα φύλα που κατοικούσαν αρχικά στην Ελλάδα)
και αποτέλεσε ξέχωρο έθνος, το Ελληνικό, στο οποίο μετά προσχώρησαν όλοι οι
Πελασγοί (= οι Ιωνες ή Αθηναίοι, οι Αιολείς ή
Θεσσαλοί κ.α.), καθώς και πολλοί άλλοι βάρβαροι. Αναφέρει επίσης ότι οι Δωριείς
ήταν ένα έθνος πολυπλάνητο. Αρχικά, επί βασιλιά Έλληνα, διέμεναν στη Θεσσαλία.
Μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα φεύγουν από εκεί και πάνε στις πλαγιές της
Όσας και του Ολύμπου με αρχηγό το Δώρο απ΄όπου η περιοχή
ονομάστηκε Δωρίδα και οι εκεί κάτοικοι Δωριείς. Από εκεί μετά και πριν από τα
τρωικά ένα μέρος με αρχηγό τον Τέκταμο (παππού του
Μίνωα) πάει στην Κρήτη όπου ενώθηκε με
τους εκεί κατοίκους, τους Ετεόκρητες. Μετά τα τρωικά
ένα μέρος από τους εναπομείναντες Δωριείς φεύγει και πάει στην Πίνδο -
Μακεδονία όπου ονομάστηκε «έθνος Μακεδνό» και το άλλο
οδηγούμενο από τους Ηρακλείδες
κατεβαίνει στην Πελοπόννησο και ονομάζεται «έθνος δωρικό». Αυτός είναι
λέει και ο λόγος που το έθνος αυτό ονομάζεται και με την ονομασία «έθνος δωρικόν τε και Μακεδονικόν».
3. ΑΝΟΔΟΣ,
ΠΑΡΑΚΜΗ ΚΑΙ ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΔΩΡΙΚΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ
ΑΝΟΔΟΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΩΡΙΕΙΣ
Ο
Πλάτωνας αναφέρει ότι όταν οι Ηρακλείδες
κατέλαβαν με τη βοήθεια των Δωριέων την Πελοπόννησο, βασιλιάς του Άργους έγινε
ο Τήμενος, της Μεσσήνης ο Κρεσφόντης και της Σπάρτης
ο Πρόκλης και Ευρυσθένης, ο λόγος που στη Σπάρτη
υπήρχαν μετά δυο βασιλιάδες, όλοι παιδιά
του Ηρακλή και καλύτεροι ως αρχηγοί από τους απογόνους του Πέλοπα. Ακολούθως οι
βασιλιάδες αυτοί ή οι τρεις Δωρικές πόλεις Σπάρτη, Μεσσήνη και Αργος έκαναν συνασπισμό με ηγέτιδα τη Σπάρτη για
την αντιμετώπιση των διαφόρων εχθρών τους.
«Βασιλιάς του Άργους έγινε ο Τήμενος, της
Μεσσήνης ο Κρεσφόντης και της Σπάρτης ο Πρόκλης και Ευρυσθένης…. Για την αντιμετώπιση αυτού του
κινδύνου, οι Δωριείς ένωσαν τις δυνάμεις τους, που ήταν μοιρασμένες στις τρεις
πόλεις τους κάτω από την εξουσία βασιλιάδων που ήταν αδέλφια, γιοι του Ηρακλή.
Ο στρατός αυτός ήταν ανώτερος από εκείνο που πολέμησε στην Τροία (υπονοεί του
Μενελάου και του Αγαμέμνονα). Πρώτα-πρώτα, όλοι θεωρούμε ότι οι γιοί του Ηρακλή
ήταν καλύτεροι αρχηγοί από τα εγγόνια του Πέλοπα. Τέλος, έλεγα ότι εκείνοι ήταν
Αχαιοί, που είχαν νικηθεί από τους Δωριείς.»… (Πλάτων Νόμοι Γ, 683 – 686)
Ο
Θουκυδίδης αναφέρει ότι μετά τα Τρωικά επειδή δεν υπήρχε πολιτική σταθερότητα
στα διάφορες αρχαίες γνωστές πόλεις δεν ήκμασε καμιά πλην της Σπάρτης, η οποία
επειδή επί 400 χρόνια και ίσως και περισσότερο πριν από τον Πελοποννησιακό
Πόλεμο είχαν πολιτική σταθερότητα,
μπόρεσαν και έγιναν ισχυροί και να ηγεμονεύουν των άλλων πόλεων, πρβ: «Διότι
επί τετρακόσια ήδη έτη προ του τέλους του παρόντος πολέμου, ίσως και ολίγον περισσότερον χρόνον, οι Λακεδαιμόνιοι
διατηρούν το ίδιον πολίτευμα, και αυτός είναι ο λόγος, ένεκα του οποίου έγιναν
ισχυροί και ημπόρεσαν να ρυθμίζουν και τα των άλλων πόλεων. Ολίγον χρόνον από την κατάλυσιν των
τυράννων εις την Ελλάδα, έγινε και η μάχη του Μαραθώνας μεταξύ Περσών και
Αθηναίων. Δέκα άλλωστε έτη μετά την μάχην αυτήν ο
βάρβαρος ήλθε πάλιν με τον μεγάλον στρατόν και στόλον του εναντίον
της Ελλάδος, διά να την υποδούλωση. Και ενώπιον του επικρεμασθέντος
μεγάλου κινδύνου, οι Λακεδαιμόνιοι, λόγω του ότι ήσαν το ισχυρότερον
ελληνικόν κράτος, ανέλαβαν την αρχηγίαν
των συμπολεμησάντων Ελλήνων» (Θουκυδίδης Α 18, μετάφραση
Ελ. Βενιζέλου)
Ο
Διόδωρος (Βίβλος 7, Αποσπάσματα 12) λέει ότι οι Λακεδαιμόνιοι, εφαρμόζοντας
τους νόμους του Λυκούργου από ασήμαντοι έγιναν οι δυνατότεροι των Ελλήνων και
διατήρησαν την ηγεμονία των Ελλήνων επί περισσότερα από 400 χρόνια.
(Περισσότερα βλέπε πιο κάτω)
ΠΕΡΣΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ - ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ
ΣΕ ΠΡΩΤΗ ΔΥΝΑΜΗ
Οι
αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν ότι μετά τη νίκη των Ελλήνων επί των Περσών, οι
Αθηναίοι και οι Λακεδαιμόνιοι αναδείχθηκαν δυο οι πιο ισχυρές δυνάμεις στην
Ελλάδα, των Αθηναίων στη θάλασσα και των
Λακεδαιμονίων στη ξηρά. Ωστόσο, επειδή η Αθήνα βγήκε υπερδύναμη από τους
Περσικούς πολέμους, η Σπάρτη ανησύχησε και κατόπιν αυτού χώρισαν τους Έλληνες
σε δυο στρατόπεδα, μαχόμενοι οι μεν τους δε (εννοεί τον Πελοποννησιακό πόλεμο)
για το ποιος θα έχει τα πρωτεία, πρβ:
«Και
ενώπιον του επικρεμασθέντος μεγάλου κινδύνου, οι
Λακεδαιμόνιοι, λόγω του ότι ήσαν το ισχυρότερον ελληνικόν κράτος, ανέλαβαν την αρχηγίαν
των συμπολεμησάντων Ελλήνων, και οι Αθηναίοι, αποφασίσαντες καθ' ον χρόνον επήρχοντο οι Πέρσαι να
εγκαταλείψουν την πόλιν και παραλαβόντες τα κινητά
των, επεβιβάσθησαν επί των πολεμικών πλοίων και
έγιναν ναυτικοί. Και αφού, διά του κοινού αγώνος, απέκρουσαν τους Πέρσας,
ολίγον χρόνον ύστερον οι Έλληνες, και όσοι είχαν
αποσείσει τον ζυγόν του βασιλέως, και όσοι είχαν
λάβει μέρος εις τον κοινόν κατ' αυτού αγώνα, διηρέθησαν, και άλλοι μεν ετάχθησαν με τους Αθηναίους,
άλλοι δε με τους Λακεδαιμονίους. Διότι τα δύο αυτά κράτη είχαν αναδειχθή ως τα ισχυρότερα, των μεν Αθηναίων επικρατούντων
κατά θάλασσαν, των δε Λακεδαιμονίων κατά ξηράν. Ο
εθνικός σύνδεσμος των Ελλήνων διετηρήθη ολίγον μόνον
καιρόν, έπειτα όμως περιελθόντες εις διενέξεις οι Λακεδαιμόνιοι και οι Αθηναίοι
επολέμησαν με τους συμμάχους των εναντίον αλλήλων,
και από τους άλλους Έλληνας, όσοι τυχόν περιήρχοντο
μεταξύ των εις έριδας, ετάσσοντο του λοιπού με τον
ένα ή τον άλλον εξ αυτών.» (Θουκυδίδης, Α. 18, μετάφραση Ελ. Βνειζέλου)
Η
διαμάχη μεταξύ Αθηναίων και Σπαρτιατών που δημιουργήθηκε μετά τα περσικά
κατέληξε με την επικράτηση της Σπάρτης, το 405 π.Χ.
στους Αιγός Ποταμούς και έτσι άπλωσε περισσότερο την ηγεμονία της στον Ελληνικό
κόσμο. Ωστόσο κάποιοι από τους σύμμαχους της Σπάρτης, όπως η Θήβα,
δυσανασχέτησε απέναντι στη συμπεριφορά της Σπάρτης και δεν άργησε να τα βάλει
τώρα εκείνη εναντίον των Σπαρτιατών. Ακολούθησε μια μακρά περίοδος αναστάτωσης
με πολλές πολεμικές εκστρατείες και συγκρούσεις ανάμεσα στη Σπάρτη και στο νέο
πρωταγωνιστή των Ελληνικών πραγμάτων, τη Θήβα, που είχαν ως αποτέλεσμα την
ηγεμονική συρρίκνωση της Σπάρτης και την επαναφορά των Αθηναίων στο προσκήνιο.
Της διαμάχης όμως αυτής τελικά επωφελήθηκε μια άλλη Ελληνική πόλη, η πόλη Πέλλα
της Μακεδονίας, η οποία από εκεί που ήταν μια άσημη πόλη σε μια από τις βόρειες
γωνιές της Ελλάδας έγινε μετά η πρώτη παγκόσμια δύναμη.
«Η
αληθεστάτη, πραγματικώς, αλλ'
ανομολόγητος αιτία (του Πελοποννησιακού Πολέμου, της διένεξις
μεταξύ Σπάρτης και Αθήνας) υπήρξε, νομίζω, η αυξανομένη δύναμις των Αθηνών, η
οποία επτόησε τους Λακεδαιμονίους και τους εξώθησεν εις πόλεμον» (Θουκυδίδης
Α 23, μετάφραση Ελ. Βενιζέλου)
Ο
Πλούταρχος, σχετικά με τους λόγους παρακμής και πτώσης των Λακεδαιμονίων,
αναφέρει τα εξής:
«καθώς σιγά-σιγά δεν γίνονταν τήρηση των νόμων ενέδυσαν κρυφά η
πλεονεξία και η φιλοπλουτία, ελαττώθηκε η δύναμής της
Σπάρτης, διότι οι σύμμαχοί της εξ αιτίας αυτών
αντιπαθούσαν του Λακεδαιμόνιους….
Έχοντας (οι Λακεδαιμόνιοι) περιφρονήσει τη νομοθεσία του Λυκούργου,
γνώρισαν την τυραννία από τους ίδιους τους συμπολίτες τους, χωρίς να διατηρούν
τίποτε πια από την πατροπαράδοτη πειθαρχία, και αφού έγιναν όμοιοι με τους άλλους,
κατέθεσαν την πρωτύτερη δόξα και παρρησία, έπεσαν στη δουλεία και είναι σήμερα
υπό τους Ρωμαίους, όπως και οι υπόλοιποι Έλληνες. (Πλούταρχος, Τα
παλιά επιτηδεύματα των Λακεδαιμονίων, 239 Γ)
Ο
Λυσίας («Επιτάφιος τοις Κορινθίοις βοηθείς), σχετικά με τα πράγματα στην Ελλάδα μετά τα
Περσικά, αναφέρει μετά λύπης του ότι
μετά τους Περσικούς πολέμους και εξαιτίας του ζήλου για τα γεγονότα και το
φθόνο για τα έργα, οι Έλληνες είχαν αλαζονική σκέψη και ο καθένας περίμενε
μικρή αφορμή για πόλεμο ενάντια του άλλου. Ειδικότερα μετά τα Περσικά, η Αθήνα
αφενός βάζει φόρο υποτέλειας στους Θηβαίους, επειδή είχαν μηδίσει, και αφετέρου
ως πρώτη δύναμη που είχε αναδειχθεί στη
θάλασσα ήθελε να ηγεμονεύσει των Ελλήνων αντί των Σπαρτιατών. Προ αυτού οι Σπαρτιάτες, που δεν ήθελαν να χάσουν τα πρωτεία, ζητούν από
τους Πέρσες και τους Θηβαίους να τους βοηθήσουν για να καταβάλουν τους
Αθηναίους. Οι Θηβαίοι (επειδή ήθελαν την ελευθερία τους) και οι Πέρσες (επειδή
αφενός ήθελαν να έρθουν και πάλι στο προσκήνιο και αφετέρου να ηττηθεί η Αθήνα
και έτσι να πάψει να έχει στην κηδεμονία τις μικρασιατικές πόλεις, που η Σπάρτη
τις παραχωρούσε στους Πέρσες ) δέχονται και οι Σπαρτιάτες καταβάλουν τους
Αθηναίους, ύστερα από μια μεγάλη σειρά εμφύλιων πολέμων, που πότε νικούσε ο
ένας και πότε ο άλλος. Αποφασιστική ήταν η σύγκρουση των δυο πόλεων στη
ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς το 405 π.Χ. που
κατέληξε με συντριβή του αθηναϊκού στόλου από τους Σπαρτιάτες και έτσι η Σπάρτη
έγινε στο εξής η μοναδική υπερδύναμη και ο
μοναδικός ηγεμόνας του αρχαίου γνωστού κόσμου.
Μετά οι Θηβαίοι, επειδή δεν είχαν τις απολαβές
που περίμεναν από τους συμμάχους τους Σπαρτιάτες ή σωστότερα επειδή πίστεψαν
ότι τώρα αυτοί μπορούσαν να γίνουν ηγεμόνες της Ελλάδας (λόγω και του ότι
υποστηρίζονταν και οικονομικά από τους Πέρσες), εγκαταλείπουν τους Σπαρτιάτες
και ζητούν τη συμμαχία των Αθηναίων εναντίον των Σπαρτιατών. Οι Αθηναίοι στην
αρχή το απέρριψαν, όμως μετά είτε γιατί ήθελαν να βγουν και πάλι στο προσκήνιο
είτε γιατί δωροδοκήθηκαν από τους Πέρσες, καθώς λέει ο Πλούταρχος, δέχθηκαν και
έτσι η Θήβα νικά τη Σπάρτη και γίνεται αυτή τώρα ο νέος ηγεμόνας των Ελλήνων
και του κόσμου. Ο Πλούταρχος, σχετικά με
τη δωροδοκία, αναφέρει τα εξής: «Καθώς το περσικό νόμισμα είχε χαραγμένους
τοξότες, όταν διέλυσε το στρατόπεδο, είπε ότι ο βασιλιάς τον έδιωχνε από την
Ασία με 30.000 τοξότες. Τόσοι ήταν οι χρυσοί δαρεικοί,
που στάλθηκαν στην Θήβα και μοιράστηκαν στους πολιτικούς αρχηγούς, για να
οδηγηθούν σε πόλεμο εναντίον των Σπαρτιατών. (Πλούταρχος, Αποφθέγματα Λακωνικά
40)
Στην
αρχή της περιόδου αυτής, 404 - 338 π.Χ., οι Θηβαίοι
είχαν πολλούς αγώνες ενάντια στους Σπαρτιάτες, αλλά πάντα νικούσαν οι Θηβαίοι.
Αποφασιστική ήταν η σύγκρουση των δύο πόλεων στα Λεύκτρα το 371 π.Χ., που κατέληξε σε συντριβή των Σπαρτιατών. Η σημαντική
νίκη των Θηβαίων οφείλονταν στη στρατηγική μεγαλοφυΐα του Επαμεινώνδα, που
εφάρμοσε με επιτυχία το σύστημα της λοξής φάλαγγας και την ανδρεία του Ιερού
Λόχου, που είχε οργανώσει και διοικούσε ο Πελοπίδας. Ωστόσο η Ηγεμονία Θήβας δεν κράτησε για πολύ,
μόνο για 9 χρόνια, γιατί τερματίστηκε με την ήττα των Θηβαίων και το θάνατο τού
Επαμεινώνδα στη μάχη της Μαντινείας το 362 π.Χ. Τότε οι Μακεδόνες με το Φίλιππο στράφηκαν
κατά των συνασπισμένων νοτίων Ελλήνων ( Σπαρτιατών, Αθηναίων, Μαντινέων, Ηλείων
και Αχαιών) ζητώντας να πάρουν αυτοί την ηγεμονία των Ελλήνων. Μετά τη νίκη
του, ο Φίλιππος πέρασε στην Πελοπόννησο, και έγινε δεκτός από όλες τις
πόλεις. Όταν έφθασε στη Σπάρτη, όπως
λέει ο Πλούταρχος (Λυκούργος), έγραψε στους Σπαρτιάτες πως ήθελαν να μπει στην
πόλη τους, ως φίλος ή ως εχθρός. Εκείνοι του απάντησαν ως «ουδέτερος». Ο Φίλιππος δεν προσπάθησε να
πάρει την πόλη δια της βίας και έφυγε. Και επειδή η εμφύλια διαμάχη των Ελλήνων
για τα πρωτεία, δυστυχώς, συνεχίστηκε μετά και στα μακεδονικά βασίλεια, τελικά
αναδείχθηκαν οι Ρωμαίοι και έτσι έγιναν αυτοί οι νέοι ηγεμόνες του κόσμου.
Συνεπώς οι εμφύλιες διαμάχες για τα πρωτεία αντί της ένωσης ήταν και τα αίτια
της πτώσης των Ελληνικών πόλεων κρατών.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΙΣΟΚΡΑΤΗ ΚΑΙ ΠΛΑΤΩΝΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ
Μετά τη νίκη των Ελλήνων επί των Περσών, η Σπάρτη
και η Αθήνα άρχισαν να διαμάχονταν μεταξύ τους για το ποια πόλη από τους δυο θα
ηγεμονεύει των Ελλήνων. Προ αυτών οι Αθηναίοι συγγραφείς Ισοκράτης και Πλάτωνας έλεγαν τα εξής (βλέπε εδώ σε νέα ελληνική από
τις εκδόσεις «Κάκτος») για τους Σπαρτιάτες απ΄ όπου
συνάγουμε πολλά σχετικά με το βίο και την καταγωγή των Λακεδαιμονίων:
«Καταρχάς, νομίζω, ότι πρέπει να σας
υπενθυμίσω (Σπαρτιάτες) με ποιο τρόπο κατακτήσετε τη Μεσσήνη και για ποιους
λόγους εγκατασταθήκατε στην Πελοπόννησο, τη στιγμή που είστε Δωρικής
καταγωγής…. Όταν ο Ηρακλής πέρασε στην άλλη ζωή και από θνητός έγινε θεός, στην
αρχή τα παιδιά του, λόγω της δύναμης των εχθρών του αναγκάστηκαν να
περιπλανώνται εδώ κι εκεί και να εκτίθενται σε πολλούς κινδύνους. Μετά το
θάνατο του Ευρυσθέα έζησαν κοντά στους Δωριείς. Η Τρίτη γενιά των απογόνων τους
πήγε στους Δελφούς, για να ζητήσει από το Μαντείο χρησμό για κάποια ζητήματα. Ο
θεός απάντησε στις ερωτήσεις που του έγιναν, αλλά τους διέταξε και να γυρίσουν
πίσω, στη γη των προγόνων τους. Μελέτησαν το χρησμό και βρήκαν πρώτα ότι το
Άργος είχε περιέλθει στην κατοχή τους με βάσει τη συγγένεια (γιατί μετά το
θάνατο του Ευρυσθέα ήταν οι μόνοι επιζώντες από το γένος των Περσειδών) και ότι η Λακεδαίμονα ανήκε επίσης σ’ αυτούς από
δωρεά (όταν ο Τυνδάρεως έχασε την εξουσία και αφού προηγουμένως ο Κάστωρ και ο
Πολυδεύκης έπαψαν να βρίσκονται ανάμεσα στους ανθρώπους, ο Ηρακλής εγκατάστησε
και πάλι στην εξουσία τον Τυνδάρεω, ο οποίος έδωσε τη Λακεδαίμονα ως ανταμοιβή
για την ευεργεσία που του προσέφερε και λόγω της συγγένειας του με τους γιους
του …… Ενώ είναι πολλές οι ευεργεσίες
που κάμαμε, εμείς οι Αθηναίοι και οι πρόγονοί μας, στην πόλη των Λακεδαιμονίων,
εγώ θέλησα να μιλήσω μόνο για τούτη. Πραγματικά χάρη στη σωτηρία που
προσφέραμε, οι απόγονοι των σημερινών βασιλιάδων της Λακεδαίμονος, οι απόγονοι
του Ηρακλή, κατέβηκαν στην Πελοπόννησο, κατέλαβαν το Άργος, τη Λακεδαίμονα και
τη Μεσσήνη, ίδρυσαν τη Σπάρτη»… (Ισοκράτης, Αρχίδαμος 16 – 19)
«Αντίθετα,
εκείνοι (οι Σπαρτιάτες), αφού κατέστρεψαν τις μεγαλύτερες και τις σπουδαιότερες
από κάθε άποψη πόλεις της Πελοποννήσου, οικειοποιήθηκαν τον πλούτο τους. Και
όμως, οι πόλεις αυτές, ακόμη κι αν δεν είχαν στο ενεργητικό τους μέχρι τότε
τίποτε σπουδαίο, άξιζαν να τύχουν πιο μεγάλης ευγνωμοσύνης εκ μέρους των
Ελλήνων για την εκστρατεία της Τροίας…. Η Μεσσήνη έστειλε το Νέστορα, τον πιο
σώφρονα άνθρωπο της εποχής του, η Λακεδαίμονα το Μενέλαο… Η πόλη του Άργους τον Αγαμέμνονα, ο οποίος
έκανε τι πιο πολλές, τις τόσες ωραίες και τόσο μεγάλες ωφέλειες για τους
Έλληνες… (Ισοκράτης Παναθηναϊκός 72-77)
«Οι
Λακεδαιμόνιοι δεν αρκέστηκαν να συμπεριφερθούν άσχημα απέναντι σ’ αυτές τις
πόλεις και σε τέτοιους άνδρες, αλλά στράφηκαν και εναντίον εκείνων που είχαν
κοινή καταγωγή με αυτούς και που συμμετείχαν στην κοινή εκστρατεία και
αντιμετώπισαν τους ίδιους κινδύνους, εννοώ τους Αργείους
και τους Μεσσηνίους..» (Παναθηναϊκός 91-94)
Από τότε που
οι Σπαρτιάτες πήγαν στην Πελοπόννησο δεν έκαναν τίποτε άλλο από το πώς θα
υποτάξουν όλη την Ελλάδα. (Παναθηναϊκός 98-99)
«Έχομε όμως
να κατακρίνουμε τους Λακεδαιμονίους και δια την εξής αιτία: ότι δηλαδή
αναγκάζουν τους γείτονάς των να γίνονται είλωτες της πόλεώς των, ενώ δια το κοινόν συμφέρον των συμμάχων των δεν φροντίζουν να
επιτύχουν κάτι παρόμοιο. Και όμως έχουν όλη την δυνατότητα να διαλύσουν την
εχθρότητα μαζί μας και να αναγκάσουν όλους τους βαρβάρους να γίνουν περίοικοι
όλης της Ελλάδος». (Ισοκράτης Πανηγυρικός 131)
«Ως προς τους
άλλους διαψεύστηκε, αφού συμφώνησαν στην παράδοση, συνήψαν συνθήκες και ορκίστηκαν
οι Κορίνθιοι, οι Αργείοι και οι Βοιωτοί και οι άλλοι
σύμμαχοι, ότι θα παρέδιδαν τους Έλληνες της ηπείρου, αν τους έδιναν χρήματα ο
βασιλιάς (των Περσών). Μόνοι εμείς δεν τολμήσαμε ούτε Έλληνες να παραδώσουμε ούτε όρκους
(προδοσίας ή υποταγής) να κάνουμε. Γιατί είναι τόσο ευγενικό, ελεύθερο και
σταθερό το φρόνημα της πόλης μας και φυσικά εχθρική προς τους βάρβαρους, επειδή
είμαστε γνήσιοι Έλληνες και ανόθευτοι από τους βάρβαρους. Άλλωστε δε
συγκατοικούν με μας ούτε Πέλοπες, ούτε Κάδμοι ούτε
Δαναοί, ούτε Αιγύπτιοι αλλά βάσει του νόμου Έλληνες και χωρίς βαρβαρικές
προσμείξεις, γεγονός από το οποίο δημιουργήθηκε στην πόλη μας το μίσος για τις
ξένες φυλές…». (Πλάτων, Μενέξενος, 245c-d)
Επομένως και
σύμφωνα με τους ως άνω Αθηναίους συγγραφείς, οι Λακεδαιμόνιοι ή Σπαρτιάτες:
Α) Ήσαν αχάριστοι, γιατί ενώ οι Αθηναίοι
τους βοήθησαν, αυτοί δεν το αναγνώρισαν ποτέ,
Β) Δεν ήσαν καλοί Έλληνες, αφού
κατέλαβαν τους Αχαιούς της Πελοποννήσου που ήσαν και αυτοί Έλληνες και
οικειοποιήθηκαν τον πολιτισμό τους, Γ) Δεν είναι καθαρόαιμοι Έλληνες, αφού
είχαν αναμειχθεί και με τους Δαναούς και Πέλοπες που ήσαν βαρβαρικής καταγωγής,
Δ) Δεν είχαν καμιά συνεισφορά στον πολιτισμό, απλώς καπηλεύτηκαν το πολιτισμό
της Αχαϊκής Σπάρτης. Μόνο η Αχαϊκή
Σπάρτη υμνείται λέει από τους Έλληνες, γιατί συμμετείχε στον Τρωικό πόλεμο, στο
πόλεμο εκείνο που οι Έλληνες νίκησαν τους βάρβαρους και έκτοτε πρόκοψε η
Ελλάδα. Ε) Πρέπει να κατακριθούν για το
ότι έχουν κάνει είλωτες τους Έλληνες γείτονές τους, ενώ πρέπει να ενωθούν με
τους υπόλοιπους Έλληνες, ώστε να αναγκάσουν όλους τους βάρβαρους να γίνουν
εκείνοι περίοικοι των Ελλήνων.
Φυσικά κάποια
από τα παραπάνω αναφερόμενα γεγονότα
είναι πραγματικά (όπως η κάθοδος των
Ηρακλειδών, η καταγωγή των Καδμείων και Δαναών από Αίγυπτο κ.α.) και άλλα παραποιημένα, υπερβολές για σοβινιστικούς
και πολιτικούς λόγους, αφού:
Α) Ο ίδιος
ο Ισοκράτης λέει ότι χάρη της βοήθειας των Αθηναίων, οι απόγονοι
των σημερινών βασιλιάδων της Λακεδαίμωνος, οι απόγονοι του Ηρακλή, κατέβηκαν
στην Πελοπόννησο, κατέλαβαν το Άργος, τη Λακεδαιμόνα και τη Μεσσήνη και ίδρυσαν
τη Σπάρτη, άρα η Δωρική Σπάρτη είναι κατά
βάση Αθηναϊκό δημιούργημα, που επειδή μετά δεν υπάκουε στην Αθήνα, οι Αθηναίοι
το κατηγορούσαν.
Β) Ο ίδιος
ο Ισοκράτης και ο ίδιος ο Πλάτωνας λένε
ότι οι Ηρακλείδες δεν υποδούλωσαν κανένα
λαό, αλλά απλά επέστρεψαν από την εξορία «στη γη των προγόνων τους» και πήραν και πάλι το θρόνο που τους ανήκε με
τη βοήθεια των Δωριέων., που ήταν εξόριστοι Αχαιοί, πρβ: «Στη διάρκεια
όμως των δέκα χρόνων της πολιορκίας της Τροίας, στην πατρίδα κάθε επιτιθέμενου
τα πράγματα χειροτέρεψαν οι νεότεροι επαναστάτησαν και δεν αποδέχτηκαν όπως έπρεπε τους στρατιώτες,
όταν επέστρεψαν στον τόπο τους. Ακολούθησαν αμέτρητοι φόνοι, σφαγές και
εξορίες. Όσοι διώχτηκαν, ξαναγύρισαν αργότερα με άλλο όνομα. Τώρα λέγονταν Δωριείς αντί Αχαιοί, γιατί
εκείνος που τους συγκέντρωσε στην εξορία κατάγονταν από τη Δωρίδα. (Δωριείς
αντ’ Αχαιών κληθέντες, δια το τον συλλέξαντα είναι
τότες φυγάς Δωριά). Πλήρης περιγραφή αυτών που έγιναν
τότε υπάρχει στους μύθους και στην ιστορία των Σπαρτιατών..» (Πλάτων
Νόμοι Γ, 682, e)
Γ) Ο
Ισοκράτης και ο Πλάτωνας εδώ δείχνουν μονομέρεια και σωβινισμό, αφού από τη μια
δεν κατακρίνουν τους Αθηναίους που είχαν
κάνει δούλους άλλους Αθηναίους (αυτούς που ο Κλεισθένης έκανε την καλούμενη
«σεισάχθεια») και από την άλλη κατακρίνουν τους Σπαρτιάτες επειδή είχαν είλωτες,
που είναι στην ουσία το αυτό πράγμα. Συνάμα ο Ισοκράτης λέει να ενωθούν οι Σπαρτιάτες με τους Αθηναίους
προκειμένου να κάνουν τους βάρβαρους περίοικους, κάτι που δεν είναι ανθρωπιστική
θέση. Το σωστό είναι ότι οι Αθηναίοι με τους Σπαρτιάτες έπρεπε να ενωθούν
αφενός για να πάψει η μεταξύ τους εμφύλια διαμάχη και αφετέρου για να αντιμετωπίσουν
τους βάρβαρους.
Δ) Ο λόγος για
τον οποίο ο Πλάτωνας και ο Ισοκράτης κατηγορούν
τους Σπαρτιάτες είναι κατά βάση από φθόνο, επειδή ήθελαν να ηγεμονεύσουν
των Ελλήνων όχι οι Σπαρτιάτες, αλλά οι Αθηναίοι.
Παράβαλε επίσης
ότι ο Αθηναίος ρήτορας Ισοκράτης έλεγε
ότι η Αθήνα είναι η πόλη του πνεύματος, η πόλη που ανέπτυξε τη σκέψη, τη σοφία,
τις επιστήμες και συνεπώς, αν θα ηγεμονεύει των Ελλήνων, θα κερδίσουν όλοι οι Έλληνες. Αντίθετα η Σπάρτη, έλεγε, είναι η πόλη που
ανέπτυξε το σώμα, τη στρατιωτική δύναμη, το στρατό και συνεπώς, αν θα
ηγεμονεύει των Ελλήνων, δεν
πρόκειται να κερδίσει κανένας άλλος
Έλληνας. Και αυτό, γιατί όταν κάποιος σκέφτεται σωστά δεν επωφελείται μόνο
αυτός, αλλά και όλοι οι άλλοι, αρκεί να
το θέλουν. Αντίθετα ακόμη και αν διπλασιάσουν οι αθλητές την προσπάθειά τους,
οι υπόλοιποι άνθρωποι, όπως βλέπουμε, δεν πρόκειται να έχουν κανένα
όφελος. Ωστόσο η αλήθεια είναι κάπου στη
μέση: «Νους υγιείς εν σώματι υγιές».
Ιππείς, Μουσείο Σπάρτης |
«Και, ειλικρινά, στην πόλη σας, φίλοι
Λακεδαιμόνιοι, πρέπει κανείς να αναγνωρίσει το εξής: Κανείς, πλούσιος ή φτωχός,
απλός πολίτης ή βασιλιάς, δεν έχει ιδιαίτερες διακρίσεις ή ξεχωριστή εκπαίδευση
πέρα από εκείνη που όρισε στην αρχή ο νομοθέτης σας με τη βοήθεια κάποιου θεού… (Πλάτων Νόμοι Γ, 696, β)
|
Η αχαϊκή Σπάρτη είχε καθεστώς το ίδιο με την Ιωνική Αθήνα, κάτι που άλλαξε
όταν κατέλαβαν τη Σπάρτη οι Ηρακλείδες με τους Δωριείς. Η δωρική Σπάρτη ήταν
μια πόλη αντίθετη σε κοινωνική φιλοσοφία από την Ιωνική Αθήνα. Η δωρική Σπάρτη,
αν και είχε και μάλιστα δυο βασιλιάδες ταυτόχρονα, είχε κοινοκτημοσύνη (κάτι ως
τα κουμμουνιστικά καθεστώτα σήμερα) και προωθούσε την καλλιέργεια του σώματος,
των αρετών και της στρατιωτικής ζωής. Αντίθετα η ιωνική Αθήνα, που άλλοτε είχε
βασιλιά και άλλοτε δημοκρατία, είχε κερδοσκοπία (χρηματαγορά, κάτι ως τα
καπιταλιστικά καθεστώτα σήμερα) και προωθούσε την καλλιέργεια του πνεύματος,
των επιστημών και της ελεύθερη ζωής. Πιο απλά, στη Δωρική
Σπάρτη υπήρχε κομμουνισμός με κοινά συσσίτια, κοινοί κοιτώνες κλπ. Απλώς κάθε Σπαρτιάτης είχε κάποιο μέρος γης, που με ευθύνη του
έδιδε να το καλλιεργούν ή να βόσκουν εκεί κοπάδια οι περίοικοι (βλέπε
πιο κάτω).
Στην ιστορία και τον πολιτισμό της Δωρικής Σπάρτης έχει μείνει ο
στρατιωτικός τρόπος ζωής των κατοίκων της, η αυστηρότητα των ηθών και εθίμων
και η λιτότητα της καθημερινότητας, η σκληραγωγία, η ανδρεία, η αλληλεγγύη και
η φιλοπατρία. Ο Σπαρτιάτης, από της γεννήσεώς του μέχρι και τη στιγμή του θανάτου,
ήταν ταγμένος να υπηρετεί την Πολιτεία. Με γνώμονα αυτή την αρχή, η αγωγή την οποία
λάμβανε αποσκοπούσε στην προετοιμασία του γι' αυτόν το σκοπό.
Ο Ξενοφώντας (Λακεδαιμονίων Πολιτεία), σχετικά με
τα καθεστώτα, τα ήθη και τα έθιμα στην αρχαία Ελλάδα, αναφέρει τα εξής: Οι
Έλληνες τρέφουν τα κορίτσια με όσο το δυνατόν πιο μετρημένη τροφή και λιγότερα
καρυκεύματα και από τον οίνο απέχουν ή το πίνουν νερωμένο (εξ ου και κρασί
= η ανάμειξη οίνου με νερό). Όπως οι τεχνίτες ζουν καθιστική ζωή έτσι και τα
κορίτσια. Οι Έλληνες απαιτούν να κάνουν καθιστική ζωή τα κορίτσια τους, να
είναι φρόνιμα και να υφαίνουν. Στη Σπάρτη τα θηλυκά γυμνάζονται εξίσου με τα
αρσενικά. Οι άνδρες με νόμο πρέπει να παντρεύονται στο καιρό της σωματικής
ακμής. Παράλληλα ένας μεγάλος και πλούσιος ή καλλιεργημένος άνδρας που θέλει να
κάνει παιδιά με άλλη γυναίκα άλλου άντρα και ήθελε αυτός ο άντρας επιτρεπόταν
με νόμο. Οι Έλληνες αφότου τα παιδιά τους αρχίζουν να καταλαβαίνουν, τους
επιβάλουν δούλους και παιδαγωγούς και τα στέλνουν στους δασκάλους, για να
μάθουν γράμματα, μουσική και γυμναστική. Επιπλέον κάνουν τα πόδια των παιδιών τους τρυφερά, φορώντας
τους παπούτσια και αποχαυνώνουν το σώμα
τους, αλλάζοντας συνέχεια ρούχα. Στη Σπάρτη υπάρχει ένας άνδρας παιδονόμος,
αντί κάθε γονέας χωριστά, ο οποίος συγκεντρώνει τα παιδιά, τα επιβλέπει, και τα
τιμωρεί αν κάνουν αταξίες. Στα παιδιά δε φορούν παπούτσια (οι μεγάλοι φορούσαν),
σκληραγωγώντας τα με ανυποδησία. Φορούν ένα ρούχο όλο
το χρόνο, ώστε να προσαρμόζονται στο κρύο και στη ζέστη. Η τροφή τους είναι
λιτή. Κάθε νέος λαμβάνει τόση τροφή, ώστε να μη βαραίνει από την πολυφαγία.
Έτσι, λόγω στέρησης, τα παιδιά γίνονται πιο επινοητικά στο να βρίσκουν
συμπλήρωμα τροφής και στον πόλεμο να μην έχουν προβλήματα. Όταν ο παιδονόμος
απουσιάζει κάθε γέροντας που παρευρίσκεται εκεί κάνει κουμάντο στα παιδιά. Στη
Σπάρτη απαγορεύεται η αλαζονεία, η μέθη,
οι αισχρές πράξεις ή τα αισχρά λόγια, οι κολακείες και η παιδεραστία. Η κλοπή επιτρέπεται, όμως να μη σε πιάσουν.
Υπάρχουν κοινά συσσίτια, αθλητικοί αγώνες γυμνικοί, χοροί κ.τ.λ. Στις άλλες
πόλεις κάθε πολίτης είναι και κύριος των παιδιών , των δούλων και της περιουσίας
του. Στη Σπάρτη καθένας είναι κύριος των δικών του παιδιών και των ξένων. Δεν
υπάρχει ατομικός πλούτος. Όλοι υπακούν στους άρχοντες και τους νόμους. Στη
Σπάρτη απαγορευόταν επίσης κάποιος να μείνει άγαμος ή χωρίς παιδιά ή αν έμενε
πλήρωνε φόρο. Φόρο πλήρωνε και αν καθυστερούσε να παντρευτεί. Επίσης επιτρεπόταν
κάποιος να πάει και με άλλη γυναίκα προκειμένου να αποκτήσει παιδιά, αν η δική
του δεν μπορούσε να κάνει.Οι Σπαρτιάτες που έφθαναν
στην ανδρική ηλικία εκλέγονταν για τα μεγαλύτερα δημόσια αξιώματα. Αντίθετα
στις υπόλοιπες Ελληνικές πόλεις, οι
άνδρες μετά τη στρατιωτική τους θητεία ιδιώτευαν και η πολιτεία ούτε νοιαζόταν για τη φυσική τους κατάσταση ούτε
και για τη σωματική τους ευρωστία, ενώ τους επιστράτευαν όποτε ήθελαν.
Σύμφωνα επίσης ότι με τους αρχαίους συγγραφείς:
Α) Κάθε Σπαρτιάτης πολίτης ανήκε σε μια 15μελή ομάδα που ονομάζονταν
«συσκηνία ή συσσίτιον». Ως τα τριάντα
τους χρόνια τα μέλη των συσκηνιών ζούσαν μαζί σε ιδιαίτερα οικήματα που
ονομάζονταν ανδρεία ή συσσίτια και έτρωγαν μαζί σε ιδιαίτερους χώρους που
ονομάζονταν συσσίτια ή φιδίτια. Μετά τα τριάντα χρόνια κοιμόνταν το βράδυ στο
σπίτι τους, αλλά περνούσαν και πάλι την ημέρα και έτρωγαν με τους συντρόφους
της συσκηνίας. Στα γεύματα των συσκηνιών καλούνταν συχνά και οι νέοι κάτω των
είκοσι ετών, που δεν είχαν ολοκληρώσει το στάδιο της αγωγής και δεν είχαν ακόμη
πολιτικά δικαιώματα, γιατί η επαφή τους με τους μεγαλύτερους θεωρούνταν
αποτελεσματικό μέσο για τη συμπλήρωση της πολιτικής τους αγωγής. Μετά τη
συμπλήρωση του εβδόμου έτους της ηλικίας και ως το τέλος της ζωής τους, οι
Σπαρτιάτες ανήκαν στην πόλη και όχι στην οικογένειά τους.
Β) Στην κοινή τράπεζα έπρεπε ο
κάθε Σπαρτιάτης να δώσει ίση ποσότητα
τροφίμων με τους υπολοίπους .Τα αγαθά αυτά τα παραλάμβανε και τα διαχειριζόταν
η πολιτεία.
Γ) Το πιο χαρακτηριστικό φαγητό των Σπαρτιατών ήταν ο μέλανας ζωμός (ήταν
κάτι ως η φασολάδα στο σημερινό Ελληνικό
στρατό ή η μακαρονάδα στο ιταλικό). Αποτελούνταν ο ζωμός αυτός από χοιρινό ή
μοσχαρίσιο κρέας βρασμένα κυρίως με το αίμα του. Προσθέτανε ξύδι και
αλάτι. Αυτά τα κοινά δείπνα λέγονταν συσσίτια
ή φειδίτια ή ανδρεία. Έπρεπε σ’ αυτά να παραβρεθούν όλοι χωρίς να έχουν
γευματίσει πριν.
Δ) Τρόφιμοι λέγονταν τα παιδιά από άλλες Ελληνικές πόλεις που κατοικούσαν στη Σπάρτη. Λάμβαναν την ίδια
αγωγή με τα Σπαρτιατόπουλα.
Ε) Ίρενες ή Είρενες λέγονταν τα Σπαρτιατόπουλα που έφταναν τα 20 χρόνια
και συμπλήρωναν την εκπαίδευσή τους, ήταν κάτι ως σήμερα οι απόφοιτοι της Σχολής
Ευελπίδων.
ΣΤ) Αγέλες και βούες λέγονταν οι ομάδες στις οποίες εκπαιδεύονταν τα παιδιά
των Σπαρτιατών. Από τη στιγμή της έναρξης της αγωγής, με τη συμπλήρωση του 7ου έτους της ηλικίας και μέχρι
την ολοκλήρωση της στο 20ο έτος, οι Σπαρτιάτες ανήκαν σε δυο τύπου
ομάδων: οι πρώτες ονομάζονταν βούαι, που αποτελούνταν από συνομηλίκους και αρχηγοί τους ήταν οι βουαγοί. Οι δεύτερες
λέγονταν ίλαι, και σχηματίζονταν από αγόρια διαφόρων ηλικιών. Ο αρχηγός της
ίλης λέγονταν πρωτείρας ή είρην, δηλαδή άρρενας από δεκαέξι έως είκοσι ετών. Οι
βούες κάλυπταν κυρίως την πνευματική και σωματική αγωγή των νέων, ενώ οι ίλες
λειτουργούσαν περισσότερο ως συγκροτημένες ομάδες, προπαρασκευαστικές της πολεμικής
τέχνης και πειθαρχίας.
ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΚΕΣ
ΑΡΕΤΕΣ
«Η Σπάρτη, που έκανε μια ζωή όχι πόλης, αλλά ενός ανθρώπου φιλόσοφου
και ασκητή και, ακόμα, καθώς λέγουν οι ποιητές για τον Ηρακλή πως έχοντας ένα
ξύλο κι ένα δέρμα περιτριγύριζε την οικουμένη τιμωρώντας τους παράνομους κι
άγριους τυράννους, έτσι κι αυτή κυβερνώντας την Ελλάδα (που εκούσια δεχόταν την
εξουσία της) με μια σκυτάλη και έναν τρίβωνα, κατέλυε τις άδικες εξουσίες και
τα τυραννικά πολιτεύματα, έκρινε για τους πολέμους, έπαυε τις στάσεις πολλές
φορές δίχως να κινήσει ούτε μια ασπίδα αλλά στέλνοντας έναν πρεσβευτή της, στον
οποίον όλοι αμέσως έκαναν ότι του πρόσταζε, τρέχοντας όλοι σαν τις μέλισσες
όταν φαινόταν ο αρχηγός και μπαίνοντας σε τάξη. Τόση ευνομία και τάξη υπήρχε
στην πόλη. (Πλούταρχος, Λυκούργος, 30)
«Γι αυτό και έλεγαν και
σκέφτονταν σαν κι αυτά που διηγούνται για τη Γοργώ, τη γυναίκα του Λεωνίδα: όταν
κάποια, καθώς φαίνεται, της είπε: «Μονάχα σεις οι Σπαρτιάτισσες εξουσιάζεται
τους άντρες» και κείνη απάντησε: «Γιατί εμείς μονάχα γεννάμε άνδρες»
(Πλούταρχος, Λυκούργος 14)
Ένας Λάκων που ρωτήθηκε τι ξέρει να κάνει, απάντησε: «Να είμαι ελεύθερος».
Κάποτε βλέποντας κάποιος σε ζωγραφικό πίνακα Λάκωνες να σφαγιάζονται
από Αθηναίους, είπε: «Ανδρείοι είναι οι Αθηναίοι» και ο Λάκων συμπλήρωσε: «Στον
πίνακα».
Κάποιος επαινούσε τους Αργείους ως αρίστους μαχητές και ένας Λάκων
είπε: Ναι, στην Τροία.
Κάποιος Λάκων, που ρωτήθηκε γιατί έχει τόσο μακριά γενειάδα, απάντησε:
Για να βλέπω τις άσπρες τρίχες μου και να μην κάνω τίποτα ανάξιό τους.
Όταν ο Φίλιππος ο Μακεδών έφτασε έξωθι της Λακωνίας ρώτησε κάποιους
Λάκωνες τι από τα δυο θέλουν, να μπει ως φίλος ή να μπει ως εχθρός και αυτοί απάντησαν:
Ούτε το ένα ούτε και το άλλο
(αντεφώνησαν «ουδέτερον»).
Ένα Σπαρτιατόπουλο είχε εκτεθεί προς πώληση και, όταν κάποιος αγοραστής
του είπε: «Αν σε αγοράσω, θα είσαι χρήσιμος;», απάντησε «Ακόμη και αν δεν με αγοράσεις».
Ένας αιχμάλωτος Σπαρτιάτης που είχε εκτεθεί προς πώληση και καθώς ο κήρυκας
έλεγε πως πουλάει ανδράποδο, είπε: Καταραμένε, γιατί δεν λες αιχμάλωτος?
Ένας ηλικιωμένος πάει στην Ολυμπία να παρακολουθήσει τους Ολυμπιακούς
αγώνες. Μόλις μπαίνει στο στάδιο κοιτάζει να βρει άδειο κάθισμα να καθίσει,
όμως δεν βλέπει πουθενά. Μπρος σ’ αυτό πάει εκεί που κάθονται τα παιδιά μήπως
φιλοτιμηθεί και σηκωθεί κάποιο και καθίσει . Περνά από τα Αθηναιόπουλα, τίποτε.
Περνά από άλλα τίποτε…. Στο τέλος φτάνει στα Σπαρτιατόπουλα, τα οποία μόλις τον βλέπουν σηκώνονται όλα με μιας, για
να καθίσει. Ο γέρος μπρος σ’ αυτό και ενώ τα Αθηναιόπουλα χειροκροτούσαν για
την καλή πράξη των Σπαρτιατόπουλων, ο ηλικιωμένος αναφωνεί: Μόνο στη Σπάρτη
ωφελεί κάποιος να γερνάει. Αλίμονο, τι συμφορά. Όλοι οι Έλληνες ξέρουν το καλό
όμως μόνο οι Λακεδαιμόνιοι το εφαρμόζουν. ( Πλούταρχος, Αποφθέγματα Λακωνικά)
Ο Πλούταρχος, σχετικά με τη γλώσσα, τη μουσική και την ποίηση των Λακεδαιμονίων, αναφέρει:
«Δίδασκαν ακόμη (οι Σπαρτιάτες)
τα παιδιά να χρησιμοποιούν ένα λόγο τσουχτερό, ανάμεικτο με κάποια χάρη και
γεμάτο νοήματα μέσα στη βραχυλογία του. Γιατί, καθώς είπα, ο Λυκούργος έκανε το
σιδερένιο νόμισμα να έχει μικρή αξία παρά το μεγάλο βάρος του, ενώ το νόμισμα
του λόγου το έκανε αντίθετα να έχει, παρά το απλό και λιτό ύφος του, πολλή και
πλούσια σκέψη, δίνοντας στα παιδιά τη δυνατότητα, με την πολύ άσκηση στη σιωπή,
να δίνουν αποφθεγματικές απαντήσεις. Γιατί καθώς το σπέρμα των ακόλαστων είναι
συνήθως άγονο και άκαρπο, έτσι και η λογοδιάρροια κάνει το λόγο κενό και
ανόητο…………………… Και ο ίδιος ο Λυκούργος φαίνεται πως ήταν βραχύλογος και
αποφθεγματικός, αν πρέπει να το συμπεράνουμε αυτό από ό,τι σώθηκε από τα λόγια
του, π.χ. από ό,τι είπε σε κείνον που ζητούσε να φέρει δημοκρατία στην πόλη:
«Ας φέρεις πρώτα εσύ στο σπίτι σου τη δημοκρατία» Ή σε κείνον που τον ρώτησε
γιατί όρισε τόσες μικρές και φθηνές θυσίες: Για να μην πάψουμε ποτέ να τιμούμε
το θεό» (Πλούταρχος, Λυκούργος, 19)
Αλλά και η μουσική καλλιέργεια και τα τραγούδια τους απασχολούσαν όσο
και η άμιλλα στη σαφήνεια του λόγου. Η μουσική είχε κάτι που ξεσήκωνε το θυμικό
και προκαλούσε ορμή και ενθουσιασμό γεμάτο δράση, κατ τα λόγια ήταν αφελή και
απλά, για τα πράγματα σοβαρά και ηθοπλαστικά.
Γιατί συνήθως ήταν οι έπαινε που ευδαιμόνιζαν όσους έπεσαν για τη
Σπάρτη, και κατηγορίες για όσους δείλιασαν, για την πικρή και τη δυστυχισμένη
ζωή που ζούσαν, και υπόσχεση ή διαβεβαίωση για την αρετή, ανάλογα με την ηλικία
τους.
Από τα τραγούδια αυτά καλό είναι να δώσουμε ένα δείγμα: καθώς στις γιορτές
σχηματίζονταν τρεις χοροί αντίστοιχα στις τρεις ηλικίες, άρχιζε το τραγούδι ο χορός
των γερόντων: αμμές ποκ’ ήμες άλκιμοι νεανίαι (= ήμαστε κάποτε άλκιμοι νέοι).
Ο χορός των ανδρών απαντούσε κι έλεγε: αμμές δε γ’ ειμές, αι δε λης, πειραν
λαβέ. (= ‘Είμαστε εμείς τώρα, αν θες, δοκίμασε)
Και τρίτος ο χορός των παιδιών: αμμές δε γ’ εσσόμεσθα πολλώ κάρρωνες (=
Κι εμείς θα γίνουμε πολύ καλύτεροι)
Και γενικά, αν κάποιος εξέταζε τα λακωνικά ποιήματα, μερικά από τα
οποία σώζονται ακόμη στα χρόνια μας, και τους ρυθμούς των εμβατηρίων τους, που
τους χρησιμοποιούσαν βαδίζοντας με αυλό ενάντιο στους εχθρούς, θα σχημάτιζε τη
γνώμη πως και ο Τέρπανδρος και ο Πίνδαρος καλά είδαν σ’ αυτά συνδυασμένη την ανδρεία
με τη μουσική. Γιατί ο Τέρπανδρος έγραψε για τους Λακεδαιμονίους: Όπου η αιχμή
των νέων θάλλει και η γλυκιά μούσα και η πλατύδρομη δικαιοσύνη.
Ο Πίνδαρος είπε: «Όπου οι βουλές των γερόντων και των νέων ανδρών αριστεύουν
οι αιχμές και οι χοροί και η Μούσα και η Αγλαία». (Πλούταρχος, Λυκούργος, 21)
Η Πολιτεία των Λακεδαιμονίων επί
δωρικής περιόδου περιλάμβανε τα εξής όργανα:
Α) Οι βασιλείς ή
αρχαγέται
Στη Σπάρτη μετά την κάθοδο των Ηρακλειδών με τους Δωριείς υπήρχαν ταυτόχρονα
δυο βασιλιάδες (και δυο βασιλικές οικογένειες) από τους οποίους ο ένας, το οποίον όριζαν οι έφοροι,
συνόδευε ως αρχιστράτηγος το στρατό κατά τις εκστρατείες του και ο άλλος έμεινε
στην πόλη, ώστε η Σπάρτη να μη μένει ποτέ από βασιλιά. Ωστόσο δεν ήταν αυτός ο λόγος για τον οποίο
στη Σπάρτη υπήρχαν δυο βασιλιάδες. Η
πραγματική αιτία γι αυτό, όπως θα δούμε πιο κάτω, ήταν το ότι όταν οι Ηρακλείδες με τους
Δωριείς κατέλαβαν τη Λακωνία, αρχηγοί ήταν οι δίδυμοι αδελφοί Πρόκλης και
Ευρυσθένης, οι οποίοι μετά από χρησμό ή για να μη μαλώσουν μεταξύ τους, ανέλαβαν εναλλάξ τη βασιλεία. Ακολούθως από
αυτούς δημιουργήθηκαν δυο βασιλικές οικογένειες και ο ένας βασιλιάς έμενε στη
Σπάρτη και ο άλλος γίνονταν αρχιστράτηγος, πρβ:
«κατελθόντων δε Ἡρακλειδών επι Τισαμενου του Ὀρέστου βασιλεύοντος, Μεσσήνη μεν και Άργος εκατέρα μοίρα Τήμενον, η δε Κρεσφόντην έσχεν άρχοντας: εν Λακεδαίμονι δε όντων διδύμων τών Αριστοδήμου παίδων οικίαι δύο βασίλειαι γίνονται: συναρέσαι γαρ την Πυθίᾳ φασίν» (Παυσανίας, Λακωνικά, Ι,
5-6). Οι βασιλιάδες της Σπάρτης ήταν αφενός οι αρχιερείς (του Δία) και
αφετέρου οι αρχηγοί της πολιτείας ή του κράτους και συγκεκριμένα είχαν τα εξής
καθήκοντα: τελούσαν τις θυσίες, εκδίκαζαν τις οικογενειακού δικαίου δίκες, ηγούντο τού στρατόύ ως αρχιστράτηγοι,
προέδρευαν της Γερουσίας με δικαίωμα ψήφου, προέδρευαν των μεγάλων αγώνων κ.α.
Η βασιλεία της Σπάρτης, όπως και στις άλλες πόλεις, είχε κληρονομικό χαρακτήρα,
σε αντίθεση προς τη γερουσία, η οποία αναδεικνυόταν από το λαό.
Δαμοσία, δηλαδή δημοσία λέγονταν η σκηνή των βασιλιάδων της Σπάρτης και από
τον 5ο αι. π.Χ. και εξής δυο έφοροι συνόδευαν τους βασιλιάδες (στην
ουσία τους αρχιστράτηγους) στις εκστρατείες
και ουσιαστικά επιτηρούσαν το έργο τους, ενώ οι
«Σκιρίτες» (οι Σπαρτιάτες από τη Σκιρίτισα Χώρα της Αρκαδίας) υπηρετούσαν
ως φρουρά του βασιλιά. (Περισσότερα για τους βασιλιάδες της Σπάρτης βλέπε πιο
κάτω.)
Β Η Γερουσία
(στην Κρήτη ονομάζονταν Βουλή γερόντων)
Η Γερουσία στη Σπάρτη αποτελούνταν από 28 μέλη και τους δυο βασιλιάδες
και ήταν κατάλοιπο της παλιάς αριστοκρατικής βουλής. Στην παλιά αριστοκρατική βουλή μέλη ήσαν οι αντιπρόσωποι μεγάλων οίκων. Αντίθετα τα μέλη της Σπαρτιατικής Γερουσίας
ήταν πολίτες άνω των 60 ετών, των οποίων η εκλογή στο ισόβιο αυτό αξίωμα
αποτελούσε είδος επιβράβευσης για το σύνολο του έργου τους και της προσφοράς
τους, γιατί, όπως παραδίδει ο Αριστοτέλης, «αθλον γαρ η αρχή αύτη της αρετής
έστιν». Δηλαδή τα μέλη της Γερουσίας επιλέγονταν με γνώμονα την ηθική τους
αρετή και την προσφορά. ΟΙ γερουσιαστές συνεδρίαζαν στο καλούμενο Βουλευτήριο
και εκλεγόταν πλειοψηφικά και διά βοής στην Απέλλα. Η αρμοδιότητά τους
συνίστατο στην επιλογή των θεμάτων εκείνων, τα οποία θα συζητούσε η εκκλησία
του δήμου, γνωστότερη ως Απέλλα.
Γ) Οι 5 Έφοροι
(στην Κρήτη ονομάζονταν «κόσμοι» και ήσαν 10)
Οι Έφοροι ήσαν απλοί πολίτες που εκλέγονταν στο αξίωμα αυτό για ένα χρόνο
από την Απέλλα και ο προϊστάμενος
(άρχοντάς) τους ήταν και ο "επώνυμος" της πόλεως πού έδινε το όνομά
του στο έτος. Δική τους αρμοδιότητα ήταν η εποπτεία για την τήρηση των νόμων,
την ομαλή λειτουργία της διοίκησης, την αγωγή των νέων, τη συμπεριφορά των
πολιτών και αρχόντων, τη διαχείριση του δημόσιου χρήματος. Σταδιακά απέκτησαν
μεγάλη δύναμη και κατά τους κλασσικούς χρόνους ήταν ουσιαστικά οι ρυθμιστές του
πολιτεύματος, του νομοθετικού έργου και της εξωτερικής πολιτικής. Πιο απλά, οι
έφοροι ήσαν άρχοντες ετήσιοι οι οποίοι εκλέγονταν από το σύνολο των πολιτών. Είχαν
νομοθετικές και δικαιοδότικές αρμοδιότητες, που με την πάροδο των ετών
ενισχύθηκαν, ώστε έκαναν έλεγχο ακόμη και στους βασιλείς. Είχαν την ανώτατη
εποπτεία της Αγοράς, όπου βρισκόταν το εφορείο. Ο πρώτος από τους εφόρους ήταν
ο επώνυμος άρχοντας τους έτους. Οι έφοροι συγκαλούσαν και διοικούσαν την Απέλλα
και τη Γερουσία και παράλληλα δίκαζαν με τη Γερουσία τις φονικές δίκες. Είχαν δικαιώματα, μέχρι θανάτου όχι μόνο επί
των περιοίκων και ειλώτων (των οποίων τα μέλη, αν έδειχναν τάση αποστασίας,
εξολοθρεύονταν διά της καλούμενης
«κρυπτείας»), αλλά και επί των βασιλέων. Σύμφωνα μάλιστα με τον Ξενοφώντα, οι
έφοροι δε σηκώνονταν όταν περνούσε ο βασιλιάς και δυο από αυτούς επιτηρούσαν το έργο του και αν έκριναν ότι
δεν εκτελούσε το έργο του σωστά τον παρέπεμπαν σε δίκη.
Δ) Η Απέλλα (η εκκλησία τού δήμου)
Η Απέλλα αποτελούνταν απ' όλους τους πολίτες άνω των 30 ετών. Συνεδρίαζε
κάθε πανσέληνο στην ύπαιθρο και προέδρευαν
οι βασιλιάδες. Απεφάσιζαν περί πολέμου και ειρήνης, σπονδών, εξωτερικής
πολιτικής και απελευθερώσεως ειλώτων. Όριζαν τον αρχηγό κάθε στρατιάς, εξέλεγαν
τούς γέροντες, εφόρους και παιδονόμους και εψήφιζαν τούς νόμους. Η Απέλλα
οφείλει την ονομασία της στον Απέλλωνα Απόλλωνα.
Ε) Η Ναυαρχία
Έργο της ήταν η ναυπήγηση
πολεμικών πλοίων, η επάνδρωση και εκπαίδευση πληρωμάτων και η αρχηγία
κατά τις ναυτικές ή αποβατικές επιχειρήσεις. Ο Ναύαρχος ήταν υπόλογος μόνο
στους Εφόρους.
Σημειώνεται ότι οι Σπαρτιάτες δεν είχαν μόνο στρατό, είχαν και ναυτικό.
Απλώς στο ναυτικό οι Σπαρτιάτες ήταν κατώτεροι των Αθηναίων. Μάλιστα στη ναυμαχία
της Σαλαμίνας αρχηγός του στόλου των Ελλήνων ήταν Σπαρτιάτης.
Στη Αχαϊκή Σπάρτη οι κοινωνικές τάξεις ήσαν όπως και στην Αθήνα, δηλαδή
οι τάξεις των γεωργών, των εμπόρων, των τεχνητών, κλπ Αντίθετα στη Δωρική
Σπάρτη δεν υπήρχαν κοινωνικές τάξεις,. Ειδικότερα στη δωρική Σπάρτη οι κάτοικοι
διακρίνονταν σε όμοιους, είλωτες και περίοικοι.
Α) Οι όμοιοι
Οι Σπαρτιάτες πολίτες καλούνταν με την ονομασία «όμοιοι», επειδή ήθελαν
μ’ αυτό να δείξουν ότι είναι όλοι ίδιοι, με ίδιες υποχρεώσεις και με ίδια
δικαιώματα απέναντι της πολιτείας (στο
φαγητό, στο στρατό, στην αγωγή κ.τ.λ., κάτι ως σήμερα με την ονομασία
«κομουνιστές». Οι βασικές υποχρεώσει των όμοιων ήταν να πληρώνουν τις συνδρομές
τους για το συσσίτιο και να είναι ικανοί πολεμιστές. Οι όμοιοι ήσαν όλοι
μόνιμοι στρατιωτικοί και ως εξ αυτού τις γεωργικές, κτηνοτροφικές κλπ εργασίες
τις έδιδαν και έκαναν οι άλλοι Έλληνες που βρίσκονταν κοντά στη Σπάρτη έναντι
αμοιβής ή μεριδίου. Πιο σωστά, ο κάθε Σπαρτιάτης είχε κάποιο μέρος γης το οποίο με ευθύνη του έδιδε να καλλιεργούν ή να βόσκουν εκεί κοπάδια οι περίοικοι και από εκεί να παίρνει ένα
εισόδημα.Στις άλλες Ελληνικές πόλεις λέει ο Ξενοφών, υπάρχουν κερδοσκοπικά
επαγγέλματα, όπως: έμποροι, πλοίαρχοι, γεωργοί, τεχνίτες, μουσικοί κ.τ.λ. Στη Σπάρτη δεν υπάρχει καιροσκοπισμός, αλλά
ασχολίες που να εξασφαλίζουν την ελευθερία
της πόλης, όπως ιππείς και οπλίτες. Ο γυναικείος πληθυσμός της Σπάρτης,
αν και γυμνάζονταν και αυτός εξ ίσου με τους άνδρες, αποκλειόταν από το
στρατιωτικό λειτούργημα, επειδή οι νόμοι της πόλεως προσδιόριζαν ως βασικό
καθήκον τους τη γέννηση υγιών τέκνων και η φροντίδα του σπιτιού.
Β) Οι περίοικοι
και οι είλωτες
Οι περίοικοι, όπως φανερώνει και η ετυμολογία της λέξης (περίοικοι = οι
πέριξ, οι τριγύρω από την πόλη, εννοείται της Σπάρτης), ήσαν
οι κάτοικοι από τις τριγύρω πόλεις που είχαν αναλάβει, βοηθούμενοι από
τους είλωτες και κατόπιν έγκρισης των Σπαρτιατών, την κτηνοτροφία, τη γεωργία
και γενικά όλα τα χειρονακτικά επαγγέλματα,
το εμπόριο και την αλιεία της Σπάρτης, λαμβάνοντας κάποιο ποσοστό από την
παραγωγή.
Οι περίοικοι ήσαν ελεύθεροι και αυτόνομοι, όμως όσο αφορούσε την ασφάλεια
της Σπάρτης εκεί ίσχυαν, όπως ήταν επόμενο,
οι Σπαρτιατικοί νόμοι.
Στη Σπάρτη δεν υπήρχαν δούλοι, όπως υπήρχαν στις άλλες πόλεις, επειδή
στην πόλη αυτή αφενός όλοι οι πολίτες θεωρούνταν ίσοι και όμοιοι μεταξύ τους
και αφετέρου θεωρούσαν ότι είναι ανεπίτρεπτο να υπάρχουν άνθρωποι που να
στερούνται την ελευθερία τους.
Οι είλωτες ήσαν οι συλλαμβανόμενοι στον πόλεμο ή άλλως οι αιχμάλωτοι
πολέμου («τους αλισκομένους είλωτας κελευομένους άδειν»., Πλούταρχος, Λυκούργος
28), οι οποίοι αντί να φονευθούν γινόταν δούλοι, υπόδουλοι.. Συνεπώς οι είλωτες ήσαν μη ελεύθεροι άνθρωποι, άρα κάτι εντελώς διαφορετικό από τους περίοικους,
αλλά και από τους απλούς «δούλους». Απλά επειδή οι υπόδουλοι (είλωτες) και οι
δούλοι έχουν αφεντικά ή επειδή οι είλωτες κάνουν και εργασίες ως οι δούλοι,
πολλοί τους μπερδεύουν. Οι δούλοι έχουν αφεντικά τους ιδιώτες και οι είλωτες (υπόδουλοι) το κράτος.
Η ετυμολογία της λέξης «είλως, είλωτος» είναι από το ρήμα «αλίσκομαι – έαλων»,
απ΄ όπου και «άλωσις».
Ο Θουκυδίδης, σχετικά με τους
είλωτες. αναφέρει ότι οι περισσότεροι
από τους είλωτες ήσαν απόγονοι των παλαιών Μεσσηνίων, οι οποίοι είχαν
υποδουλωθεί κατά τον πρώτον Μεσσηνιακό πόλεμο και ως εκ τούτου είλωτες
ονομάσθηκαν όλοι Μεσσήνιοι , πρβ: «Οι
Θάσιοι, εξ άλλου, ηττηθέντες και πολιορκούμενοι, επεκαλέσθησαν τους
Λακεδαιμόνίους και τους παρεκάλουν επιμόνως να τους βοηθήσουν εισβάλλοντες εις
την Αττικήν. Οι Λακεδαιμόνιοι υπεσχέθησαν την βοήθειαν αυτήν κρυφά από τους Αθηναίους,
και ητοιμάζοντο να την δώσουν, ημποδίσθησαν όμως από τον συμβάντα σεισμόν, κατά
τον οποίον οι Είλωτες, μαζί με τους περιοίκους της Θουρίας και Αιθαίης,
επανεστάτησαν εναντίον των και κατέλαβαν την Ιθώμην. Πλείστοι από τους Είλωτας
ήσαν απόγονοι των παλαιών Μεσσηνίων, οι οποίοι είχαν υποδουλωθή κατά τον πρώτον
Μεσσηνιακόν πόλεμον, και ως εκ τούτου ωνομάσθησαν όλοι Μεσσήνιοι. (Θουκυδίδης,
Ιστοριών 1, 101 μετάφραση Ελευθερίου Βενιζέλου).
Ο Παυσανίας, σχετικά με τους είλωτες, αναφέρει ότι στη Λακωνία υπήρχε η
πόλη ‘Ελος, την οποία αφενός αναφέρει ο Όμηρος και αφετέρου πρώτη κατέλαβαν οι
Ηρακλείδες και έκαναν του κατοίκους της δούλους και αυτοί πρώτοι ονομάστηκαν
είλωτες (δηλαδή ο Παυσανίας θεωρεί ότι η ονομασία είλωτες προήλθε από την πόλη «Έλος», κάτι που είναι ικασία του Παυσανία, άρα μπορεί να μην
είναι και σωστή), πρβ: «επι
θαλάσσῃ πόλισμα
Έλος ην, ου δη και Όμηρος εμνημόνευκεν εν καταλόγῳ Λακεδαιμονίων: οι τ' άρ'
Αμύκλας ειχον Έλος τ' έφαλον πτολίεθρον. (Ομ. Ιλ. 2.584). τουτο ωκισε μεν Έλιος
νεώτατος τών Περσέως παίδων, Δωριείς δε παρεστήσαντο ύστερον πολιορκία, και πρώτοι τε εγένοντο
ουτοι Λακεδαιμόνίων δούλοι του κοινού και είλωτες εκλήθησαν πρώτοι, καθάπερ γε
και ήσαν: τό δε οικετικόν τό επικτηθεν ύστερον, Δωριείς Μεσσηνίους όντας,
ονομασθήναι και τούτους εξενίκησεν είλωτας, καθότι και Έλληνας το σύμπαν γένος
από τής εν Θεσσαλία ποτε
καλουμένης Ελλάδος. [εκ τούτου δη του Έλους ξοανον Κορης τής Δήμητρος εν
ημέραις ρηταίς
ανάγουσιν ες το Ελευσίνιον.
πεντεκαίδεκα δε του Ελευσινίου
σταδίους αφέστηκε Λαπίθαιον καλούμενον από ανδρος εγχωρίου Λαπίθου: τουτο τε
ούν το Λαπίθαιον εστιν εν τω Ταϋγέτῳ και ου πορρω Δέρειον,
ένθα Αρτέμιδος άγαλμα εν υπαίθρῳ Δερεάτιδος, και πηγη παρ' αυτω ην Άνονον
ονομάζουσι. μετα δε το Δέρειον σταδίους προελθοντι ως είκοσιν έστιν Άρπλεια καθήκοντα άχρι του
πεδίου. (Παυσανία Λακωνικά, ΧΧ 6-7)
Ο Παυσανίας αναφέρει επίσης ότι οι Μεσσήνιοι κατελήφθησαν από τους Ηρακλείδες
δυο γενιές μετά τα Τρωικά, πρβ: διαπόλεμηθέντος δε του προς Ίλιον
πολέμου και Νέστορος ως επανήλθεν
οίκαδε
τελευτήσαντος, Δωριέων στολος και η κάθοδος Ἡρακλειδών
γενομένη δύο γενεαίς ύστερον εξέβαλε
τοὺς Νηλέως απόγονους εκ τής Μεσσηνίας. καί μοι ταυτα εγένετο ἤδη τω
λογῳ προσθήκη τω ες Τισαμενον: πλην τοσονδε έτι
δηλώσω. Τημένῳ τών Δωριέων Άργος εφέντων
έχειν, Κρεσφοντης
γήν σφας ᾔτει την Μεσσηνίαν ατε
και αυτος. (Παυσανία Μεσσηνιακά,
3 - 4),
Σημειώνεται επίσης ότι:
1) Στην αρχαία Σπάρτη: «μόθαξ» λέγονταν το νόθο παιδί ενός Σπαρτιάτη και μιας ειλώτισας ή το παιδί
μιας ειλώτισσας κι ενός Σπαρτιάτη. Τα
παιδιά αυτά αποκτούσαν ίσα πολιτικά δικαιώματα με τους Σπαρτιάτες, αν ακολουθούσαν
τη Σπαρτιατική αγωγή. «Νεοδαιμώδης»
λεγόταν ο είλωτας ή ο μοθαξ που μόλις είχε συμπληρώσει την αγωγή του και
συμπεριλαμβανόταν στο δήμο της Σπάρτης. Υπομειοντες ή απλά μείωνες = λέγονταν
οσοι εκ των Σπαρτιατών (ομοίων), έχαναν το δικαίωμα να ονομάζονται πολίτες.
Αυτό συνέβαινε σε όσους δείλιαζαν στη μάχη ή λιποτακτούσαν ή αιχμαλωτίζονταν ή
δεν μπορούσαν να πληρώσουν τις οφειλές τους προς το ταμείο της Σπάρτης ή το
συσσίτιο. Καιάδας λέγονταν ένας γκρεμός
στον οποίο λέγεται ότι οι Σπαρτιάτες πετούσαν τα βρέφη που είχαν κάποιο σωματικό
πρόβλημα, κάτι που σήμερα καυτηριάζεται..
2) Ο Αριστοτέλης, σχετικά με τους δούλους, τους είλωτες και τους περίοικους,
αναφέρει τα εξής (μετάφραση από τις εκδόσεις «Κάκτος»):
«Οι Κρήτες επέτρεψαν ελεύθερα
στους δούλους τα πάντα, εκτός από δυο πράγματα, την εκγύμναση και την κατοχή
όπλων. Αν λοιπόν εκείνοι οι υποστηρικτές της πολιτείας του Σωκράτη θεσπίσουν
ό,τι ισχύει και στις υπόλοιπες πόλεις, τοτε πώς θα ισχύει κοινοκτημοσύνη?
….(Αριστοτέλης Πολιτικών Β, 1264α,15)
«Για παράδειγμα στη Θεσσαλία, πολλές
φορές οι πενέστες επαναστάτησαν κατά των
Θεσσαλών, όπως κατά των Σπαρτιατών οι είλωτες (που καραδοκούν την ευκαιρία να
γίνει κάποιο ατύχημα στην πόλη). Στους Κρητικούς δε συνέβη ακόμη κάτι παρόμοιο.
Ίσως το φαινόμενο να οφείλεται στο ότι από τις γειτονικές πόλεις, αν και πόλεμούν μεταξύ τους, καμία δε συμμαχεί με
τους επαναστάτες, αφού δεν τις συμφέρει, μια κι εκείνες έχουν υποδούλους τους
περιοίκους. Αντίθετα οι γείτονες των Σπαρτιατών είχαν εχθρικές διαθέσεις
απέναντί τους, όπως οι Αργείοι, οι Μεσήνιοι και οι Αρκάδες. Οι Θεσσαλοί από την
αρχή αντιμετώπιζαν επαναστάσεις, επειδή πολεμούσαν λαούς που έμεναν κοντά στα
σύνορά τους, όπως τους Αχαιούς, τους Περραιβούς και τους Μάγνητες. …. (Αριστοτέλης
Πολιτικών Β, 1269 β,10)
«Η Κρητική νομοθεσία έχει πολλές
ομοιότητες με τη Σπαρτιατική. Στη Σπάρτη τη γη καλλιεργούν είλωτες, στην Κρήτη
οι περίοικοι, και στις δυο χώρες όμως εφαρμόζονται τα συσσίτια, και παλιά οι
Λάκωνες τα αποκαλούσαν όχι «φιδίτια», αλλά «ανδρεία», όπως οι Κρήτες. Από τούτο
συμπεραίνουμε ότι από εκεί προέρχεται το σύστημα..» (Αριστοτέλους Πολιτικά
Β 1271 - 1272 α – b 10)
3) Από τα λεγόμενα του Ηροδότου, του Ξενοφώντα και του Ισοκράτη, σχετικά
με τις πολεμικές επιχειρήσεις κατά τα Περσικά και τον Πελοποννησιακό πόλεμο,
φαίνεται ότι:
Α) Οι περίοικοι δεν ανήκαν στις κοινωνικές τάξεις των Σπαρτιατών παρά μόνο
οι είλωτες και οι όμοιοι, πρβ: «οι δε Έλληνες, αφού μοιράσθηκαν τα λάφυρα εις
τας Πλαταιάς, έθαπταν του δικούς των νεκρούς χωριστά η κάθε πόλη. Και οι Λακεδαιμόνιοι
έκαμαν τρεις τάφους. Στον έναν έθαψαν τους Ιρένας, στον άλλο τους λοιπούς Σπαρτιάτες
και στον άλλον τους είλωτες. (Ηρόδοτος Θ, 85)
Β) Οι είλωτες δεν είχαν ούτε πολιτικά δικαιώματα ούτε και ελευθερία,
επειδή ήσαν αιχμάλωτοι πολέμου ή στάσεων.
Απλώς, αν ήθελαν να γίνουν και αυτοί όμοιοι (εξ ου και ο Σπαρτιατικός
όρος «όμοιοι») με τους άλλους Σπαρτιάτες, έπρεπε να καταταγούν στο Σπαρτιατικό
στρατό και εκεί να αποδείξουν ότι υπερασπίζοντα τα συμφέροντα της Σπάρτης. Στο Σπαρτιατικό στρατό μπορούσαν να
καταταγούν όλοι οι Μεσσήνιοι και γενικά
όλοι οι είλωτες και αν εκεί, καθώς λέει ο Ξενοφώντας («Ελληνικά» 6.5.28) και ο
Ηρόδοτος (Ιστοριών Ζ, 58) πόλεμούσαν για
τους σκοπούς της Σπάρτης ή αν έδειχναν στο πεδίο της μάχης γενναιότητα,
ανακηρύσσονταν «νεοδαμώδη» (= όμοιοι ή ελεύθεροι, «δύναται δε το νεοδαμώδες
ελεύθερον ήδη είναι», Ηρόδοτος Ζ, 58). Διαφορετικά μετά το τέλος της στράτευσής
τους επέστρεφαν και πάλι στη Μεσσηνία και Λακωνία όπου έκαναν τους αγρότες και
τα άλλα χειρονακτικά έργα. Από τα
λεγόμενα του Ηροδότου και του Ξενοφώντα φαίνεται ότι πάρα πολλοί από τους Μεσσήνιους
- είλωτες δούλευαν σκληρά ή ανδραγαθούσαν στο Σπαρτιατικό στρατό προκειμένου να
εξισωθούν με τους Σπαρτιάτες, κάτι που φαίνεται από το ότι πάρα πολλοί
νεοδαμώδεις αναφέρονται στις πολεμικές επιχειρήσεις των Σπαρτιατών, πρβ: «Κατά
την ημέραν εκείνην, το αριστερον μεν αυτών κέρας απετέλεσαν οι Σκιρίται, οι
οποίοι μόνοι μεταξύ των Λακεδαιμονίων έχουν ανέκαθεν το προνομιον της θέσεως
ταύτης. Πλησίον αυτών ετάχθησαν οι στρατιώται που είχαν υπηρετήσει εις την
Χαλκιδικήν με τον Βρασίδαν και με αυτούς μερικοί νεοδαμώδεις (είλωτες προσφάτως
αποκτήσαντες τον τίτλον του ελευθέρου πολίτου). Μετ' αυτούς ετάχθησαν κατά
σειράν οι διάφοροι λόχοι αυτών των Λακεδαιμονίων, και πλησίον αυτών οι Ηραιείς
εκ της Αρκαδίας και μετ' αυτούς οι Μαινάλιοι».. (Θουκυδίδης Ε, 67, μετάφραση
Ελευθερίου Βενιζέλου).
«το μεν δεξιό κέρας είχαν 10.000 Λακεδαιμόνιοι, εκ τούτων δε τους
5.000, που ήσαν Σπαρτιάτες, βοηθούσαν 35.000 ψιλοί εκ των ειλώτων, τεταγμένοι 7 για
κάθε Σπαρτιάτη. (Ηρόδοτος Θ, 28)
Ο Ξενοφώντας (Αγησίλαος 1) αναφέρει επίσης ότι ο Αγησίλαος έλεγε ότι αν
του έδιδαν 30 Σπαρτιάτες, 2.000 νεοδαμώδης και ένα σύνταγμα συμμαχικού στρατού
με 6.000 άνδρες θα μπορούσε να περάσει άνετα στην Ασία.
Γ) Οι είλωτες μπορούσαν να καταταγούν στο Σπαρτιατικό στρατό είτε ως οπλίτες
είτε ως ψιλοί είτε ως ναύτες, προκειμένου να γίνουν όμοιοι με τους Σπαρτιάτες,
δηλαδή ελεύθεροι πολίτες. Ο Ξενοφώντας
λέει επίσης ότι οι είλωτες διορίζονταν ενίοτε και ως αρμοστές στους συμμάχους,
πρβ:
«Οι άρχοντες πάλι αποφάσισαν να ανακοινώσουν στους είλωτες ότι, αν κάποιοι
θέλουν να πάρουν όπλα και να καταταγούν, θα πάρουν διαβεβαίωση πως θα γίνουν
ελεύθεροι όσοι πολεμήσουν μαζί με τους πολίτες. Και στην αρχή έλεγαν ότι
καταγράφηκαν περισσότεροι από 6.000 , που προκαλούσαν φόβο, έτσι όπως ήσαν
παραταγμένοι και φαίνονταν πάρα πολλοί (Ξενοφώντας Ελληνικά Γ, V, 28 – 30)
«Ωστόσο ενώ οι Σπαρτιάτες έκριναν τους είλωτες άξιους να διορίζονται αρμοστές,
για τους συμμάχους που ήταν ελεύθεροι, αποδειχθήκαν δεσπότες, αφού νίκησαν…»
(Ξενοφώντας Ελληνικά Γ, V, 12-15)
«Αν συμμαχήσουμε με τους Λακεδαιμόνιους, οι Λακεδαιμόνιοι είναι φανερό
ότι θα στείλουν βέβαια τριήραρχους, ίσως
και στρατιώτες, οι ναύτες όμως των πλοίων θα είναι είλωτες ή μισθοφόροι
(Ξενοφώντας, Ελληνικά Ζ, Ι 12)
«Και οι μεν Λακεδαιμόνιοι απέστειλαν εξακοσίους περίπου οπλίτας, εκλέξαντες
προς τούτο τους αρίστους Είλωτας και Νεοδαμώδεις (απελεύθερους Είλωτας), υπό
την αρχηγίαν του Σπαρτιάτου Εκκρίτου, οι δε Βοιωτοί τριακοσίους οπλίτας, υπο
την αρχηγίαν των Θηβαίων Ξένωνος και Νίκωνος και του Θεσπιέως Ηγησάνδρου.
(Θουκυδίδης Ζ, 19, μετάφραση Ελευθερίου Βενιζέλου)
«Εκ των εκτός της Σικελίας Ελλήνων, συνεπολέμησαν οι Λακεδαιμόνιοι,
πέμψαντες Σπαρτιάτην αρχιστράτηγον και στρατιώτας, μόνο νεοδαμώδεις που είχαν απελευθερωθεί και Είλωτας, οι Λευκάδιοι, οι Αμπρακιώται και
οι Κορίνθιοι, λογω κοινοτητος καταγωγής, οι τελευταίοι, άλλωστε, μόνοι εξ όλων
των άλλων, διά της αποστολής στόλου συγχρόνως και στρατού, εκ της Αρκαδίας,
μισθοφόροι αποσταλέντες υπό των Κορινθίων, οι Σικυώνιοι, στρατολογηθέντες δι'
υποχρεωτικής θητείας, και εκ των έξω της Πελοποννήσου οι Βοιωτοί. (Θουκυδίδης
Ζ, 58, μετάφραση Ελευθερίου Βενιζέλου)
4) Πολλοί λένε ότι οι Σπαρτιάτες δεν ασχολούνταν με τις χειρονακτικές εργασίες
και τα κερδοφόρα επαγγέλματα (του γεωργού, υποδηματοποιού κ.τ.λ.), επειδή είχαν
αριστοκρατική αντίληψη, δηλαδή επειδή τα θεωρούσαν ως βάναυσα ή επειδή
θεωρούνταν ότι παρεμποδίζουν την ανάπτυξη της προσωπικότητας κ.τ.λ.. Ωστόσο
αυτό δεν είναι αληθές γιατί: α) Οι Σπαρτιάτες δεν ασχολούνταν με αυτές τις
εργασίες, επειδή ήσαν κάτι ως σήμερα οι μόνιμοι αξιωματικοί και στρατιώτες, β)
Αυτή την αντίληψη την έχουν ή μπορεί να τη σκεφτούν μόνο όσοι έχουν πλούτο,
όπως συνέβαινε με πολλούς Αθηναίους). Άλλωστε οι είλωτες ανήκαν στο κράτος και
όχι στους ιδιώτες πλούσιους, όπως συμβαίνει με τους δούλους. Οι Σπαρτιάτες ήσαν
οι μόνοι στον αρχαίο κόσμο που δεν είχαν δούλους, άρα στους Σπαρτιάτες δεν
υπήρχε το πνεύμα της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
(Οι μυστικές υπηρεσίες της Σπάρτης)
«Κρυπτεία» στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει η κρυφή, άρα μυστική (εννοείται
υπηρεσία) και «ξενηλασία» = η απέλαση των ξένων, άρα η «κρυπτεία» και η «ξενηλασία»
δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ό,τι είναι
σήμερα οι λεγόμενες μυστικές υπηρεσίες των κρατών και οι απελάσεις των
ξένων για κατασκοπευτικούς και άλλους λόγους.
Όπως φαίνεται από τα αρχαία
κείμενα, ο θεσμός της λεγομένης «κρυπτείας» προέβλεπε να παρακολουθούνται κρυφά
οι είλωτες και οι περίοικοι είτε για τυχών εξεγέρσεις είτε για τυχόν
κατασκοπεία και προδοσία στρατιωτικών μυστικών στους εχθρούς. Όποιος από τους
είλωτες ή τους περίοικους κρινόταν ότι κατασκόπευε ή μπορούσε να προδώσει στρατιωτικά μυστικά στους εχθρούς
θανατώνονταν εν κρυπτώ. Ο θεσμός της λεγόμενης "ξενηλασίας" προέβλεπε ότι κανένας ξένος δεν επιτρεπόταν
να εγκατασταθεί και να ζήσει στην πόλη για διάστημα αρκετό ώστε να
κατασκοπεύσει, να εντοπίσει στρατηγικά σημεία και να καταμετρήσει τη δύναμη κρούσης
που αυτή διέθετε. Οι εν λόγω θεσμοί
αναπτύχθηκαν στη Σπάρτη, επειδή η πόλη αυτή ήταν επί της ουσίας μια απομονωμένη
πόλη. Και αυτό όχι τόσο γιατί δεν ήθελε
να μαθαίνουν οι άλλοι τα στρατιωτικά της μυστικά, αλλά γιατί δεν μπορούσε
να ακολουθήσει την αγορά των άλλων πόλεων, από τη στιγμή που δεν επιτρεπόταν η
κατοχή νομισμάτων και πολύτιμων μετάλλων από τους Σπαρτιάτες. Όταν σε ένα
κράτος δεν περνά το χρήμα, άρα ένας ξένος δεν έρχεται εκεί ούτε και από αυτό το
κράτος φεύγει πολίτης να πάει αλλού.
Ο Πλούταρχος αφήνει να εννοηθεί ότι δυο πράγματα ήταν άδικα στη Σπάρτη,
οι είλωτες και η καλούμενη «κρυπτεία», τουλάχιστον ως είχαν τελευταία. Σχετικά
μ’ αυτά ο Πλούταρχος λέει: «Στα πιο πάνω δεν υπάρχει
ίχνος αδικίας ή εγωισμού, καθώς κατηγορούν μερικοί τους νόμους του Λυκούργου,
ότι δηλαδή είναι μεν αρκετά ανδρείοι, αλλά ελάχιστα άδικα. Όσο για τη λεγομένη
«κρυπτεία», αν πάντως είναι κι αυτή ένα από τα έργα του Λυκούργου, καθώς έχει
πει ο Αριστοτέλης, αυτή θα προκάλεσε και στον Πλάτωνα την πιο πάνω κρίση για το
Σπαρτιατικό πολίτευμα και το Λυκούργο προσωπικά. Ήταν αυτή περίπου: οι
επικεφαλής των νέων έστελναν κάθε τόσο τους πιο έξυπνους στην ύπαιθρο, κάθε
φορά σε άλλο μέρος, οπλισμένους με εγχειρίδια και εφοδιασμένους με την
απαραίτητη τροφή και τίποτε άλλο. Κι αυτοί την ημέρα σκορπίζονταν σε κρυφούς
τόπους, όπου κρύβονταν και αναπαύονταν, τη νύχτα, όμως, κατέβαιναν στους
δρόμους κι όποιον από τους είλωτες τον έπιναν, τον έσφαζαν. Πολλές φορές
πήγαιναν και στα χωράφια, όπου σκότωναν τους πιο δυνατούς και γερούς από
αυτούς, ο Θουκυδίδης αναφέρει ένα παρόμοιο περιστατικό στα Πελοποννησιακά του,
δηλαδή ότι οι Σπαρτιάτες ξεχώρισαν τους πιο γενναίους και τους άφησαν να
στεφανωθούν, γιατί τάχα είχαν αποκτήσει την ελευθερία τους, και να πάνε στα
ιερά των θεών, ύστερα όμως Από λίγο αυτοί εξαφανίστηκαν (πάνω Από δυο χιλιάδες
ψυχές) χωρίς να μπορεί κανείς να πει ούτε τότε ούτε αργότερα με ποιο τρόπο
χάθηκαν. Ο Αριστοτέλης μάλιστα γράφει πως και οι έφοροι όταν έρθουν για πρώτη
φορά στην αρχή, κηρύσσουν τον πόλεμο στους είλωτες, κι έτσι νομιμοποιείται ο
αφανισμός τους. Αλλά και γενικότερα φέρονταν σ’ αυτούς βάναυσα και σκληρά: τους
ανάγκαζαν να πίνουν πολύ δυνατό κρασί και ύστερα τους οδηγούσαν στα συσσίτια
για να δείξουν στους νέους τι κακό πράγμα είναι το μεθύσι, τους διέταζαν να
τραγουδούν τραγούδια και να χορεύουν χορούς γελοίους και καταγέλαστους, τους στερούσαν
κάθε εκδήλωση ελευθέρων ανθρώπων. Γι αυτο λέγουν πως, όταν αργότερα, στον καιρο
της εκστρατείας των Θηβαίων στη Λακωνική, έλεγαν στους αιχμαλωτιζομενους
είλωτες να τραγουδούν τα Τραγούδια του Τερπάνδρου, του Αλκμάνα και του Λάκωνα
Σπένδονα, εκείνοι παρακαλούσαν να τους απαλλάξουν από αυτή την υποχρέωση, γιατί
δεν το ήθελαν οι αφένδες τους. Οσοι, λοιπόν, έλεγαν ότι στη Σπάρτη ο ελεύθερος
είναι ελεύθερος και ο δούλος δούλος, σωστά διαπιστώθηκε η διαφορά. Πάντως
νομίζω πως οι σκληρότητες αυτού του είδους αναπτύχθηκαν στους Σπαρτιάτες
αργότερα, ιδιαίτερα μετά το μεγάλο σεισμό, όπου οι είλωτες καθώς λέγουν,
πολέμησαν στο πλευρό των Μεσσηνίων και προξένησαν τεράστιες συμφορές στη χώρα,
οδηγώντας την πόλη στον έσχατο κίνδυνο. Γιατί εγώ τουλάχιστον δε θα μπορούσα να
αποδώσω στο Λυκούργο το τόσο μιαρό έργο της κρυπτείας, αν κρίνω το χαρακτήρα
του από ολη την άλλη πραότητα και δικαιοσύνη, για την οποία μίλησε και ο Θεός.
(Πλούταρχος, Λυκούργος, 28)
Σημειώνεται
ότι:
1) Η ζωή στην αρχαία Σπάρτη δεν ήταν παράδεισος, ήταν όμως κατά πολύ
πιο καλή από όλες τις άλλες περιοχές. Σαφώς στη Σπάρτη υπήρχαν οι είλωτες και ήταν
κάτι το άδικο. Ωστόσο στις άλλες πόλεις (Αθήνα, Ρώμη κ.α.) για το ίδιο θέμα
γίνονταν χειρότερα πράγματα. Σαφώς εκεί δεν υπήρχαν είλωτες γιατί οι πόλεις αυτές
είτε φόνευαν είτε εξανδραπόδιζαν τους αιχμάλωτους τους (αντί να τους καταδικάζουν
σε καταναγκαστικά έργα, δηλαδή να τους κάνουν είλωτες), όπως π.χ. οι Μακεδόνες
που επί Μ. Αλέξανδρου εξανδραπόδισαν τη Θήβα. Απλώς μετά αντί να έχουν αιχμάλωτους (είλωτες) ως υπηρέτες έκαναν εργάτες είτε φτωχούς συμπολίτες τους (ο Σόλωνας π.χ.
αναγκάστηκε να κάνει τη σεισάχθεια για να ελευθερώσει Αθηναίους που είχαν
σκλαβωθεί λογω χρεών από άλλους Αθηναίους) είτε φτωχούς αλλοδαπούς.
(Περισσότερα για τη ζωή και τον πολιτισμό στην αρχαία Ελλάδα βλέπε « Ο
Ελληνικός Πολιτισμός, Α. Κρασανάκη».)
2) Αρχικά στην Ελλάδα δεν υπήρχαν δούλοι ούτε στην Αθήνα ούτε και στις
άλλες Ελληνικές πόλεις, πρβ: «Διότι κατά την εποχήν εκείνην (μετά τη μάχη του Μαραθώνα και επί
Μιλιτιάδη, πατέρα του Κίμωνα) δεν είχον ακομη δούλους ούτε αυτοί (οι Αθηναίοι)
ούτε και οι άλλοι Έλληνες» (Ηρόδοτος 6,137). Και αφού οι δούλοι υπήρξαν στην
Ελλάδα μετά τα Περσικά, άρα η δουλεία ήρθε στην Ελλάδα από τους βάρβαρους.
Δούλοι στην Αθήνα γίνονταν οι
αιχμάλωτοι πολέμου (άνδρες, γυναίκες) που καταδικάζονταν σε καταδικαστικά έργα
και όσοι Αθηναίοι χρωστούσαν χρήματα και δεν είχαν να τα εξοφλήσουν. Επίσης τα
παιδιά των δούλων, καθώς και οι φτωχοί, Έλληνες ή μη, που πουλιόντουσαν οικιοθελώς σε πλούσιους,
κάτι ως οι μισθοφόροι, προκειμένου να
πάρει λεφτά η οικογένειά τους, αλλά και για να ζήσουν οι ίδιοι καλύτερα. Οι δούλοι στην Αθήνα δεν ήσαν ελεύθεροι, αλλά
ιδιοκτησία του κυρίου τους που μπορούσε μάλιστα να τους πουλήσει κιόλας και
αφετέρου μπορούσαν να αποκτήσουν την ελευθερία τους, μόνο αν έδινε κάποιος στα
αφεντικά τους το πόσο που τους χρωστούσαν ή το ποσό που τους αγόρασαν. Ενίοτε πολλοί βάρβαροι, όπως οι Φοίνικες,
έκαναν επιδρομές και άρπαζαν όποιους έβρισκαν, Έλληνες ή βάρβαρους, και στη
συνέχεια τους πουλούσαν στις αγορές (σκλαβοπάζαρα) ως δούλους δήθεν ότι οι
ίδιοι τους είχαν αγοράσει από αλλού ή ήταν αιχμάλωτοί τους. (Για όλους αυτούς
τους δούλους μετά έκανε τη σεισάχθεια ο Σόλωνας). Αντίθετα οι είλωτες αφενός ανήκαν στο κράτος
των Σπαρτιατών και αφετέρου αν ήθελαν να ελευθερωθούν ή να γίνουν όμοιοι (=
ισότιμοι με τους Σπαρτιάτες πολίτες) το μόνο που είχαν να κάνουν ήταν να πάνε
στο Σπαρτιατικό στρατό και εκεί να δείξουν ανδρεία ή να πολεμήσουν για χάρη της
Σπάρτης. Πολλοί είλωτες αυτο έκαναν και
ονομάζονταν νεοδαμώδεις.
2) Οι είλωτες στην αρχή
προστατεύονταν, επειδή δούλευαν προς χάρη της Σπάρτης ή επειδή έκαναν δουλειές
που δεν έκαναν οι Σπαρτιάτες. Ωστόσο όταν οι Θηβαίοι εισέβαλαν στην
Πελοπόννησο, προσέγγισαν τους είλωτες
και αυτή η προσέγγιση, αφού δεν είχε επιτυχία, απόβηκε μετά σε βάρος τους. Οι
Σπαρτιάτες φρόντιζαν μετά να
αποσοβούνται κίνδυνοι επανάστασης εκ μέρους των ειλώτων και σ’ αυτές τις
φροντίδες ήταν βέβαια μετά και ο θάνατος 2000 ειλώτων, πρβ: «Διότι, τώρα που οι
Αθηναίοι ελυμαίνοντο την Πελοπόννησον, και προ πάντων το Λακωνικον έδαφος, οι
Λακεδαιμόνιοι ενομιζαν ότι το καλύτερον μέσον αντιπερισπασμού θα ήτο η χρησις αντιποίνων,
δια της αποστολής στρατού προς τους δυσηρεστημένους συμμάχους των, οι οποίοι
άλλωστε ανελάμβαναν την διατροφήν του και επεκαλούντο την βοήθειάν των δια ν'
αποστατήσουν. Ήθελαν συγχρόνως να χρησιμοποιήσουν την αποστολήν αυτήν ως
προφασιν δια ν' απομακρύνουν μέρος των
Ειλώτων, καθόσον εφοβούντο μήπως επωφεληθούν της ευκαιρίας που τους παρείχεν η
κατοχή της Πύλου δια να επαναστατήσουν. Διότι κυριωτάτη ανέκαθεν μέρυμνα των
Λακεδαιμόνίων, εις τας σχέσεις των προς τους Είλωτας, ήτο η αποσοβησις κινδύνων
που εφοβουντο από αυτούς. Μίαν φοράν, μάλιστα, φοβούμενοι τον μεγάλον αριθμον
της νεολαίας των, κατέφυγαν και εις το εξής μέτρον. Επροκήρυξαν ότι όσοι από
τους Είλωτας φρονούν ότι έχουν προσφέρει μεγαλυτέρας υπηρεσίας εις τους
Λακεδαιμόνίους δια της ανδρείας των κατά τον πόλεμον έπρεπε να δηλωθούν, διότι
προκειται να τους απελευθερώσουν. Σκοπός όμως της προκηρύξεως ήτο να τους
δοκιμάσουν, διότι οσοι εφρονουν ότι είχαν την αξίωσιν ν' απελευθερωθούν πρώτοι,
θα ήσαν και οι πρώτοι, οι οποίοι, λογω του γενναίου φρονήματος των, θα εξηγείροντο
εναντίον των. Και εξέλεξαν δύο περίπου χιλιάδας από αυτούς, οι οποίοι εστολίσθησαν
με στεφάνους και περιήλθαν τους ναούς ως απελευθερωθέντες, αλλ' ολίγον
βραδύτερον τους εξηφάνισαν, χωρίς κανείς να μάθη πώς καθείς απ' αυτούς
εξωλοθρεύθη. Επίσης, τώρα έσπευσαν ν'
αποστείλουν επτακοσίους Είλωτας οπλίτας υπο τον Βρασίδαν, ο οποίος το
υπόλοιπον του στρατού του εστρατόλογησεν από Πελοποννησίους εθελοντάς, ελκύσας
αυτούς δια του μισθού. (Θουκυδίδης Δ, 80, μετάφραση Ελευθερίου Βενιζέλου)
Οι αρχαίοι συγγραφείς: Πλάτων (Νόμοι, Μίνως), Πλούταρχος (Λυκούργος 4-7
, Σόλων
12 - 20), Δ. Λαέρτιος (Επιμενίδης), Αριστοτέλης (Πολιτικά Β, 1271,
10), Στράβων ( Γεωγραφικά Ι, IV, C 481 -
483, 17 – 20) , Ηρόδοτος ( Α 65), κ.α.,
αναφέρουν ότι:
1) Ο Μίνωας με τον αδελφό του Ραδάμανθυ ήσαν οι πρώτοι που δημιούργησαν
σωστούς θεσμούς στην Ελλάδα. Ειδικότερα ήσαν εκείνοι που πρώτοι θέσπισαν τους κοινωνικούς (= τα
συσσίτια, η κοινοκτημοσύνη
κλπ = ο πρόγονος του κομμουνισμού) και
πολιτικούς θεσμούς ( = το σύνταγμα, η βουλή, οι έφοροι και οι βουλευτές ή
γερουσιαστές κλπ =) για τη σωστή, δίκαιη
ισοπολιτεία, ισονομία και διακυβέρνηση του κοινού των Κρητών.
2) Πριν από το Μίνωα στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο δεν υπήρχαν συντάγματα,
βουλή και βουλευτές, κράτος μέριμνας
κ.τ.λ., αλλά ο κάθε ηγέτης (φύλαρχος ή τύραννος ή βασιλιάς) όριζε
τους νόμους του λαού του ανάλογα με τις δικές του επιθυμίες και νοημοσύνη. Ο
κάθε βασιλιάς είχε ό,τι ήθελε και οι άλλοι ελάχιστα ή τίποτε, κανείς δεν
τολμούσε να τους αντιμιλήσει, λατρεύονταν ως θεοί και πολλές φορές ζητούσαν και
ανθρωποθυσίες κ.τ.λ.
Μάλιστα οι λόγοι αυτοί ήταν και η αιτία που:
α) Οι Σπαρτιάτες έλεγαν ότι οι νόμοι των άλλων πλην του Μίνωα ήσαν γελοίοι,
για να τους αντιγράψουν.
β) Οι Εβραίοι έλεγαν ότι αν δεν αλλάξει ο κόσμος, θα τον καταστρέψει ο
θεός,
γ) Οι αρχαίοι Έλληνες δεν αναφέρουν κανένα άλλο σπουδαίο αρχαίο πολιτισμό
πλην μόνο το Μινωικό ή που έλεγαν «Πας μη Έλλην βάρβαρος»
Ο Πλάτωνας αναφέρει ότι από τότε που ο Λυκούργος προσάρμοσε τους μινωικούς
νόμους στη Σπάρτη, οι Σπαρτιάτες ευημερούν, πρβ: «Γι αυτό το
λόγο ο Μίνωας θέσπισε αυτούς τους Νόμους για τους πολίτες του, εξαιτίας των
οποίων η Κρήτη ευημερεί ανέκαθεν, καθώς και η Σπάρτη από τότε που άρχισε να
τους χρησιμοποιεί, επειδή οι νομοι αυτοί είναι θεϊκοί.
(Πλάτων, Μίνως, 320 b)
Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι οι Σπαρτιάτες μιμήθηκαν τους μινωικούς
νόμους όταν ήταν βασιλιάς στη Σπάρτη ο Χαρίλλος, πρβ «Και φαίνεται και λέγεται ότι οι
Λάκωνες μιμήθηκαν το Κρητικο πολίτευμα στα περισσότερα σημεία……... Σύμφωνα με
την παράδοση, όταν ο Λυκούργος άφησε την επιτροπεία του βασιλιά Χαρίλλου και έφυγε,
έμεινε το μεγαλύτερο διάστημα στην Κρήτη λογω της μεταξύ τους συλλογικότητας,
γιατί οι Λύκτιοι ήταν Λάκωνες άποικοι, κι όταν πήγαν στη Λύκτο και την έκαναν
αποικία, διατήρησαν τη νομοθεσία των κατοίκων της πόλης. Γι αυτο και τώρα οι
περίοικοι έχουν τους ίδιους νόμους, επειδή πρώτος θέσπισε τη νομοθεσία ο Μίνως ( Αριστοτέλης Πολιτικά Β, 1271, 10)
Ο Πλούταρχος, σχετικά με το Λυκούργο και τη νομοθεσία του,
αναφέρει πάρα πολλά, όπως για παράδειγμα
τα εξής: «Έφυγε λοιπόν και πήγε (ο Λυκούργος) αρχικά
στην Κρήτη. Εκεί γνώρισε τις πολιτείες και τα συστήματα τους, γνώρισε τους
πρώτους στη δοξα άνδρες, θαύμασε ορισμένους από τους νόμους που υπήρχαν και
τους παρέλαβε για να τους εφαρμόσει στην πατρίδα του, ενώ άλλοι του φάνηκαν
ανάξιοι. Έναν μάλιστα από εκείνους που νομίζονταν εκεί πέρα σοφοί και άξιοι πολίτες,
αφού τον έπεισε με τη φιλία του, τον έστειλε στη Σπάρτη, Ήταν ο Θάλης, που
φαινομενικά μεν ήταν ποιητής λυρικών τραγουδιών, στην πραγματικότητα όμως έκανε
ο,τι οι μεγαλύτεροι νομοθέτες. Γιατί τα τραγούδια του ήταν λογοι για ευπείθεια
και ομόνοια, στολισμένοι με μελωδίες και ρυθμούς που είχαν σεμνότητα και εξημερωτική
δύναμη, ακούγοντάς τα οι πολίτες εξημερώνονταν, χωρίς Θα νοιώθουν, στα ήθη, και
η κοινή γνωριμία του ωραίου έφερνε κοντά τον ένα με τον άλλο. Έτσι ο Θαλής
έγινε με κάποιον τρόπον ο πρόδρομος του Λυκούργου στην εκπαίδευση των
Σπαρτιατών. Από την Κρήτη ο Λυκούργος πήγε στην Ασία…… Οι Αιγύπτιοι νομίζουν
πως ο Λυκούργος πήγε και σ’ αυτούς….». (Πλούταρχος,
Λυκούργος, 4-7)
«Η Πρώτη και σπουδαιότερη από τις πολλές καινοτομίες του Λυκούργου ήταν
η καθιέρωση της Γερουσίας, για την οποίαν ο Πλάτων λέγει πως χάρισε στην πόλη
τη σωτηρία μαζί με τη σωφροσύνη…. Απέδωσε τόση σημασία σ’ αυτή την εξουσία ο
Λυκούργος, που έφερε γι αυτήν από τους Δελφούς χρησμό, ονομαζόμενο «ρήτρα»….
Στο κείμενο αυτό το φυλάς φυλάξαι και ωβάς ωβάξαι σημαίνει διαίρεση του πλήθους
σε μέρη, που τα ονόμασε «φυλάς», και «ωβάς», «Αρχαγέται» λέγονται οι
βασιλιάδες, και το «απελλάζειν» σημαίνει «εκκλησιάζειν» γιατί την αρχή και την
αιτία του πολιτεύματος την απέδωσε στον Πύθιο Απόλλωνα…»
(Πλούταρχος, Λυκούργος, 8)
Δεύτερο έργο του Λυκούργου, και το πιο σοβαρό απ΄όλα, είναι ο αναδασμος
της γης. Υπήρχε τοτε φοβερή ανισότητα και έρχονταν στην πόλη πολλοί ακτήμονες
και άποροι, επειδή τα πλούτη είχαν συσσωρευτεί σε ελάχιστους….. έπεσε όλους
ανεξεραίτως τους πολίτες να βάλουν όλα στη μέση, για να γίνει αναδασμός και να
ζουν μεταξύ τους όλοι ίσοι και με ίση περιουσία, ίδιους κλήρους……
(Πλούταρχος, Λυκούργος, 8)
Πρώτα-πρώτα ακύρωσε όλα τα χρυσά και ασημένια νομίσματα κι έδωσε εντολή
να χρησιμοποιούν μόνο τα σιδερένια («χρήσθω τω σιδέρω προσέταξε»). Αλλά και σ’
αυτά έδωσε λίγη αξία, ενώ από το άλλο μέρος τα έκανε πολύ βαριά και μεγάλα,
ώστε ένα ποσό δέκα μνων να πρέπει να το βάλει κάποιος σε μεγάλη αποθήκη στο
σπίτι του και να χρειάζεται αμάξι για να το μεταφέρει…. Λένε μάλιστα πως
αφαίρεσε και τη σκληράδα από το σίδερο με το να το σβήσει πυρωμένο μέσα στο
ξύδι, κι έτσι το έκαμε αδύνατο και άχρηστο στη δουλειά. ….. Το σιδερένιο άλλωστε
νόμισμα δεν είχε πέραση στους άλλους Έλληνες, ήταν χωρίς αξία και το περιφρονούσαν,
κι έτσι ούτε καν υπήρχε η δυνατότητα να αγοράσουν το παραμικρό από τα ξένα
εμπορεύματα γιατί δεν έρχονταν τέτοια πράγματα στα λιμάνια τους. …..(Πλούταρχος, Λυκούργος, 9)
Τα συσσίτια οι Κρήτες τα λέγουν «ανδρεία» και οι Λακεδαιμόνιοι
«φιδίτια, είτε γιατί γίνονταν η αφορμή να δημιουργηθεί φιλία και αγάπης μεταξύ
τους (βάζοντας στη λέξη δ αντί λ, αντί δηλαδή φιλίτια) είτε γιατί τους συνήθιζαν
στη λιτοτητα και στη φειδώ… (Πλούταρχος,
Λυκούργος, 12)
Ο Στράβωνας, σχετικά με το Λυκούργο, τη νομοθεσία
και τα ήθη και έθιμα των Σπαρτιατών,
αναφέρει τα εξής:
<<Υποστηρίζουν κάποιοι ότι τα περισσότερα ήθη
και έθιμα που θεωρούνται Κρητικά είναι Λακωνικά. Στην πραγματικότητα είναι
Κρητικά, μόνο που οι Σπαρτιάτες τα εφήρμοσαν, ενώ οι Κρήτες σταμάτησαν να
ασχολούνται με τα πολεμικά και οι πόλεις τους παρήκμασαν, ειδικά η Κνωσός. Ίχνη
παλιών τους νόμων απέμειναν στους Λυττίους, στους Γορτυνίους και σε μερικά
χωριά , όχι στους άλλους. Τα απομεινάρια
των νόμων στους Λυττίους
χρησιμοποιούνται ως απόδειξη ότι προέρχονται από τα Λακωνικά που είναι
παλιότερα. Λένε πως ήταν άποικοι ότι διατήρησαν τα ήθη της μητρόπολης, αφού
είναι αδιανόητο να εκπροσωπείς καλύτερα οργανωμένη κοινωνία και να μιμείσαι
τους ανώτερους γείτονες. Αυτά δεν είναι σωστά (κατά τον Έφορο). Από τη σημερινή
κατάσταση δε γίνεται να βγαίνουν συμπεράσματα για το παρελθόν, αφού αυτοί γνώρισαν
τέτοια αντιστροφή της τύχης.
Οι Κρήτες ήταν κάποτε θαλασσοκράτορες. Βγήκε και η
παροιμία: «Ο
Ο Σπαρτιάτης νομοθέτης Λυκούργος ήταν πέντε γενιές
νεότερος από τον Αλθαιμένη, που δημιούργησε την πρώτη αποικία στην Κρήτη. Τον
θεωρούν παιδί του Κίσου που ίδρυσε το Άργος τον ίδιο καιρό που ο Πρόκλης συνοίκιζε
τη Σπάρτη. Όλοι πάντως συμφωνούν ότι ο Λυκούργος ανήκει στην έκτη γενιά από τον
Πρόκλη. Οι Απόμιμήσεις δεν είναι
παλιότερες από τα πρότυπά τους μήτε τα νεότερα των παλαιοτέρων. Το χορό που
συνηθίζουν στη Λακεδαίμονα, τους ρυθμούς, τους παιάνες που τραγουδάνε, σύμφωνα
με τους κανονισμούς τους, καθώς και πολλά ακόμη έθιμά τους τα λένε οι ίδιοι
Κρητικά, ωσάν να προέρχονται από εκεί. Μερικά δημόσια αξιώματα δεν ασκούνται
απλώς με τον ίδιο τρόπο, αλλά έχουν ίδια την προσηγορία τους, καθώς Γέροντες
και ιππείς (εκτός από το γεγονός ότι στην Κρήτη οι ιππείς διαθέτουν και άλογα).
Οι έφοροι της Σπάρτης παρόλο που έχουν τα ίδια καθήκοντα με τους Κρητικούς
κόσμους, δεν έχουν εν τούτοις το ίδιο όνομα. Τα συσσίτια ακόμα και σήμερα
λέγονται ανδρεία….
Οι Κρήτες λένε ότι ο Λυκούργος τους επισκέφτηκε για
τον εξής λόγο. Είχε ένα μεγαλύτερο αδελφό, τον Πολυδέκτη. Πέθανε όμως αυτός κι
άφησε τη γυναίκα του έγκυο. Ο Λυκούργος βασίλευσε στη θέση του αδελφού του και
όταν το παιδί γεννήθηκε έγινε επίτροπός του, αφού η βασιλεία ανήκε στο παιδί.
Κάποιος κατηγορώντας το Λυκούργο, είπε πως είναι σίγουρο ότι ο Λυκούργος θα
βασιλεύσει. Τότε εκείνος υποψιάστηκε ότι από τέτοια κουβέντα μπορεί θα μπορούσε
να βγει το συμπέρασμα ότι αυτός θα θεωρούνταν υπεύθυνος συνωμοσίας εναντίον του
παιδιού και σκέφτηκε πως, αν το παιδί πέθαινε από άλλη αιτία οι εχθροί του θα
θεωρούσαν τον ίδιο υπαίτιο. Έφυγε τότε για την Κρήτη. Εκεί ήρθε και πλησίασε το Θάλητα , ένα
μελοποιό και νομοθέτη. Έμαθε από αυτόν τον τρόπο που ο Ραδάμανθυς πρώτα και αργότερα ο Μίνωας έφερναν τους
νόμους τους, τάχα από το Δία προς τους ανθρώπους. Κατέβηκε μετά στην Αίγυπτο
και έμαθε τη νομοθεσία τους………. (Στράβων, Γεωγραφικά Ι, C 481 - 483, 17 – 20)
Ο Αριστοτέλης,
σχετικά με την Πολιτεία Κρητών και Λακεδαιμόνιων λέει τα εξής:
«Παρεμφερές είναι και το Κρητικο πολίτευμα, σε ορισμένα σημεία του δεν
είναι χειρότερο, στα περισσότερα όμως είναι λιγότερο κομψό. Και φαίνεται και
λέγεται ότι οι Λάκωνες μιμήθηκαν το
Η Κρητική νομοθεσία έχει πολλές
ομοιότητες με τη Σπαρτιατική. Στη Σπάρτη τη γη καλλιεργούν είλωτες, στην Κρήτη
οι περίοικοι, και στις δυο χώρες όμως εφαρμόζονται τα συσσίτια, και παλιά οι
Λάκωνες τα αποκαλούσαν οχι «φιδίτια», αλλά «ανδρεία», όπως οι Κρήτες. Από τούτο
συμπεραίνουμε ότι από εκεί προέρχεται το σύστημα. Οι έφοροι έχουν την ίδια
εξουσία με αυτούς που στην Κρήτη ονομάζονται κόσμοι, με τη διαφορά ότι οι
έφοροι είναι πέντε, ενώ οι κόσμοι δέκα. Τα μέλη της σπαρτιατικής γερουσίας
είναι όσα και της Κρητικής, στην Κρήτη όμως η γερουσία λέγεται βουλή. Στην
Κρήτη παλιότερα ίσχυε η βασιλεία, ύστερα όμως καταργήθηκε και την αρχηγία των
πολέμων ασκούν οι κόσμοι. Στην εκκλησία του δήμου συμμετέχουν όλοι οι πολίτες,
μοναδική όμως αρμοδιότητα έχουν μόνο την έγκριση των αποφάσεων της γερουσίας
και των κόσμων. Τα συσσίτια είναι καλύτερα στην Κρήτη παρά στη Σπάρτη. Στη
δεύτερη καθένας συνεισφέρει ένα καθορισμένο ποσό, κατά κεφαλήν, κι αν δεν το συνεισφέρει
ο νόμος τον εμποδίζει να ασκεί τα πολιτικά του δικαιώματα όπως έχει ήδη
ειπωθεί, στην Κρήτη όμως το σύστημα έχει περισσότερο λαϊκό χαρακτήρα. Από τους
καρπούς της γης και τα κρατικά κοπάδια
κι από τους φόρους των περιοίκων ένα μέρος έχει καθοριστεί για τη λατρεία των
θεών και τις δημοσιες ανάγκες, ενώ το άλλο πάει στα συσσίτια, έτσι ώστε όλοι,
άντρες, γυναίκες και παιδιά, να συντηρούνται από το δημόσιο. Πολύ φιλοσοφημένες
είναι οι διατάξεις σχετικά με την ωφέλεια
της ολιγοφαγίας και με τον αποχωρισμό των αντρών από τις γυναίκες για την
αποφυγή της πολυτεχνίας, για χάρη της οποίας μάλιστα θεσμοθετεί τη συνουσία με
τους άντρες. Θα εξετάσουμε σε άλλο σημείο αν η ρύθμιση αυτή είναι καλή ή κακή.
Είναι φανερό ότι οι ρυθμίσεις για τα συσσίτια είναι καλύτερες στην Κρήτη απ΄
ότι στη Σπάρτη, οι διατάξεις όμως για τους κόσμους είναι ακόμη χειρότερες από
τις διατάξεις για τους εφόρους. Γιατί τα μειονεκτήματα των εφόρων υπάρχουν και
στους κόσμους (εκλέγεται όποιος τύχει) ο,τι όμως συμφέρει την πολιτεία εκεί,
δεν υπάρχει εδώ. Γιατί εκεί (στη Σπάρτη), επειδή εκλέγονται όλοι οι πολίτες,
συμμετέχοντας ο λαός στο ανώτατο αξίωμα θέλει διατηρηθεί το πολίτευμα. Εδώ όμως
στην Κρήτη τους κόσμους εκλέγουν μερικές οικογένειες και οχι όλοι οι πολίτες,
και τα μέλη της γερουσίας εκλέγονται απ΄όσους θήτευσαν ως κόσμοι. Για τα μέλη
της γερουσίας μπορούμε να πούμε τα ίδια όπως και για τους Λακεδαιμόνιους (αφού
και η ανευθυνότητα και η ισοβιότητα είναι επιβράβευση μεγαλύτερη από την αξία
τους, όπως και το ότι ασκούν την εξουσία όχι με βάση γραπτή νομοθεσία, αλλά
αυτόβουλα, κάτι επικίνδυνο). Και δεν Αποδεικνύεται ότι καλώς έχει ο θεσμός,
επειδή ο λαος τον ανέχεται, κι ας τον αποκλείει από την εκλογή. Γιατί οι κόσμοι
δεν αμείβονται, όπως οι έφοροι, και κατοικούν σ’ ένα νησί, μακριά από όσους
θέλουν να τους δωροδοκήσουν. Οι Κρήτες επινόησαν ένα τρόπο αντιμετώπισης αυτού
του μειονεκτήματος, είναι όμως άτοπος, καθόλου δημοκρατικός και τυραννικός.
Πολύ συχνά οι κόσμοι καθαιρούνται με συνωμοσίες ή των συναδέλφων τους ή
ιδιωτών. Οι κόσμοι έχουν όμως και δικαίωμα να παραιτηθούν πριν λήξει η θητεία
τους. Θα ήταν όμως πιο σωστό όλα τούτα
να γίνονται με βάση το νόμο και οχι με τη βούληση των ανθρώπων διότι αυτή δεν
είναι ασφαλές κριτήριο. Και χειρότερο απ΄όλα είναι η καθαίρεση των κόσμων, που
πολλές φορές γίνεται απ΄όσους ισχυρούς θέλουν να αποφύγουν να λογοδοτήσουν για
τις παρανομίες τους. Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι ισχύει ένα είδος
πολιτειακής τάξης, δεν πρόκειται όμως για γνήσια πολιτεία, αλλά για δυναστική
εξουσία μάλλον. Οι ισχυροί συνηθίζουν να παίρνουν με το μέρος τους το λαό και
τους φίλους τους, να στασιάζουν και να πολεμούν μεταξύ τους. Τι διαφορά έχει το
σύστημα τούτο από την προσωρινή κατάλυση της πόλης και της πολιτικής κοινωνίας;
Όταν η πόλη βρεθεί σε τέτοια κατάσταση, κινδυνεύει απ όσους θέλουν και μπορούν
να της επιτεθούν. Όπως όμως ειπώθηκε ήδη, ο τόπος σώζεται χάρη στη θέση του. Η
ξενηλασία των Λακεδαιμονίων ισοδυναμεί εδώ με την απόσταση. Έτσι οι περίοικοι
υπομένουν, ενώ οι είλωτες συχνά εξεγείρονται. Οι Κρήτες δεν έχουν εξουσία στο
εξωτερικό, ενώ ξενική εισβολή μόνο πρόσφατα συνέβη στο νησί, αποκαλύπτοντας την
αδυναμία των νόμων. (Αριστοτέλους
Πολιτικά Β 1271 - 1272 α – b 10)
…………………………..
Επομένως και σύμφωνα με τον Αριστοτέλη:
1) Οι Αρχαίοι Κρήτες ήσαν Έλληνες, αφού ο
Αριστοτέλης λέει ότι η Κρήτη επί Μίνωα ήταν επόμενο, προορισμένο να
κυριαρχήσει, αφού βρίσκεται σε ευνοϊκή θέση, σε μια θάλασσα που στις τριγύρω
παραλίες της έχουν εγκατασταθεί όλοι οι
Έλληνες και επομένως, θέλει να πει ο Αριστοτέλης, οι άλλοι Έλληνες προστάτευαν
- βοηθούσαν το Μίνωα και τους Κρήτες στην ανάπτυξή τους επειδή τους θεωρούσαν
Έλληνες.
2) Και φαίνεται και λέγεται ότι οι Λάκωνες μιμήθηκαν το
3) Ο Αριστοτέλης, όπως βλέπουμε εδώ, λέει ότι οι είλωτες καλλιεργούν τη
γη στη Σπάρτη και στην Κρήτη οι περίοικοι, άρα έτσι φαίνεται ο Αριστοτέλης να
ταυτίζει τους είλωτες της Σπάρτης με τους «περίοικους» της Κρήτης.
Ο ΝΟΜΟΘΕΤΗΣ
ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ
Ο νομοθέτης των Λακεδαιμονίων Λυκούργος, σύμφωνα με το Θουκυδίδη, έζησε
επί εποχής του βασιλιά Χαρίλλου της Σπάρτης και συγκεκριμένα 400 χρόνια πριν
από τον Πελοποννησιακό πόλεμο, ήτοι κάπου τον 8ο αι. π.Χ. Πριν
γράψει τους νομους του επισκέφτηκε πολλές άλλες χώρες (Ασία, Αίγυπτο κ.α.)
προκειμένου να πάρει γνώμες και απόψεις και κυρίως την Κρήτη, η οποία
φημίζονταν για τους νόμους της, του οποίους είχε θεσπίσει ο Μίνωας. Επιστρέφοντας από την Κρήτη στη Σπάρτη, επειδή
ο πλούτος είχε συσσωρευτεί σε λίγους, κατάφερε να πείσει τους Σπαρτιάτες να
δώσουν όλοι την κτηματική τους περιουσία στο κράτος και στη συνέχεια διαμοίρασε
σε ίσα μερίδια με κλήρο. Με άλλους νόμους, απαγόρευε τη χρήση χρυσού και
ασημιού και στη θέση τους χρησιμοποίησε σιδερένιο νόμισμα, πολύ βαρύ και πολύ
μικρής αξίας, ώστε να μην είναι εύκολος ο θησαυρισμός.
Οι νόμοι του Λυκούργου: Α) ήταν
λίγοι και άγραφοι, ώστε να κάνουν τη ζωή απλή και συνάμα να απομνημονεύονται. Ο
Πλούταρχος (Αποφθέγματα βασιλιάδων) λέει ότι ο βασιλιάς Χάριλλος, όταν ρωτήθηκε
γιατί του Λυκούργου οι νόμοι είναι τόσο λίγοι νόμοι, απάντησε ότι όσο
χρησιμοποιούν λίγους λόγους δε χρειάζονται νόμους. Β) είχαν τα εξής θέματα
(«ρήτρες = θεμελιώδεις διατάξεις): περί αναδασμού - περί ευγονίας - περί
δημοσίων συσσιτίων - περί εκπαιδεύσεως και ανατροφής των νέων - περί ξενηλασίας
και περί στρατιωτικής αγωγής. Στο χρόνο
μερικές από τις διατάξεις αυτές τροποποιήθηκαν. Γ) πάνω από όλα είχαν στόχο την
ευνομία, αλλά συγχρόνως στόχευαν στην πειθαρχία και στη σκληραγωγία των πολιτών,
ώστε να επιβιώσουν από τους εχθρούς τους εν καιρώ πολέμου. Ο λόγος που σε μια
περίοδο ολίγων ετών μετά την εφαρμογή τους, η Σπάρτη έγινε αρχικά ηγέτιδα πόλη
όλης της Πελοποννήσου και μετά και όλων
των Ελλήνων.
Ο Διόδωρος Σικελιώτης
(Αποσπάσματα 7, 12) λέει ότι οι Λακεδαιμόνιοι εφαρμόζοντας τους νόμους
του Λυκούργου από ασήμαντοι έγιναν οι δυνατότεροι των Ελλήνων και διατήρησαν
την ηγεμονία των Ελλήνων επί περισσότερο από 400 χρόνια. Μετά που άρχισαν
σιγά-σιγά να καταλύουν τους θεσμούς και να στρέφονται στην καλοπέραση και τη
ραθυμία, αλλά και να διαφθείρονται με το χρήμα έχασαν την ηγεμονία, πρβ: «Ότι
οι Λακεδαιμόνιοι χρησάμενοι τοις του Λυκούργου νόμοις εκ ταπεινών δυνατώτατοι
εγένετο των Ελλήνων, την δε ηγεμονία διεφύλαξαν επί έτη πλείω των υ’ . Μετά δε
ταύτα εκ του κατ’ ολίγον καταλύοντες έκαστον των νομίμων, και προς τρυφύν και
ραθυμίαν αποκλίνοντες, έτσι δε διεφθαρέντες νομίσματι χρήσθαι και πλούτους
άθροιζειν, απέβαλον την ηγεμονίαν» (Απολλόδωρος, Βίβλος Έβδομη Αποσπασματων 12)
Ο ΜΥΘΙΚΟΣ ΚΑΙ Ο
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ
Ο Πλούταρχος λέει ότι πολλοί εκφράζουν αμφιβολίες για τον αν ο
Λυκούργος έζησε πραγματικά. Τον θεωρούν μυθικό πρόσωπο στο οποίο Αποδόθηκε από
την παράδοση η Σπαρτιατική νομοθεσία. Ωστόσο ο ίδιος θεωρεί ότι πρέπει να ήταν υπαρκτό
πρόσωπο που έζησε επί βασιλείας του Χαρίλου.
Ο Διόδωρος Σικελιώτης κάνοντας λέει έρευνα για τους νομοθέτες (Μίνωα,
Μωυσή, Λυκούργο κ.α.) και τους γιους των
θεών, λέει ότι οι Αιγύπτιοι λένε ότι ο Μίνωας και ο Λυκούργος ήσαν Έλληνες
νομοθέτες που προσποιούνταν ότι έπαιρναν τους νόμους του από το Θεό (ο Μίνωας
από το Δία και ο Λυκούργος από τον Απόλλωνα), κάτι ως έκανε και ο δικός τους ο
Μνεύης κ.α., πρβ (σε μετάφραση από τις εκδόσεις «Κάκτος»): «Τώρα πρέπει να μιλήσουμε
για τους νομοθέτες της Αιγύπτου. Πρώτος, λένε, που έπεισε το λαό να
χρησιμοποιεί γραπτούς νόμους ήταν ο Μνεύης. Αυτός λοιπόν προσποιήθηκε πως του
έδωσε τους νόμους ο Ερμής, με τη διαβεβαίωση πως θα φέρουν μεγάλα καλά στη ζωή
των ανθρώπων, όπως ακριβώς έκανε, λένε, στους Έλληνες ο Μίνωας στην Κρήτη και ο
Λυκούργος στους Λακεδαιμονίους, που ο ένας είπε ότι πήρε τους νόμους από το Δία
και ο άλλος από τον Απόλλωνα. Τούτο το είδος της επινόησης παραδίδεται ότι
χρησιμοποιήθηκε και σε πολλούς άλλους λαούς και στάθηκε αίτιο πολλών αγαθών σε
όσους το πίστεψαν. Στους κατοίκους της Αριανής ιστορείται ο Ζαθραύστης
προσποιήθηκε ότι του έδωσε τους νόμους το καλό πνεύμα, στους ονομαζόμενους
Γέτες, ο Ζάλμοξις (σημ. συγρ. εννοεί μάλλον
τον Ζαρατούστρα) έκανε το ίδιο λέγοντας ότι πήρε τους νόμους από τη θεά Εστία,
ενώ στους Ιουδαίους ο Μωυσής απέδωσε τους νόμους στο θεό που λέγονταν Ιάως, κι
αυτο έκαμα όλοι είτε επειδή πίστεψαν πως μια σύλληψη που θα ωφελούσε την
ανθρωπότητα ήταν αξιοθαύμαστη και θεϊκή είτε επειδή έκριναν πως ο απλός λαός θα
υπάκουε με μεγαλύτερη προθυμία σε νόμους που υπαγορεύτηκαν από θεούς με υπεροχή
και δύναμη». (Διόδωρος Σικελιώτης,
Βίβλος Α, 94)
Ο Πλούταρχος λέει επίσης τα εξής για το θάνατο του: «Όσο για τον τόπο που πέθανε, άλλοι αναφέρουν την Κίρρα, ο Απόλλοθεμις
λέει πως ήρθε και πέθανε στην Ήλιδα, ο Τίμαιος και ο Αριστοξενος στην Κρήτη, Ο
Αριστόξενος μάλιστα γράφει πως οι Κρήτες δείχνουν τον τάφο του στην «ξενική
οδο» της Περγαμίας…. Ο Αριστοκράτης του Ιππάρχου λέει πως οι ξένοι φίλοι του,
όταν ο Λυκούργος πέθανε στην Κρήτη, έκαψαν το σώμα του και σκόρπησαν την τέφρα
του στη θάλασσα, όπως ο ίδιος τους είχε παρακαλέσει από φόβο μήπως, αν κάποτε
μεταφέρανε τα οστά του στη Λακεδαιμόνα , οι συμπολίτες του θα άλλαζαν τρόπο
ζωής αποδεσμευμένοι από τους όρκους, αφού θα ήταν πια σαν αυτός να είχε γυρίσει
στην πατρίδα. (Πλούταρχος, Λυκούργος,
30)
Ο Ηρόδοτος λέει ότι ο Λυκούργος προσάρμοσε τους
μινωικούς νόμους στη Σπάρτη, όταν ήταν επίτροπος του Λεωβώτη, πρβ «τον νυν κατεστεώτα κοσμον (ευνομίην) Σπαρτιήτησι, ως δ αυτοί
Λακεδαιμόνιοι λέγουσι, Λυκούργον επιτροεύσαντα Λεωβώτεω…. εκ Κρήτης αγαγεσθαι
ταύτα...» = την έννομη τάξη, όπως λένε οι ίδιοι οι Λακεδαιμόνιοι,
ο Λυκούργος την έφερε από την Κρήτη, όταν ήταν επίτροπος του Λεωβώτη (
Ηρόδοτος, Α 65)…
Σύμφωνα με το Θουκυδίδη, ο Λυκούργος έζησε 400 χρόνια πριν από τον Πελοποννησιακό
πόλεμο ήτοι κάπου τον 8ο αι. π.Χ.
Ο Ξενοφώντας (Λακεδαιμονίων Πολιτεία) λέει ότι ο Λυκούργος έζησε επί
εποχής των Ηρακλειδών και αν εννοεί τον 11ο αι. π.Χ. (τότε έγινε η
Κάθοδος των Ηρακλειδών) δεν είναι σωστό, γιατί σύμφωνα με τους άλλους αρχαίους
συγγραφείς, ο Λυκούργος έζησε και νομοθέτησε επί βασιλιά της Σπάρτης
Χαρίλ(α)ου.
Ο Παυσανίας λέει για το Λυκούργο τα εξής: «έτεσι δε ύστερον ου πολλοίς Λαβώτας ο Εχεστράτου
την αρχην έσχεν εν Σπάρτη. τούτον
τον Λαβώταν Ηρόδοτος εν
τω λογῳ τω ες
Κροίσον υπό Λυκούργου του θεμένου τοὺς νομους φησιν επιτροπευθήναι
παίδα οντα: Λεωβώτην δέ οἱ τίθεται το
ονομα και ου Λαβώταν. Λακεδαιμόνίοις δε πρώτον τοτε έδοξεν άρασθαι προς
Αργείους πόλεμον: εποιουντο δε ες αυτοὺς εγκλήματα τήν τε
Κυνουριακην ελοντων αυτών αποτέμνεσθαι τους Αργείους και τοὺς περιοίκους σφών
υπηκόους οντας αφιστάναι. τοτε μεν δη παρα ουδετέρων πολεμησάντων όμως μνήμης
άξιον πραχθήναί φασιν ουδέν: [τοὺς δε εφεξής βασιλεύσαντας
τής οικίας ταύτης Δορυσσον τον Λαβώτα και Αγησίλαον Δορύσσου δι' ολίγου σφας το
χρεὼν επέλαβεν
αμφοτέρους. έθηκε δε και Λυκουργος Λακεδαιμόνίοις τους νόμους επι τής Αγησιλάου
βασιλείας: θείναι δε αυτον λέγουσιν οἱ μεν παρά της Πυθίας διδαχθέντα
υπερ αυτών, οι δε ως Κρητικά οντα νομιμα επαγάγοιτο. τούτους δε οἱ Κρήτες τους νομους τεθήναί σφισιν
υπο Μίνω λέγουσι, βουλεύσασθαι δε υπέρ τών νόμων ουκ άνευ θεου τον Μίνω. ᾐνίξατο δε και Ομηρος εμοι
δοκείν περι του Μίνω της νομοθεσίας εν τοίσδε τοίς έπεσι: τησι δ' ενι Κνωσσός,
μεγάλη πολις, ένθα τε Μίνως εννέωρος βασίλευε Διός μεγάλου οαριστής. (Ομ. ωδ. 19.178)
(Παυσανίας, Λακωνικά ΙΙ, 3 5)
Σύμφωνα με τους Ηρόδοτο (Β, 49-50 και Β, 91), Θουκυδίδη (Α, 3 – 10), Διόδωρο (βίβλος Μ
αποσπ 3 και βίβλος Ι 23-29), Ισοκράτη
(Παναθηναϊκό 79 και Ελένης Εγκώμιο 68),
Πλάτωνα (Μενέξενος), Στράβων (7, 321) κ.α., αρχικά στην Πελοπόννησο ζούσαν δυο
αυτόχθονα και συγγενικά φύλα, οι καλούμενοι Αργείοι (οι μη Αρκάδες, οι κάτοικοι
της πόλης του Άργους) και οι Πελασγοί (ή άλλως Αρκάδες), απ΄όπου η Πελοπόννησος
λέγονταν είτε Αργεία είπε Πελασγία.
Το 15ο αι. π.Χ. έρχονται στην Πελοπόννησο οι καλούμενοι Αχαιοί
με αρχηγό τον Ξούθο (= ο πατέρας του
Αχαιού και Ίωνα), γιο του βασιλιά της Φθιώτιδας Έλληνα (απ΄όπου οι απόγονοί του
ονομάστηκαν Έλληνες) και ιδρύουν εκεί βασίλειο, στο οποίο προσχωρούν όλοι οι
Πελοποννήσιοι απ΄όπου μετά οι Αργείοι και οι Πελασγοί ονομάστηκαν και
αυτοί Έλληνες.
Λίγο χρόνια μετά την άφιξη του Ξούθου στην Πελοπόννησο πρόσφυγες με
αρχηγό το Δαναό από την Αίγυπτο (είχαν εκδιωχθεί από την Αίγυπτο μαζί με τους
Καδμείους ή Θηβαίους και τους Εβραίους) έρχονται και καταλάβουν το Άργος της
Πελοποννήσου. Κατά τη μάχη ο βασιλιάς των Αργείων Γελάνωρ εκθρονίζεται, και επειδή
δεν είχε γιο ως διάδοχο του θρόνου, το θρόνο αναλαμβάνει ο Δαναός που
αναμειγνύει ειρηνικά τους Δαναούς με τους Αχαιούς του Άργους απ΄όπου και η ονομασία
Αργείοι = Δαναοί ή Αχαιοί.
Το 12 αι. π.Χ. , συγκεκριμένα δυο γενιές πριν τα Τρωικά, ο Πέλοπας, ο γιος του βασιλιά της Φρυγίας, με Φρύγες έρχεται στις Μυκήνες προκειμένου να
συμμετάσχει υποτίθεται σε αθλητικούς αγώνες, όμως με δολοπλοκία καταλαμβάνει
και το θρόνο και όλη την Πελοπόννησο και από τότε φέρει η νήσος αυτή το όνομά του, δηλαδή νησί του Πέλοπα. Έτσι τώρα στην Πελοπόννησο υπάρχουν δυο
σκήπτρα, από τη μια οι βασιλιάς απόγονοι του βασιλιά Περσέα και από την άλλη οι
βασιλιάδες απόγονοι του Πέλοπα. Ωστόσο ο εγγονός του Πέλοπα, ο Αγαμέμνονας,
κατόρθωσε να ενώσει αυτά τα σκήπτρα με συνέπεια αμέσως οι Μυκήνες να γίνουν η ισχυρότερη
πόλη του αρχαίοι γνωστού κόσμου και συνάμα ο Αγαμέμνονας να διεξάγει νικηφόρα τον πόλεμο της Τροίας:
«Την παλιά εποχή ξέσπασε
λοιμώδης ασθένεια στην Αίγυπτο και οι ντόπιοι την απέδωσαν στους ασεβείς
αλλόφυλους. Προ αυτού μερικοί από αυτούς συσπειρώθηκαν και ήρθαν στην Ελλάδα.
Αρχηγοί τους ήσαν ο Κάδμος και ο Δαναός. Οι υπόλοιποι πήγαν στην Ιουδαία, που
τότε ήταν ακατοίκητη, και των οποίων επικεφαλής ήταν ο επονομαζόμενος Μωυσής, ένας
άνδρας με φρόνηση και ανδρεία».
(Διόδωρος Σικελιώτης, βίβλος Μ, Απόσπασμα 3)
«Λένε επίσης οι Αιγύπτιοι
πως και οι άποικοι που έφυγαν μαζί με το Δαναό από την Αίγυπτο
εγκαταστάθηκαν στην αρχαιότερη σχεδόν
ελληνική πόλη, στο Άργος και πως οι λαοί των Κόλχων στον Πόντο και την Ιουδαίων
μεταξύ Αραβίας και Συρίας ιδρύθηκαν ως αποικίες από ανθρώπους που έφυγαν από
εκεί….. ο Κάδμος ήταν από τις Θήβες της Αιγύπτου και μαζί με τα άλλα παιδιά γέννησε και τη
Σεμέλη. Στα κατοπινά χρόνια, ο Ορφέας, που απόκτησε μεγάλη φήμη ανάμεσα στους
Έλληνες για τη μουσική, τις τελετές και τα θεολογικά ζητήματα, φιλοξενήθηκε από
τους απογόνους του Κάδμου και δέχτηκε εξαιρετικές τιμές στις Θήβες». (Διόδωρος
Σικελιώτης, βίβλος 1, 23-24 και 28-29)
«Ο Εκαταίος ο Μιλήσιος λέει ότι η Πελοπόννησο πριν από τους Έλληνες την
κατοίκησαν βάρβαροι. Εξάλλου, ολόκληρη σχεδόν η Ελλάδα κατοικία βαρβάρων υπήρξε,
στους παλιούς καιρούς, έτσι λογάριαζαν όσοι μνημονεύουν αυτά τα πράγματα, γιατί
ο Πέλοπας έφερε ένα λαό από τη Φρυγία στη χώρα που απ' αυτόν ονομάστηκε Πελοπόννησος,
κι ο Δαναός από την Αίγυπτο, κι οι Δρύοπες, οι Καύκωνες κι οι Πελασγοί κι οι
Λέλεγες και άλλοι τέτοιοι λαοί μοίρασαν τους τόπους πάνω και κάτω από τον ισθμό.
Γιατί την Αττική κατέλαβαν Θράκες που ήρθαν με τον Εύμολπο, τη Δαυλίδα της
Φωκίδας ο Τηρεύς, την Καδμεία οι Φοίνικες που ήρθαν με τον Κάδμο, και την ίδια
τη Βοιωτία κατέκτησαν οι Aονες, οι Τέμμικες και οι Ύαντες, ως και Πίνδαρος
φησίν. Ην ότε υας Βοιωτιον ένεπον. Και
από των ονομάτων δε ενίων το βάρβαρον εμφαίνεται, Κέκροψ, και Κόδρος, και
Αίκλος, και Κόθος, και Δρύμας, και Κρίνακος. Οι δε Θράκες, και Ιλλυριοί, και
Ηπειρώται, και μέχρι νυν εν πλευραίς εισίν. ΄Τοισι μέντοι μάλλον πρότερον, ή
νυν, όπου γε και της εν τω παρόντι Ελλάδος αναντιλέκτως ούσης..» (Στράβων 7,
321).
«Η εκστρατεία στην Τροία από τον Αγαμέμνονα ήταν πράξη ωφελιμότατη για
τους Έλληνες, για να μην υποστεί η Ελλάδα από τους βάρβαρους δεινά παρόμοια με
κείνα που υπέστη παλαιότερα κατά την κατάληψη όλης της Πελοποννήσου από τον Πέλοπα,
του Άργους από το Δαναό και της Θήβας από τον Κάδμο (Ισοκράτους Παναθηναϊκός
79-80),
«Εξαιτίας αυτών (της εκστρατείας
των Ελλήνων στην Τροία) επήλθε τόσο μεγάλη μεταβολή, ώστε ενώ προηγουμένως οι
βάρβαροι, που ζούσαν δυστυχισμένοι στους τόπους τους, και ο Δαναός, αφού έφυγε
από την Αίγυπτο, κατέλαβε το Άργος, ο Κάδμος ο Σιδώνιος έγινε βασιλιάς της
Θήβας, οι Κάρες αποίκησαν τα νησιά και ο Πέλοπας κυρίευσε την Πελοπόννησο οι
μετά από αυτού του πολέμου, το γένος μας γνώρισε τόση ακμή ώστε κατάφερε να αφαιρέσει
από τους βάρβαρους μεγάλες πόλεις και τεράστιες εδαφικές εκτάσεις» (Ισοκράτης
Ελένης εγκώμιο 68 – 69)
(Περισσότερα βλέπε: «Καταγωγή Ελλήνων»)
Μετά τα τρωικά ο βασιλιάς του Άργους Ηλεκτρύονας, πατέρας της πριγκίπισσας
Αλκμήνης και παππούς του ημίθεου Ηρακλή (ο Ηρακλής κανονικά ήταν γιος της πριγκίπισσας
Αλκμήνης και του Αμφιτρύωνα, όμως επειδή ο Αμφιτρύωνας δεν είχε βασιλική καταγωγή, ειπώθηκε ότι ο
Ηρακλής ήταν γιος του Δία, κάτι ως έγινε και με το Μίνωα, το γιο της
Πριγκίπισσας Ευρώπης κ.α.), δολοφονείται από τον αδελφό του Σθέναλο και παίρνει
την εξουσία. Μπρος α’ αυτό η Αλκμήνη με τον Ηρακλή καταφεύγουν στη Θήβα προκειμένου να γλυτώσουν, ο λόγος και για τον
οποίο ο Ηρακλής λέγονταν Θηβαίος. Στη
συνέχεια, όταν ο Ηρακλής μεγάλωσε,
θέλησε να επιστρέψει στο Άργος και να διεκδικήσει το θρόνο από το γιο
του Σθέναλου και ξάδερφο του Ευρυσθέα, όμως επειδή σε κάποια παραφροσύνη του σκότωσε
την πρώτη του γυναίκα, τη Μεγάρα, το ιερατείο της εποχής του επέβαλε ως ποινή
εξαγνισμού να πάει και να υπηρετήσει τον ίδιο τον Ευρυσθέα που ήθελε να
τον σκοτώσει. Κάτι που έκανε μέχρι που
πέθανε. Απλώς σε κάποια στιγμή παντρεύτηκε τη Δηιάνειρα και μαζί της έκανε τον
Ύλλο και πολλά άλλα παιδιά. Όταν πέθανε ο Ηρακλής, οι γιοι του, φοβούμενοι να
μην τους δολοφονήσει ο Ευρυσθέας κατέφυγαν στο φίλο του πατέρα τους Καύκα,
βασιλιά της Τραχίνας, ο οποίος δεν ήταν σε θέση να τους βοηθήσει. Μετά από εκεί
πήγαν στην Αττική και ζήτησαν τη βοήθεια του Θησέα. Μάλιστα εκεί με την
υποστήριξη των Αθηναίων φόνευσαν τον Ευρυσθέα, όταν αυτός εισέβαλε στην Αττική
προκειμένου να βρει τους Ηρακλείδες και να τους δολοφονήσει. Ακολούθως με αρχηγό το μεγαλύτερο γιο του
Ηρακλή, τον Ύλλο, ζήτησαν προστασία του βασιλιά των Δωριέων Αιγιμίου, ο οποίος
παραχώρησε στον Ύλλο το 1/3 της επικράτειάς του, όπως είχε υποσχεθεί παλιότερα στον Ηρακλή, όταν τον βοήθησε να
αποκρούσει κάποιους εχθρούς του. Εκεί οι
γιοι του Ηρακλή άρχισαν να στρατολογούν Δωριείς προκειμένου να επιστρέψουν στην
Πελοπόννησο και να πάρουν το θρόνο των Μυκηνών.
Τρία χρόνια μετά ξεκινούν με μικρό στρατό και αρχηγό τον Ύλλο, πρωτότοκο
γιο του Ηρακλή, να πάνε στην Πελοπόννησο. Ωστόσο στον Ισθμό συναντούν στρατό
από Ίωνες, Αρκάδες και Αχαιούς, ο οποίος δεν τους άφηνε να περάσουν. Μπροστά
στις συνασπισμένες αυτές δυνάμεις των αντιπάλων του ο Ύλλος πρότεινε να κριθεί
η έκβαση με μονομαχία του ίδιου με ένα από τους αρχηγούς των αντιπάλων του και
αν έχανε θα ανέβαλαν την εκστρατεία κατά της Πελοποννήσου για 100 χρόνια. Η πρόταση
έγινε δεκτή και στη μονομαχία σκοτώθηκε ο Ύλλος και έτσι οι Ηρακλείδες ανέβαλαν
την κάθοδο τους προς την Πελοπόννησο.
Ογδόντα χρόνια μετά τα τρωικά, οι απόγονοι του Ηρακλή βλέποντας ότι οι
Μυκήνες και τα άλλα κέντρα της Πελοποννήσου είχαν εξαντληθεί από τον πόλεμο της
Τροίας, ανανέωσαν τις απαιτήσεις τους για την Πελοπόννησο και με αρχηγό τώρα το
βασιλιά των Αιτωλών, τον Οξυλο ο οποίος τους υπέδειξε τη θαλάσσια οδο ως ασφαλέστερο τρόπο προσπέλασης της
Πελοποννήσου από Ναύπακτο. Η επιχείρηση στέφτηκε από επιτυχία. Οι Δωριείς που
εισέβαλαν με αρχηγούς τους Ηρακλείδες (Αριστόδημο, Τήμενο και Κρεσφοντη) στην
Πελοπόννησο ήταν τρεις φυλές, οι Πάμφιλοι, οι Υλλείς και οι Δυνάμεις. Μολις οι
Δωριείς κατέλαβαν την Πελοπόννησο, οι Ηρακλείδες τη μοίρασαν μεταξύ τους με
κλήρο διαιρώντας την σε τρία μέρη: Στο Άργος, που δόθηκε στον Τήμενο, στη
Μεσσήνη, που έλαβε ο Κρεσφοντης και στη Λακεδαίμονα που πήραν τα δίδυμα αδέλφια
Ευρυσθένης και Προκλης, παιδιά του Αριστόδημου, που είχε στο μεταξύ πεθάνει (ο λόγος
που η Σπάρτη μετά είχε δυο βασιλιάδες). Οι γιοι και οι γαμπροί του Τήμενου
διαδοχικά (Δειφοντης, Φαλκής, και Κεισος) κατέλαβαν την Τροιζήνη, Επίδαυρο,
Αίγινα, Σικυών και Φλιούντα, οι οποίες έγιναν Δωρικές αποικίες, ενώ ο γιος του Ηρακλείδη Ιπποτη, ο Αλήτης,
κατέλαβε την Κόρινθο.
Κατόπιν οι ως άνω πόλεις με βασιλιάδες απόγονους του Ηρακλή συνασπίζονται
και με ηγεμονεύουσα πόλη τη Σπάρτη γίνονται η πρώτη δύναμη στον αρχαίο γνωστό
κόσμο. Η άλλη, όμως δεύτερη δύναμη, ήταν οι Αθηναίοι.
Σημειώνεται ότι:
1) Ηρακλείδες (αρχαία «Ηρακλείδαι») λέγονταν αρχικά οι γιοι και οι εγγονοί του Ηρακλή
και της Δηιάνειρας, Ακολούθως «Ηρακλείδες» λέγονταν και οι βασιλιάδες που είχαν
ως πρόγονος τους τον ημίθεο Ηρακλή και ως τέτοιοι ήσαν οι βασιλιάδες της
Σπάρτης, Μακεδονίας, Ηπείρου κ.α.
Ο Ηρακλής ήταν δίδυμος αδελφός του Ιφίκλη και
γιος της πριγκίπισσας Αλκμήνης, κόρη του βασιλιά των Μυκηνών Ηλεκτρύονα, άρα ο
νόμιμος διάδοχος του θρόνου. Ωστόσο δεν έγινε αυτός βασιλιάς, επειδή ο
Σθέναλος, δολοφόνησε τον παππού του και πήρε αυτός το θρόνο. Ειδικότερα γιοι του Περσέα ( ο Περσέας ήταν αφενός γιος της Δανάης και του βασιλιά του Άργους
Ακρίσιου και αφετέρου ο ιδρυτής και ο
πρώτος βασιλιάς των Μυκηνών) και της Ανδρομέδας ήταν ο Ηλεκτρύονας, ο Σθέναλος,
η Γοργοφονη κ.α. Μετά το θάνατο του Περσέα το θρόνο των Μυκηνών πήρε ο
Ηλεκτρύονας που ήταν πατέρας της Αλκμήνης, μάνας του Ηρακλή. Ακολούθως ο
Σθέναλος φονεύει τον Ηλεκτρύονα κ.τ.λ. Ακολούθως ο Ηρακλής με τη Διηνάνειρα
γέννησαν τον Ύλλο και κείνος άλλους και έτσι δημιουργήθηκε το γένος των Ηρακλειδών
που μετά ξαναπήραν το θρόνο.
Μετά το θάνατο του Ευρυσθέα από τους
Αθηναίους, το θρόνο πήρε ο Ατρέας (ήταν και αυτός γιος του Πέλοπα και αδελφός της γυναίκας του Ευρυσθέα). Γιος του Ατρέα
ήταν ο Αγαμέμνονας, ο οποίος όταν πήρε το θρόνο αφενός συνένωσε το βασίλειο των
Περσειδών με το βασίλειο των Πελόπων (συνένωσε δηλαδή τους Δαναούς ή Αχαιούς με
τους κατακτητές Πέλοπες) , γινόμενος έτσι πανίσχυρος, και αφετέρου ηγήθηκε της
νικηφόρου και φημισμένης εκστρατείας εναντίον της Τροίας.
2) Για πολλούς η Κάθοδος των Ηρακλειδών «είναι
ένας ο μύθος που δημιουργήθηκε από τη μετανάστευση στην Ηπειρωτική Ελλάδα
Ελληνικών φύλων στο 110ο π.Χ». Ωστόσο η εκτίμηση αυτή είναι λάθος,
γιατί η κάθοδος αυτή είναι πραγματικότητα, σύμφωνα με τους Θουκυδίδη (Α, 12),
Ηρόδοτο (Α, 57), Ισοκράτη (Πανηγυρικός και Παναθηναϊκός)
κ.α.) Η Κάθοδος των Δωριέων με τους
Ηρακλείδες έγινε 700 χρόνια πριν από τον
Ισοκράτη, ως λέει ο ρήτορας αυτός ή 80
χρόνια μετά τα Τρωικά, καθώς λέει ο Θουκυδίδης.
Απλώς η ιστορία αυτή συνοδεύεται και
από πολλούς και μάλιστα καταπληκτικούς μύθους που σκοπό έχουν είτε να
διανθήσουν τα γεγονότα είτε να τονίσουν άλλα κ.τ.λ και βεβαίως να επηρεάσουν
την κοινή γνώμη υπέρ ορισμένων προσώπων.
Σύμφωνα με ένα μύθο, επειδή ο Ηρακλής ήταν
παράνομος γιος του Δία, η σύζυγος του
Δία Ήρα ζήλεψε και προκειμένου να εκδικηθεί τον Ηρακλής καθυστέρησε τον τοκετό
της Αλκμήνης, μάνας του Ηρακλή, και επίσπευσε τον τοκετό της Νικίππης, μάνας
του Ευρυσθέα, προκειμένου να γεννηθεί πρώτος Ευρυσθέας και να πάρει εκείνος τη
βασιλεία του Άργους, μια και οι δυο κατάγονταν από τον Περσέα βασιλιά του
Άργους.
Σύμφωνα με άλλο μύθο, η Αλκμήνη γέννησε
δίδυμα, τον Ηρακλή και τον Ιφικλή, όπου ο Ηρακλής ήταν γιος του Δία και ο
Ιφικλής του Αμφιτρύωνα. Την παλιά εποχή, όταν μια μάνα έκανε δίδυμα ή τρίδυμα ,
το ένα μόνο έλεγαν ότι ήταν παιδί του φυσικού πατέρα και το άλλο ή τα άλλα του
Θεού, δηλαδή τα αφιέρωναν στο Δία. Παρέβαλε ομοίως τους δίδυμους γιους της Λήδας, τους
Διόσκουρους (Κάστορα και Πολυδεύκη),
όπου ο ένας λέγονταν ότι ήταν γιος του Δία και ο άλλος του Τυνδάρεω,
συζύγου της Λήδας. Παρέβαλε ομοίως τα τετράδυμα παιδιά του βασιλιά της Κρήτης
Αστέριου, όπου η μεν Κρήτη λέγονταν ότι ήταν κόρη του Αστέριου και τα τρίδυμα:
Μίνωας, Ραδάμανθυς και Σαρπηδόνας, γιοι του Δία και της Ευρώπης, συζύγου του
βασιλιά Αστέριου.
Σύμφωνα με άλλο μύθο, ο Ευρυσθέας ανέθεσε στον
Ηρακλή να εκτελέσει τους δώδεκα άθλους, μήπως σκοτωθεί και έτσι δεν του πάρει
το θρόνο ή προκειμένου να εξιλεωθεί για το φόνο της πρώτης γυναίκας του, όπως
διέταξαν οι ιερείς της εποχής
3) Οι Αθηναίοι, επειδή ήσαν ίδιας φυλής με
τους Αχαιούς της Πελοποννήσου απ΄όπου κατάγονταν ο Ηρακλής και οι γιοι του,
στην αρχή δικαιολογούσαν και βοηθήσουν τους Ηρακλείδες και τους Δωριείς για
ο,τι έκαναν. Για παράδειγμα βοήθησαν να σκοτωθεί ο Ευρυσθέας και συνάμα έλεγαν ότι οι Δωριείς ήταν και αυτοί Αχαιοί
που είχαν έρθει ως εξόριστοι από την Πελοπόννησο στον Όλυμπο, πρβ: «Στη διάρκεια όμως των
δέκα χρόνων της πολιορκίας της Τροίας, στην πατρίδα κάθε επιτιθέμενου τα
πράγματα χειροτέρεψαν οι νεότεροι επαναστάτησαν
και δεν αποδέχτηκαν όπως έπρεπε τους στρατιώτες, όταν επέστρεψαν στον
τόπο τους. Ακολούθησαν αμέτρητοι φόνοι, σφαγές και εξορίες. Όσοι διώχτηκαν, ξαναγύρισαν
αργότερα με άλλο όνομα. Τώρα λέγονταν Δωριείς αντί Αχαιοί, γιατί εκείνος που
τους συγκέντρωσε στην εξορία κατάγονταν από τη Δωρίδα. (Δωριείς αντ’ Αχαιών
κληθέντες, δια το τον συλλέξαντα είναι τότες φυγάς Δωριάς). Πλήρης περιγραφή
αυτών που έγιναν τότε υπάρχει στους μύθους και στην ιστορία των Σπαρτιατών..»
(Πλάτων Νόμοι Γ, 682, e)
Μετά, επειδή οι Δωριείς που πήγαν στην
Πελοπόννησο δεν ξαναγύρισαν στη Στερεά Ελλάδα και συνάμα δε λάμβαναν υπόψη τους
τους Αθηναίους, οι Αθηναίοι έλεγαν ότι οι Δωριείς και γενικά οι Σπαρτιάτες δεν
ήσαν ούτε καθαρόαιμοι ούτε και καλοί Έλληνες, γιατί αφενός έγιναν κατακτητές
άλλων Ελλήνων και αφετέρου αναμείχθηκαν με τους Δαναούς και Πέλοπες.
4) Οι Ηρακλείδες, σύμφωνα με τον Ισοκράτη,
Πλάτωνα κ.α., είχαν αυτοεξοριστεί στην
Αττική, φοβούμενοι μην τους δολοφονήσει ο Ευρυσθέας. Εκεί εκστράτευσε εναντίον τους ο Ευρυσθέας, όμως
οι Αθηναίοι τον φόνευσαν, επειδή έτρεφαν σεβασμό τον Ηρακλή.
Οι
Ευρυπωντίδαι και οι Αιγίδαι
Ο Πλούταρχος (Άγης και Κλεομένης) αναφέρει ότι στη Σπάρτη υπήρχαν ταυτόχρονα
δυο βασιλιάδες, που ο ένας ήταν λέει από
την οικογένεια των Ευρυποτιδών και ο άλλος από αυτή των Αγιαδών.
Σύμφωνα με τον Παυσανία (Λακωνικά), «Αιγίδαι» λέγονταν η μια βασιλική
οικογένεια της Σπάρτης, όνομα που πήρε από το βασιλιά Άγη, γιο του Ευρυσθένη,
και «Ευρυπωντίδαι» λέγονταν η άλλη
βασιλική οικογένεια της Σπάρτης, ονομασία που πήρε από το βασιλιά Ευρυπών,
εγγονό του Προκλη.
Ο Ευρυσθένης και ο Προκλης ήταν οι δίδυμοι γιοι του Αριστόδημου και εγγονοί
του Ηρακλή, που με τους άλλους Ηρακλείδες
και Δωριείς κατέλαβαν τη Λακωνία. Μάλιστα για να μη τσακωθούν μεταξύ
τους έγιναν και οι δυο βασιλιάδες, ως χρησμοδότησε η Πυθία. Επίσημα πρώτοι
βασιλιάδες της Σπάρτης ήταν οι απόγονοί τους Ευρυπών και ο Αγις και γι αυτό οι
μετέπειτα από αυτούς βασιλιάδες ονομάστηκα Ευρυπωντλιδες και Αιγιάδες.
«Ευρυσθένει πρεσβυτέρῳ τών Αριστοδήμου παίδων οντι ηλικίαν γενέσθαι
λέγουσιν υἱον Αγιν: Από τούτου δε το γένος το Ευρυσθένους καλουσιν Αγιάδας. επι
τούτου Πατρεί τω Πρευγένους κτίζοντι εν Αχαί̈α πολιν,
ήντινα Πάτρας και ες ημας καλουσιν από του Πατρέως τούτου, συνεπελάβοντο
Λακεδαιμόνιοι του οικισμου. συνήραντο δε και Γρα τω Εχέλα του Πενθίλου του
Ορέστου στελλομένῳ ναυσιν ες αποικίαν. (Παυσανία, Λακωνικά ΙΙ, 1 – 2)
Χαρίλαος δε ο τής ετέρας οικίας βασιλεὺς συνεξείλε
μεν και Αρχελάῳ την Αίγυν, οποσα δε και ιδίᾳ Λακεδαιμόνίων
αυτος έδρασεν ηγούμενος, μνήμην και τώνδε ποιησομεθα ομου τω λογῳ μεταβάντι ες τοὺς Ευρυπωντίδας καλουμένους. (Παυσανία, Λακωνικά ΙΙ, 5 – 6)
Σημειώνεται ότι:
1) Επειδή η Σπάρτη είχε δυο βασιλιάδες,
μερικοί λένε ότι ο ένας ήταν στην καταγωγή Αχαιός και ο άλλος Δωριέας, κάτι που
είναι λάθος. Η αλήθεια είναι αυτή που είδαμε πιο πριν.
2) Ο Ξενοφώντας (Πολιτεία Λακεδαιμονίων) μιλά
για ένα βασιλιά στη Σπάρτη, ίσως γιατί δε λάμβανε υπόψη του τον άλλο που
βρισκόταν σε εκστρατεία ως αρχιστράτηγος.
1. Ο Ηρόδοτος, σχετικά με τους Σπαρτιάτες και
γενικά το ελληνικό έθνος αναφέρει τα εξής: «Ύστερα έβαλε μπρος να εξετάσει ποιοι ανάμεσα στους Έλληνες ήσαν
οι δυνατότεροι, που θα μπορούσε να κάνει φίλους. Και ψάχνοντας βρήκε πως
ξεχώριζαν οι Λακεδαιμόνιοι και οι Αθηναίοι, οι πρώτοι ανάμεσα στους Δωριείς, οι
δεύτεροι ανάμεσα στους Ίωνες. Γιατί τα
έθνη αυτά ήσαν τα πιο γνωστά, όντας τα παλιά χρόνια το τελευταίο Πελασγικό, το
πρώτο Ελληνικό. Οι Αθηναίοι ποτέ ως τώρα
δεν ξεσηκώθηκαν από τον τόπο τους, ενώ οι άλλοι ήταν πολυπλάνητοι. Γιατί όσο
βασίλευε Δευκαλίων, κατοικούσαν τη Φθιώτιδα, στα χρόνια πάλι του Δώρου, του
γιου του Έλληνα, τη χώρα στις πλαγιές της Όσσας και του Ολύμπου που τη λεν
Ιστιαιώτιδα. Και αφότου και από την Ιστιαιώτιδα τους ξεσήκωσαν οι Καδμείοι,
κατοικούσαν στην Πίνδο με το όνομα έθνος Μακεδνόν. Από εκεί πάλι άλλαξαν
τόπο και πήγαν στη Δρυοπίδα και από εκεί έφτασαν πια εκεί που είναι, δηλαδή
στην Πελοπόννησο, και ονομάστηκαν έθνος
Δωρικό. (Ηρόδοτος Α, 57)
«Συγκροτούσαν
δε το στόλο (τον ελληνικό στη Μάχη της Σαλαμίνας) οι εξής: Από την Πελοπόννησο
οι Λακεδαιμόνιοι με 16 πλοία, οι Κορίνθιοι, με τον ίδιο αριθμό πλοίων, το
οποίον έδωσαν και εις το Αρτεμίσιον. Οι Σικυώνιοι, με δέκα πλοία, οι Επιδαύριοι
με δέκα, οι Τροιζήνιοι με πέντε, οι Ερμιονείς με τρία. Όλοι αυτοί, εκτός των Ερμιονέων
ανήκουν στο Δωρικό και Μακεδνόν έθνος, ελθόντες στην Πελοπόννησο από τον Ερινεόν και την Πίνδον(«εόντες ούτοι
πλην Ερμιονέων Δωρικό τε και Μακεδνόν
έθνος, εξε Ερινεού τα και Πίνδου»), και το τελευταίον από την Δρυοπίδα. Οι δε
Ερμιονείς είναι καθαυτό Δρύοπες τους οποίους εξεσήκωσαν από τη σήμερον λεγόμενη
Δωρίδα ο Ηρακλής και οι Μαλιείς. Εκ των Πελοπονησίων αυτοί ήσαν εις το στόλον
(δηλαδή τον ελληνικό στη Μάχη της Σαλαμίνας)» (Ηρόδοτος Η, 43)
Επομένως
και σύμφωνα με τον Ηρόδοτο: Α) Αρχικά όλοι οι άνθρωποι ήσαν βάρβαροι και
σε κάποια στιγμή ξέκοψαν οι Πελασγοί (= οι Λακεδαιμόνιοι ή Σπαρτιάτες, οι Ίωνες ή Αθηναίοι, οι νησιώτες κ.α.) και
αποτέλεσαν ξέχωρο έθνος, το ελληνικό, και μετά προσχώρησαν σ’ αυτό και πολλά άλλα βαρβαρικά φύλα. Β) Οι Δωριείς ήταν έθνος αφενός ελληνικό,
απόγονοι του Δώρου γιου του Έλληνα και αφετέρου πολυπλάνητο. Στα χρόνια του
βασιλιά Δευκαλίωνα οι Δωριείς κατοικούσαν στη Φθιώτιδα. Από εκεί και επί
βασιλιά Δώρου (απ΄ όπου πήραν το όνομα Δωριείς ) πήγαν στις πλαγιές της Όσσας
και του Ολύμπου, στην Ιστιαιώτιδα. Από εκεί τους ξεσήκωσαν οι Καδμείοι και
πήγαν και κατοίκησαν στην Πίνδο με το όνομα έθνος Μακεδνό. Τέλος από την Πίνδο
κάποιοι από αυτούς πήγαν στη Δρυοπία και από εκεί στην Πελοπόννησο. Γ) Οι Λακεδαιμόνιοι, οι Κορίνθιοι, οι
Σικυώνιοι, οι Επιδαύριοι, οι Τροιζήνιοι, οι Ερμιονείς της Πελοποννήσου που
έστειλαν πλοία για απόκρουση των Περσών στον Ισθμό και στη Σαλαμίνα, εκτός των
Ερμιονέων, ανήκουν στο Δωρικό και Μακεδνόν έθνος, που μετοίκησαν στην Πελοπόννησο
από τον Ερινεόν και την Πίνδον.
2. Ο Θουκυδίδης, σχετικά με τους Δωριείς
και τα πράγματα στην Ελλάδα μετά τα τρωικά, λέει (σε μετάφραση Ελ. Βενιζέλου)
τα εξής: «Καθόσον και μετά τα Τρωικά ακόμη αι
μεταναστεύσεις και νέαι εγκαταστάσεις εξηκολούθησαν εις την Ελλάδα, εις τρόπον
ώστε δι' έλλειψιν ησυχίας, δεν ημπόρεσεν αύτη να αναπτυχθή. Τωόντι, η μεγάλη
βραδύτης της επιστροφής των Ελλήνων από την Τροίαν είχε προκαλέσει πολλάς
πολιτικάς μεταβολάς, καθ' όσον συχναί στάσεις εγίνοντο εις τας πόλεις και όσοι
συνεπεία αυτών εξωρίζοντο ίδρυαν νέας τοιαύτας. Και οι σημερινοί Βοιωτοί,
εκδιωχθέντες το εξηκοστόν έτος μετά την άλωσιν της Τροίας υπό των Θεσσαλών από
την Άρνην, εγκατεστάθησαν εις την χώραν, η οποία σήμερον καλείται Βοιωτία, ενώ
πρότερον εκαλείτο Καδμηΐς (μέρος, άλλωστε, αυτών ήτο ήδη εγκατεστημένον από
πριν εκεί, και από αυτούς προήρχοντο οι Βοιωτοί που έλαβαν μέρος εις την
εκστρατείαν κατά της Τροίας). Και οι
Δωριείς με τους Ηρακλείδας κατέλαβαν την Πελοπόννησον το ογδοηκοστόν έτος. Ως
εκ τούτου, μόλις μετά παρέλευσιν πολλού καιρού ησύχασεν οριστικώς η Ελλάς και
ο πληθυσμός της έπαυσεν υποκείμενος εις βιαίας μετακινήσεις, οπότε και ήρχισε
ν' αποστέλλη αποικίας. Και οι μεν Αθηναίοι απώκισαν τας Ιωνικάς πόλεις της Μικράς
Ασίας και τας περισσοτέρας νήσους του Αιγαίου πελάγους, οι δε Πελοποννήσιοι το
πλείστον της Ιταλίας και Σικελίας και μερικά άλλα μέρη της λοιπής Ελλάδος. Όλαι
αυταί άλλωστε αι αποικίαι ιδρύθησαν μετά τα Τρωικά». (Θουκυδίδης, Α 12)
Επομένως και σύμφωνα με το
Θουκυδίδη (Α 3 – 19) : α) Η καθυστέρηση της επιστροφής των Ελλήνων από την Τροία είχε προκαλέσει
πολλές πολιτικές μεταβολές, επειδή οι συχνές στάσεις στις πόλεις είχαν ω
συνέπεια να εξορίζονται οι στασιαστές και αυτοί να ιδρύουν νέες πόλεις, β) Ογδόντα
(80) χρόνια μετά τα Τρωικά ( δηλαδή κάπου το 1129
π.Χ.) οι
Δωριείς με τους Ηρακλείδες έφυγαν από τη Στερεά και πήγαν και κατέλαβαν την Πελοπόννησο
και αυτό το γεγονός ήταν η τελευταία μετακίνηση ελληνικών φύλων, αφού έκτοτε ησύχασε οριστικά η Ελλάδα και άρχισε
να κάνει αποικίες και οι μεν Αθηναίοι αποίκησαν τις ιωνικές πόλεις της Μ. Ασία και στα νησιά, οι Πελοποννήσου
στην Ιταλία και Σικελία κ.α.
Ο Πλάτωνας , σχετικά
με την Κάθοδο των Ηρακλειδών με τους
Δωριείς, αναφέρει ότι βασιλιάς του
Άργους έγινε ο Τήμενος, της Μεσσήνης ο Κρεσφόντης και της Σπάρτης ο Πρόκλης και
Ευρυσθένης, ο λόγος που στη Σπάρτη υπήρχαν
μετά δυο βασιλιάδες, όλοι παιδιά του Ηρακλή και καλύτεροι ως αρχηγοί από
τους απογόνους του Πέλοπα. Ακολούθως οι βασιλιάδες αυτοί ή οι τρεις Δωρικές
πόλεις Σπάρτη, Μεσσήνη και Αργος έκαναν
συνασπισμό με ηγέτιδα τη Σπάρτη για την αντιμετώπιση των διαφόρων εχθρών τους,
πρβ:
«Βασιλιάς του Άργους έγινε ο Τήμενος, της Μεσσήνης ο Κρεσφόντης και της Σπάρτης
ο Πρόκλης και Ευρυσθένης…. Για την αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου, οι Δωριείς
ένωσαν τις δυνάμεις τους, που ήταν μοιρασμένες στις τρεις πόλεις τους κάτω από
την εξουσία βασιλιάδων που ήταν αδέλφια, γιοι του Ηρακλή. Ο στρατός αυτός ήταν
ανώτερος από εκείνο που πολέμησε στην Τροία (υπονοεί του Μενελάου και του
Αγαμέμνονα). Πρώτα-πρώτα, όλοι θεωρούμε ότι οι γιοί του Ηρακλή ήταν καλύτεροι
αρχηγοί από τα εγγόνια του Πέλοπα. Τέλος, έλεγα ότι εκείνοι ήταν Αχαιοί, που
είχαν νικηθεί από τους Δωριείς.»… (Πλάτων Νόμοι Γ, 683 – 686)
Ο Θουκυδίδης
αναφέρει ότι μετά τα Τρωικά επειδή δεν υπήρχε πολιτική σταθερότητα στα διάφορες
αρχαίες γνωστές πόλεις δεν ήκμασε καμιά πλην της Σπάρτης, η οποία επειδή επί 400 χρόνια
και ίσως και περισσότερο πριν από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο είχαν πολιτική σταθερότητα, μπόρεσαν και
έγιναν ισχυροί και να ηγεμονεύουν των άλλων πόλεων, πρβ: «Διότι επί
τετρακόσια ήδη έτη προ του τέλους του παρόντος πολέμου, ίσως και ολίγον
περισσότερον χρόνον, οι Λακεδαιμόνιοι διατηρούν το ίδιον πολίτευμα, και αυτός
είναι ο λόγος, ένεκα του οποίου έγιναν ισχυροί και ημπόρεσαν να ρυθμίζουν και
τα των άλλων πόλεων. Ολίγον χρόνον από την κατάλυσιν των τυράννων εις την
Ελλάδα, έγινε και η μάχη του Μαραθώνας μεταξύ Περσών και Αθηναίων. Δέκα άλλωστε
έτη μετά την μάχην αυτήν ο βάρβαρος ήλθε πάλιν με τον μεγάλον στρατόν και
στόλον του εναντίον της Ελλάδος, διά να την υποδούλωση. Και ενώπιον του
επικρεμασθέντος μεγάλου κινδύνου, οι
Λακεδαιμόνιοι, λόγω του ότι ήσαν το ισχυρότερον ελληνικόν κράτος, ανέλαβαν την
αρχηγίαν των συμπολεμησάντων Ελλήνων» (Θουκυδίδης Α 18, μετάφραση Ελ.
Βενιζέλου)
Ο Διόδωρος
(Βίβλος 7, Αποσπάσματα 12) λέει ότι οι Λακεδαιμόνιοι, εφαρμόζοντας τους νόμους
του Λυκούργου από ασήμαντοι έγιναν οι δυνατότεροι των Ελλήνων και διατήρησαν
την ηγεμονία των Ελλήνων επί περισσότερα από 400 χρόνια. (Περισσότερα βλέπε πιο
κάτω)
Κάποια
σημερινά βιβλία, όπως το πρώην σχολικό βιβλίο της Α’ τάξης Γυμνασίου «Ιστορία αρχαίων
χρόνων ως το 300 π.Χ.» (Λ. ΤΣΑΚΤΣΙΡΑ, Μ. ΤΙΒΕΡΙΟΥ) αναφέρουν ότι: «Τα πρώτα ελληνικά φύλα υπολογίζεται ότι
έφτασαν στον ελληνικό χώρο γύρω στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ.,….. Τα ελληνικά φύλα που έφτασαν στην Ελλάδα ήταν τμήμα της
ινδοευρωπαϊκής γλωσσικής οικογένειας στην οποία ανήκαν και τα ιταλικά, οι
Κέλτες, οι Γερμανοί, οι Σλάβοι, οι Μήδοι και οι Πέρσες, οι Ινδοί….. Οι
Μυκηναίοι ανήκουν στα ινδοευρωπαϊκά φύλα που με αφετηρία τα Ουράλια όρη
εξαπλώθηκαν στην Ευρώπη και μέχρι την Ινδία…».
Μερικοί
λένε και ότι οι Δωριείς ήρθαν στην
Ελλάδα από το βορρά, από τις πεδιάδες της σημερινής Ουγγαρίας ή τα Ουράλια όρη,
το 1100 κατασφάζοντας όσους λαούς βρήκαν στο διάβα τους, καθώς και ότι μετά την
κατάκτηση της Ελλάδας από τους Δωριείς δημιουργήθηκε ο πρώτος ελληνικός
πολιτισμός.
Λένε
επίσης ότι όταν οι Δωριείς κατέβηκαν στη Σπάρτη
έκαναν τους παλιούς Σπαρτιάτες είλωτες, δηλαδή δούλους. Ακολούθως οι Δωριείς πήγαν και στην Κρήτη όπου οι
Kρήτες αντιστάθηκαν γενναία, όμως μπροστά στα σιδερένια όπλα των αντιπάλων,
αντί των χάλκινων δικών που είχαν οι άλλοι, υπέκυψαν. Ακολούθως η δομή της
κοινωνίας της Κρήτης ακολούθησε τα πρότυπα της κοινωνίας της Σπάρτης. Δηλαδή
χώρισαν τους κατοίκους της Κρήτης σε διάφορες κατηγορίες υποτελών, τους περίοικους,
μνωίτες κ.λπ.
Ωστόσο
όλα αυτά είναι κακοήθειες ανθελληνικών κέντρων, γιατί:
1) Δεν ευσταθούν, δεν αναφέρονται σε καμιά αρχαία πηγή.
2) Οι είλωτες ήταν μόνο Μεσσήνιοι αιχμάλωτοι πολέμου, πρβ «οι Πλείστοι
από τους Είλωτας ήσαν απόγονοι των παλαιών Μεσσηνίων, οι οποίοι είχαν υποδουλωθή
κατά τον πρώτον Μεσσηνιακόν πόλεμον, και ως εκ τούτου ωνομάσθησαν όλοι
Μεσσήνιοι. (Θουκυδίδης, Ιστοριών 1, 101 μετάφραση Ελ. Βενιζέλου). Έπειτα: α)
οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν για «μειωνίτες» και όχι «μνωίτες»,
όπως παραφράζουν σκόπιμα μερικοί. Οι «μειωνίτες» ήταν όσοι από τους
Δωριείς έχαναν τα πολιτικά τους δικαιώματα
είτε γιατί δεν μπορούσαν να συνεισφέρουν
στα συσσίτια είτε γιατί δείλιασαν σε μάχη
κ.τ.λ., β) η ονομασία «Μινωίτες» είναι σημερινή, του Evans, άρα πως συνδέουν την ονομασία
«μινωίτες» με την ονομασία «μειωνίτες»?
3) Οι Δωριείς ήσαν στην καταγωγή Αχαιοί
που εξορίστηκαν από την Πελοπόννησο από το βασιλικό οίκο του Πέλοπα, όταν
ήρθε από τη Μ. Ασία με Φρύγες και είχα
καταλάβει τις Μυκήνες, και πήγαν στη Δωρίδα της Στερεάς Ελλάδας απ΄όπου πήραν
το όνομα Δωριείς. Μετά οδηγημένοι κάποιοι από αυτούς από τους Ηρακλείδες ξαναγύρισαν
στην Πελοπόννησο, πρβ: «Στη διάρκεια όμως των δέκα χρόνων της πολιορκίας της Τροίας, στην
πατρίδα κάθε επιτιθέμενου τα πράγματα χειροτέρεψαν οι νεότεροι
επαναστάτησαν και δεν αποδέχτηκαν όπως
έπρεπε τους στρατιώτες, όταν επέστρεψαν στον τόπο τους. Ακολούθησαν αμέτρητοι
φόνοι, σφαγές και εξορίες. Όσοι διώχτηκαν, ξαναγύρισαν αργότερα με άλλο όνομα. Τώρα λέγονταν Δωριείς αντί Αχαιοί, γιατί
εκείνος που τους συγκέντρωσε στην εξορία κατάγονταν από τη Δωρίδα. (Δωριείς
αντ’ Αχαιών κληθέντες, δια το τον συλλέξαντα είναι τότες φυγάς Δωριά). Πλήρης
περιγραφή αυτών που έγιναν τότε υπάρχει στους μύθους και στην ιστορία των
Σπαρτιατών..» (Πλάτων Νόμοι Γ, 682, e)
4) Οι αρχαίοι συγγραφείς (Θουκυδίδης,
Ηρόδοτος, Εκαταίος κ.α.), όπως είδαμε πιο πριν, αναφέρουν ότι το ελληνικό έθνος αποκόπηκε
από τους αυτόχθονες Πελασγούς και μετά προσχώρησα σ’ αυτό όλοι οι Πελασγοί, καθώς
και μερικά άλλα βάρβαρα φύλα. Τα άλλα βάρβαρα φύλα ήσαν οι Καδμείοι ή Θηβαίοι
και οι Δαναοί που είχαν έρθει από την Αίγυπτο στην Ελλάδα, οι Πέλοπες που είχαν
έρθει στην Ελλάδα από τη Μ. Ασία, οι Εύμολποι (Ελευσίνιοι) που είχαν έρθει στην
Ελλάδα από τη Θράκη κ.α. Επομένως αυτά τα περί Ινδοευρωπαϊκής γλωσσικής οικογένειας
απ΄ όπου κατάγονται οι Έλληνες είναι
λάθος υπόθεση. (Περισσότερα βλέπε: «Το όνομα, η καταγωγή, το έθνος, ο
πολιτισμός και η Ιστορία των Ελλήνων»,
Α. Κρασανάκη)
5) Ο σίδηρος (σύμφωνα με το Πάριο χρονικό
και τους Διόδωρο, Στράβωνα κ.α.) είχε βρεθεί στην Ίδη της Κρήτη ήδη επί Μίνωα A’ , άρα
σιδερένια όπλα είχαν και οι Μινωίτες.
Έπειτα τα αρχαία όπλα (δόρυ, ξίφος, ασπίδα κ.τ.λ.) είτε είναι από χαλκό
είτε είναι από σίδερο δε διαφέρουν σε τίποτα ως προς την απόδοση. Απλώς τα χάλκινα
είναι πιο ελαφριά και γι αυτό πάντα ήταν από χαλκό ή προσμίξεις του. Επομένως
αυτά τα περί σιδερένιων όπλων των Δωριέων που κατάσφαξαν τους Μινωίτες
κ.α. είναι αν μη τι άλλο λάθος υπόθεση.
6) Ο Ηρόδοτος (Α 56-58, Ε 17 και Η 43)
λέει ότι η κάθοδος των Δωριέων έγινε όχι από τα Ουράλια όρη ή την
Ουκρανία, αλλά από τον ελληνικό βορά
(από την Πίνδο της Μακεδονίας) και αφού πρώτα έκαναν εκεί άνοδο, δηλαδή πήγαν
από τη Δωρίδα της Θεσσαλίας στη Μακεδονία και από εκεί μερικοί μετά κατέβηκαν
στην Πελοπόννησο. Επομένως αυτά τα περί καθόδου των Δωριέων από τα Ουράλια όρη
είναι αν μη τι άλλο λάθος υπόθεση.
7) Οι αρχαίοι συγγραφείς ( Όμηρος,
Πλάτωνας, Διόδωρος, Παυσανίας κ.α.), λένε ξεκάθαρα ότι ο Μίνωας και οι αρχαίοι
Κρήτες ήσαν Έλληνες και ο Μινωικός πολιτισμός
ελληνικός. (Περισσότερα για το θέμα αυτό βλέπε στο βιβλίο: Κρητική Ιστορία, Α. Κρασανάκη)
8) Η αλήθεια είναι ότι οι Σπαρτιάτες
αντέγραψαν τους νόμους και τα ήθη και έθιμα των Κρητών και όχι οι Κρήτες των
Σπαρτιατών, όπως είδαμε πιο πριν.
9) Ο Ισοκράτης (Παναθηναϊκός 46 – 56, 204 –
206 κ.α.) απαντώντας λέει σ’ αυτούς που λένε ότι τους
καλύτερους θεσμούς στην Ελλάδα τους δημιούργησαν οι Δωριείς , απαντά τα εξής: α) Οι Δωριείς (Σπαρτιάτες κ.α.) το μόνο που
ήξεραν να κάνουν καλά ήταν ο πόλεμος και συνάμα να φέρουν τα πράγματα έτσι ώστε
να ηγούνται άλλων ελληνικών πόλεων. β) Οι Δωριείς (Σπαρτιάτες κ.α.) δεν
είναι καλοί Έλληνες και συνεπώς δεν
πρέπει να ηγεμονεύουν των Ελλήνων, γιατί
αφενός έφυγαν από τον τόπο τους στη Στερεά Ελλάδα και πήγαν στην
Πελοπόννησο προκειμένου να αποκαταστήσουν στην εκεί βασιλεία του Άργους τους
εξόριστους βασιλιάδες του οίκου των Ηρακλειδών και αφού το έκαναν δεν
ξαναγύρισαν στον τόπο τους και αφετέρου
κατά την κάθοδό τους δε σταμάτησαν να πολιορκούν και να λεηλατούν τη μια μετά
την άλλη, τις πόλεις της Πελοποννήσου (Μεσσήνη, Λακεδαίμονα, κ.α.) παρά μόνο αφού τις υπέταξαν όλες, εκτός από
το Άργος, αν και δεν έπρεπε να κάνουν κάτι τέτοιο, γιατί αφενός εκείνους που λεηλάτησαν και κατάστρεψαν ήσαν ίδιας
καταγωγής μ’ αυτούς, ήσαν και αυτοί Έλληνες, και αφετέρου άξιζαν να τύχουν
ευγνωμοσύνης εκ μέρους όλων των Ελλήνων επειδή έκαναν την εκστρατεία της
Τροίας. γ) Αν δεχτούμε ότι οι Δωριείς υπήρξαν οι δημιουργοί του πολιτισμού,
τότε τι να πουν αυτοί που δημιούργησαν τους καλύτερους θεσμούς στην Ελλάδα, δηλαδή ο Μίνωας με το Ραδάμανθυ, ο
Αιακός, οι σύγχρονοι του Θησέα και του Ηρακλή και όσοι εκστράτευσαν στην Τροία?
«Αν είναι έτσι τα πράγματα, ας δεχτούμε ότι
έχεις δίκιο, όταν λες ότι οι άνθρωποι
αυτοί (οι Σπαρτιάτες) υπήρξαν οι δημιουργοί των καλύτερων θεσμών, τότε, αναγκαστικά,
όλοι εκείνοι οι άνθρωποι που έζησαν πολλές γενιές πριν οι Σπαρτιάτες
εγκατασταθούν στην Πελοπόννησο, πρέπει να μη διέθεταν κανένα από αυτά τα προσόντα,
δηλαδή ούτε οι στρατιώτες που εκστράτευσαν στην Τροία, ούτε οι σύγχρονοι του
Ηρακλή και του Θησέα, ούτε ο Μίνωας, ο γιος του Δία, ούτε ο Ραδάμανθυς, ούτε ο
Αιακός ούτε κάποιος από τους μεγάλους άνδρες που υμνούνται γι αυτές τις αρετές,
οπότε κακώς έχουν τη φήμη που απολαμβάνουν»… (Ισοκράτους Παναθηναϊκός 205)
Επομένως οι
Δωριείς δεν είναι οι Δημιουργοί του ελληνικού πολιτισμού, αλλά οι άλλοι Έλληνες
και ειδικότερα ο Μίνωας με το Ραδάμανθυ, ο Αιακός, οι σύγχρονοι του Θησέα και
του Ηρακλή και όσοι εκστράτευσαν στην Τροία,
Σημειώνεται επίσης ότι:
1)
Ο Διόδωρος Σικελιώτης λέει ότι μετά την κάθοδο των Ηρακλειδών Αργείοι και
Λακεδαιμόνιοι κατέκτησαν και την Κρήτη, κάτι που δεν πρέπει να είναι
αληθές, γιατί οι άλλοι αρχαίοι
συγγραφείς λένε ότι αυτοί πήγαν στην Κρήτη και απλώς έκαναν αποικία τους μόνο την πόλη Λύκτο. Άλλωστε ένα άλλο φύλο
των Δωριέων βρισκόταν ήδη στην Κρήτη. Είχε πάει εκεί με τον Τέκταμο πριν από τα
Τρωικά και πριν από το Μίνωα.
2)
Ο Στράβωνας, σχετικά με το αν πήγαν ή όχι οι Δωριείς με τους Ηρακλείδες στην
Κρήτη, λέει ότι επειδή ο Όμηρος αναφέρει
μια φορά ότι η Κρήτη είχε 90 πόλεις και μια άλλη φορά ότι η Κρήτη είχε 90
πόλεις, ο ιστορικός ο Έφορος ισχυρίζεται ότι τις 10 παραπάνω πόλεις τις έκτισαν
μετά από τα Τρωικά οι Δωριείς με τον Αλθαιμένη τον Αργείο, πρβ: « ο ποιητής
μια φορά αναφέρει την Κρήτη με 100 και μια φορά με 90 πόλεις. Ο Έφορος
υποστηρίζει πως οι δέκα χτίστηκαν μετά τα Τρωικά από τους Δωριείς από τον
Αλθαιμένη τον Αργείο. Πάντως ο Οδυσσέας την ονομάζει νησί με 90 πόλεις». (Στράβων 10 c 479, 15). Πέραν όμως αυτών ο Στράβωνας αναφέρει
επίσης και τα εξής: « Ο Σπαρτιάτης νομοθέτης Λυκούργος ήταν πέντε
γενιές νεότερος από τον Αλθαιμένη, που δημιούργησε την πρώτη αποικία στην
Κρήτη. Τον θεωρούν παιδί του Κίσου που ίδρυσε το Άργος το ίδιο καιρό που ο
Προκλής συνοίκιζε τη Σπάρτη…»(Στράβων 10 c 481, 18). Επομένως ο Στράβων θεωρεί τελικά ότι οι
Δωριείς με τους Ηρακλείδες πήγαν στην Κρήτη, όμως όχι ως κατακτητές, αλλά ως
άποικοι.
3)
Ο Αριστοτέλης αναφέρει και αυτός ότι οι Σπαρτιάτες πήγαν στην Κρήτη ως άποικοι
και όχι ως κατακτητές όλης της Κρήτης, πρβ: «Σύμφωνα με την παράδοση, όταν ο
Λυκούργος άφησε την επιτροπεία του βασιλιά Χαρίλ(α)ου και έφυγε, έμεινε το
μεγαλύτερο διάστημα στην Κρήτη λόγω της μεταξύ τους συγγένειας, γιατί οι Λύκτιοι ήταν Λάκωνες άποικοι κι όταν πήγαν στη Λύκτο
και την έκαναν αποικία, διατήρησαν τη νομοθεσία των κατοίκων της πόλης. Γι αυτό
και τώρα οι περίοικοι έχουν τους ίδιους νόμους, επειδή πρώτος θέσπισε τη
νομοθεσία ο Μίνωας» (Αριστοτέλης Πολιτικά
Β 1271b).
Ομοίως
ο Διόδωρος Σικελιώτης (βίβλος 16, 62) αναφέρει ότι μετά τον καλούμενο Φωκικό
πόλεμο κάποιοι Κνώσιοι πήγαν στη
Λακωνική Μαλέα και βρήκαν μισθοφόρους με αρχηγό το Φάλαικο και μ’ αυτούς κατέλαβαν τη Λύκτο. Κατόπιν αυτού οι Λύκτιοι ζήτησαν τη βοήθεια των Σπαρτιατών.
Οι Σπαρτιάτες με στρατηγό τον Αρχίδαμο
ήταν τότε έτοιμοι με στρατιωτικές και ναυτικές δυνάμεις να πάνε
στην Ιταλία προκειμένου να βοηθήσουν τους Ταραντίνους που ήταν σε πόλεμο με
τους Λευκαντούς, αντί αυτού προτίμησαν να πάνε να βοηθήσουν τους Λύκτιους ως
συγγενείς, κάτι που έκαναν. Ο Φάλαικος και οι μισθοφόροι του ήταν από τη Φωκίδα-Λοκρίδα
και είχαν πάει στην Πελοπόννησο, γιατί είχαν κάνει συμφωνία με το Φίλιππο να
φύγουν από εκεί για να μη τους σκοτώσει, επειδή λεηλάτησαν το μαντείο των
Δελφών. Ωστόσο ο Φάλαικος μετά σκοτώθηκε στην Κυδωνία, όταν πήγε να την
καταλάβει και δεν το κατόρθωσε.
Επομένως
και σύμφωνα με όσα λέει και ο Στέφανος
Βυζάντιος: «Η Λύκτος είναι πόλη της Κρήτης, η οποία πήρε το όνομά της από το
Λύκτο, το Λυκάονα. Μερικοί πιστεύουν ότι πήρε αυτό το όνομα επειδή βρίσκεται σε
υψηλό τόπο. Το εθνικό είναι Λύκτιος και το θηλυκό Λυκτηίς», η πόλη Λύκτος,
όπως και η Γόρτυνα και η Κυδωνία ήταν πόλη των Αχαιών που είχαν έρθει από την
Πελοπόννησο. Ωστόσο αυτή, μετά την κάθοδο των Δωριέων με τους Ηρακλειδες,
συνεργάστηκε με τους Ηρακλείδες, για να ανταγωνιστεί τη γείτονα Κνωσό, και έτσι
η Λύκτος έγινε το κέντρο του Δωρισμού στην Κρήτη.
Α. Η ΑΧΑΙΚΗ ΣΠΑΡΤΗ – ΤΡΩΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
Αρχικά στην Πελοπόννησο, όπως ειδαμε σε προηγούμενο
κεφάλαιο, ζούσαν οι αυτόχθονες Αργείοι
(οι μη Αρκάδες, οι κάτοικοι του Άργους) και οι Πελασγοί (ή άλλως Αρκάδες).
Το 15ο αι. π.Χ. έρχονται στην Πελοπόννησο από τη Φθιώτιδα οι
καλούμενοι Αχαιοί με αρχηγό τον Ξούθο (=
ο πατέρας του Αχαιού και Ίωνα, μετέπειτα βασιλιάδων), που ήταν γιος του βασιλιά
της Φθιώτιδας Έλληνα (απ’ όπου και Έλληνες οι απόγονοί του), και ιδρύουν εκεί
βασίλειο, στο οποίο προσχωρούν όλοι οι Πελοποννήσιοι απ΄όπου μετά οι Αργείοι
και οι Πελασγοί ονομάστηκαν και αυτοί
Έλληνες.
Λίγο χρόνια μετά την άφιξη του Ξούθου στην Πελοπόννησο πρόσφυγες με
αρχηγό το Δαναό από την Αίγυπτο (είχαν εκδιωχθεί από την Αίγυπτο μαζί με τους
Καδμείους ή Θηβαίους και τους Εβραίους) πάνε και καταλάβουν το Άργος της Πελοποννήσου.
Κατά τη μάχη ο βασιλιάς των Αργείων Γελάνωρ εκθρονίζεται, δεν είχε και γιο ως
διάδοχο του θρόνου, και το θρόνο αναλαμβάνει ο Δαναός που αναμειγνύει ειρηνικά
τους Δαναούς με τους Αχαιούς του Άργους απ΄όπου και η ονομασία Αργείοι = Δαναοί
ή Αχαιοί.
Το 12 αι. π.Χ., και συγκεκριμνενα δυο γενιές πριν τα Τρωικά, ο Πέλοπας, γιος του βασιλιά της Φρυγίας στη Μ.
Ασία, με Φρύγες πάει στις Μυκήνες προκειμένου
να συμμετάσχει υποτίθεται σε αθλητικούς αγώνες και με δολοπλοκία καταλαμβάνει
και το θρόνο και όλη την Πελοπόννησο και από τότε η νήσος αυτή φέρει το όνομά του, δηλαδή νησί του
Πέλοπα. Έτσι τώρα στην Πελοπόννησο
υπάρχουν δυο σκήπτρα, από τη μια οι βασιλιάς απόγονοι του βασιλιά Περσέα και
από την άλλη οι βασιλιάδες απόγονοι του Πέλοπα. Ωστόσο ο εγγονός του Πέλοπα, ο
Αγαμέμνονας, κατόρθωσε να ενώσει αυτά τα σκήπτρα με συνέπεια αμέσως οι Μυκήνες
να γίνουν η ισχυρότερη πόλη του αρχαίοι γνωστού κόσμου και συνάμα ο Αγαμέμνονας
να διεξάγει νικηφόρα τον πόλεμο της
Τροίας.
1218 – 1209
(συγκεκριμένα από το 955 – 945 πριν από
το Διόγνητο = το 1218 – 1209 π.Χ., σύμφωνα με το Πάριο χρονικό) γίνεται ο
τρωικός πόλεμος, που από τη μια είναι οι Αχαιοί, οι Δαναοί και οι Αργείοι, που όλοι
αυτοί μετά μετονομάστηκαν Έλληνες και από την άλλη οι Τρώες με τους συμμάχους τους,
που οι Έλληνες τους ονόμασαν βάρβαρους.
Β. Η ΔΩΡΙΚΗ ΣΠΑΡΤΗ – ΚΑΘΟΔΟΣ ΔΩΡΙΕΩΝ ΜΕ ΗΡΑΚΛΕΙΔΕΣ
Μετά τα τρωικά, όπως είδαμε επίσης σε προηγούμενο κεφάλαιο, ο βασιλιάς του Άργους Ηλεκτρύονας, πατέρας
της πριγκίπισσας Αλκμήνης και παππούς του ημίθεου Ηρακλή (ο Ηρακλής κανονικά
ήταν γιος της πριγκίπισσας Αλκμήνης και του Αμφιτρύωνα, όμως επειδή ο
Αμφιτρύωνας δεν είχε βασιλική καταγωγή,
ειπώθηκε ότι ο Ηρακλής ήταν γιος του Δία, κάτι ως έγινε και με το Μίνωα, το γιο
της Πριγκίπισσας Ευρώπης κ.α.), δολοφονείται από τον αδελφό του Σθέναλο και παίρνει
την εξουσία. Μπρος α’ αυτό η Αλκμήνη με τον Ηρακλή καταφεύγουν στη Θήβα προκειμένου να γλυτώσουν, ο λόγος και για τον
οποίο ο Ηρακλής λέγονταν Θηβαίος.
Ογδόντα χρόνια
μετά τα Τρωικά (= το 1129 π.Χ, σύμφωνα με το Πάριο Χρονικό), οι Ηρακλείδες, δηλαδή
οι εξόριστοι βασιλιάδες του Άργους, κατεβαίνουν μαζί με Δωριείς από τη Στερεά
Ελλάδα στην Πελοπόννησο και καταλαμβάνουν όλες σχεδόν τις πόλεις (Σπάρτη,
Αργος, Μυκήνες, Μεσσήνη κ.α.). Στη συνέχεια
στη Σπάρτη εφαρμόζεται ο κουμμουνισμός (κοινοκτημοσύνη, κοινά συσσίτια
κλπ), τον οποίο είχαν αντιγράψει από τη μινωϊκή Κρήτη και η στρατοκρατία με
συνέπεια η Σπάρτη σε σύντομο χρονικό διάστημα από ασήμαντη πόλη να γίνει η
κυρίαρχη στην Ελλάδα και σε όλο τον αρχαίο γνωστό κόσμο
Γ. ΠΕΡΣΙΚΑ
490 π.Χ.
Εκστρατεία των Περσών εναντίον της Αθήνας με επικεφαλής τους Δάτη και Αρταφέρνη.
Νίκη των Αθηναίων με ηγέτη το Μιλτιάδη επί του Περσικού στρατού στην πεδιάδα
του Μαραθώνα. Ο Δαρείος Α’ (550 – 485 π.Χ.) ήταν ο πρώτος από τους Πέρσες
ηγεμόνες που του ήρθε η ιδέα να υποδουλώσει την Ελλάδα, όμως ηττήθηκε στο
Μαραθώνα το 490 π.Χ. από τους Αθηναίους
480 π.Χ.
Γιγαντιαία εκστρατεία του Πέρση βασιλιά Ξέρξη κατά της Ελλάδος - Νίκη των
Ελλήνων. Ειδικότερα, ο Ξέρξης την Άνοιξη του 480 π.Χ., δέκα χρόνια μετά την
καταστροφή του πατέρα του στο Μαραθώνα και αφού πιο πριν είχε υποτάξει την
Αίγυπτο και τη Βαβυλώνα, ξεκίνησε να υποτάξει (έχοντας συμμάχους τους Κάρες,
Φοίνικες, Μήδους κ.α.) και την Ελλάδα - Ευρώπη, αυτό που δε μπόρεσε να κάνει ο
πατέρας του ο Δαρείο. Ωστόσο ηττήθηκε
από τους Έλληνες, υπό την αρχηγία των Σπαρτιατών και τη ευφυΐα του Αθηναίου
Θεμιστοκλή, στη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.Χ.), καθώς και στη ναυμαχία της
Μυκάλης και στη μάχη στις Πλαταιές.
(479 π.Χ.). Αποτυχημένος γύρισε στα Σούσα, όπου τον δολοφόνησαν οι στρατηγοί
του Αρταβάνος και Μιθριδάτης το 465 π.Χ.
479 π.Χ. Νίκη
των Ελλήνων στη μάχη των Πλαταιών και στη ναυμαχία της Μυκάλης.
477 π.Χ. Ίδρυση της Αττικής - Δηλιακής ναυτικής
συμμαχίας, γνωστή ως Α΄ Αθηναϊκή συμμαχία, με στόχο την απελευθέρωση των
Ελλήνων της Μικράς Ασίας από τον Περσικό ζυγό. Οχύρωση της Αθήνας και του
Πειραιά σύμφωνα με το σχέδιο του Θεμιστοκλή.
Γ. ΚΛΑΣΣΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ – ΕΜΦΥΛΙΟΙ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΩΤΕΙΑ
462 π.Χ.
Αποστολή βοήθειας των Αθηναίων προς τους Σπαρτιάτες υπό τον Κίμωνα στον πόλεμο
τους εναντίον των εξεγερμένων Μεσσηνίων στην Ιθώμη. Άρνηση των Σπαρτιατών να
δεχτούν την Αθηναϊκή βοήθεια.
461 π.Χ. Διάλυση
της συμμαχίας Αθήνα - Σπάρτης.
457 π.Χ. Ήττα των Αθηναίων στην Τανάγρα από τους
Σπαρτιάτες. Νίκη εναντίων των Βοιωτών συμμάχων των Σπαρτιατών στα Οινόφυτα.
Διεύρυνση της επικυριαρχίας της Αθήνας ως τις Θερμοπύλες.
454 π.Χ. Ήττα
του Αθηναϊκού στρατού στη Μέμφιδα από το στρατό από το Μεγάβαζο και παύση της
Αθηναϊκής εκστρατείας στην Αίγυπτο κατά των Περσών. Μεταφορά του συμμαχικού
ταμείου από τη Δήλο στην Αθήνα.
451 π.Χ.
Επιστροφή του Κίμωνος και σύναψη πενταετής ειρήνης με τους Σπαρτιάτες.
450/449
π.Χ. Θάνατος του Κίμωνα στην Κύπρο κατά
την πολιορκία του Κίτιου. Μεγάλη νίκη αθηναϊκού στόλου κατά του Περσικού στη
Σαλαμίνα της Κύπρου. Σύναψη ειρήνης μεταξύ Αθηναίων - Περσών που έμεινε γνωστή
με το όνομα του Αθηναίου απεσταλμένου Καλλία.
Ο Αρταξέρξης
Α’ (465 – 424 π.Χ.( ήταν γιος του Ξέρξη
και υπέταξε τη Βακριανή (Μέρος Ινδίας και Αφγανιστάν) και την Αίγυπτο. Νικήθηκε
ο στόλος του από τον Κίμωνα στη Ρόδο το 449 π.Χ. και έτσι βρήκαν την ευκαιρία
πολλές πόλεις της Μ. Ασίας και ελευθερώθηκαν από τους Πέρσες.
446 π.Χ. Σύναψη τριακονταετούς ειρήνης με τη Σπάρτη.
433 π.Χ. Εμπλοκή των Αθηναίων στον πόλεμο Κερκυραίων -
Κορινθίων υπέρ των πρώτων.
432 π.Χ. Υποστήριξη των Κορινθίων στην αποστασία της
Ποτείδαιας από την Αθηναϊκή συμμαχία. Ολοκληρώνεται η κατασκευή του Παρθενώνα
και των Προπυλαίων .
431 - 421 π.Χ.:
Αρχιδάμειος πόλεμος
431 - 404 π.Χ. Πελοποννησιακός πόλεμος = ο εμφύλιος
μεταξύ Σπάρτης και Αθήνα.
431 - 430:
Εισβολές των Πελοποννησίων στην Αττική, ναυτικές επιδρομές των Αθηναίων στην Πελοπόννησο,
λοιμός στην Αθήνα, καταδίκη του Περικλή και εκδίωξή του από τη στρατηγία,
πολιορκία Πλαταιών από τους Σπαρτιάτες, νέα επανεκλογή Περικλή και θάνατός του
από το λοιμό.
428 - 427:
Αποστασία Λέσβου από Αθηναϊκή συμμαχία και σκληρή τιμωρία της από τους
Αθηναίους, κατάληψη Πλαταιών από τους Σπαρτιάτες.
425: Ο Αθηναίος
στρατηγός Δημοσθένης καταλαμβάνει στρατηγικό σημείο στην Πύλο και αιχμαλωτίζει
120 Σπαρτιάτες στη Σφακτηρία.
424: Ήττα των Αθηναίων στο Δήλιον. Κατάληψη
της Αμφίπολης από το Σπαρτιάτη στρατηγό Βρασίδα.
422: Μάχη στην
Αμφίπολη με νικητές τους Σπαρτιάτες. Ο Κλέων και ο Βρασίδας σκοτώνονται στη
μάχη.
421: Νικίειος
ειρήνη με διάρκεια ισχύς για 50 χρόνια.
415 - 413:
Εκστρατεία των Αθηναίων στη Σικελία με επικεφαλείς τον Αλκιβιάδη και το Νικία.
Κατηγορία κατά Αλκιβιάδη ότι συμμετείχε στην ακρωτηριασμό των ερμαϊκών στηλών
και διαταγή να παρουσιασθεί στο δικαστήριο. Φυγή του Αλκιβιάδη που βρήκε
καταφύγιο στους Σπαρτιάτες. Ολοκληρωτική ήττα των Αθηναίων και θάνατος των
στρατηγών Νικία και Δημοσθένη.
413: Κατάληψη
Δεκέλειας από τους Σπαρτιάτες.
410: Νίκη του
Αλκιβιάδη στη θέση Κυνός Σήμα και στην Κύζικο.
409 - 408:
Κατάληψη Χαλκηδόνας και Βυζαντίου από τον Αλκιβιάδη και λαμπρή επιστροφή του
στην Αθήνα. Ήττα των Αθηναίων στο Νότιον, κοντά στην Έφεσο και οριστική πτώση
του Αλκιβιάδη.
406: Μεγάλη νίκη
των Αθηναίων κατά του σπαρτιατικού στόλου στις Αργινούσες νήσους.
405: Συντριβή
του αθηναϊκού στόλου από τους Σπαρτιάτες στους Αιγός ποταμούς.
404 π.Χ.
Παράδοση της Αθήνας στους Σπαρτιάτες - Συνθηκολόγηση των Αθηναίων που
παραιτήθηκε απ' όλες τις εξωτερικές της κτίσεις και υποχρεώθηκε να γκρεμίσει τα
μακρά τείχη και τα τείχη του Πειραιά.
404 – 400 π.Χ.
Κάθοδος Μυρίων. Μετά τον Πελοποννησιακό
πόλεμο ο βασιλιάς Δαρείος (423 – 404
π.χ.) πέθανε και στο θρόνο ανήλθε ο Αρταξέρξης Β’ (404 – 395), όμως ο αδελφός
του ο Κύρος συνωμοτεί εναντίον του και ζητά από τους Έλληνες να τον βοηθήσουν
επ΄αμοιβή. Στα Κούναξα ο Κύρος συγκέντρωσε 10.400 (μύριους) οπλίτες και 2500
πελταστές Έλληνες (κυρίως Κρήτες, Θεσσαλούς και Σπαρτιάτες). Στη μάχη που
ακολουθεί κερδίζουν οι Έλληνες, όμως τραυματίζεται ο Κύρος και πεθαίνει. Τότε
αποφασίζουν οι Έλληνες να επιστρέψουν (η λεγόμενη Κάθοδος Μυρίων)
400 – 387 π.Χ.
Εκστρατεία Σπαρτιατών στη Μ. Ασία εναντίον Περσών - Συμμαχία Θηβαίων – Αθηναίων.
Μετά το τέλος
του Πελοποννησιακού πολέμου, επειδή οι Θηβαίοι δεν είχαν τις απολαβές που
περίμεναν από τους Σπαρτιάτες ή γιατί ήθελαν αυτοί τώρα να γίνουν ηγεμόνες της
Ελλάδας, εγκατέλειψαν τους Σπαρτιάτες και συμμάχησαν με τους Αθηναίους. Το 396
π.Χ. οι Σπαρτιάτες στέλνουν το στρατηγό Αγησίλαο στη Μ. Ασία με συμμαχικό
στρατό, για να δει τι θα γίνει με τις εκεί ελληνικές αποικίες, τις οποίες
ενοχλούσαν οι Πέρσες. Τότε οι Πέρσες
υποκινούν αντισπαρτιατικό ρεύμα στην Ελλάδα μέσω των Θηβαίων. Οι Θηβαίοι νικούν
τη Σπάρτη στην Αλίαρτο το 395 π.Χ. και συμμαχούν με τους Αθηναίους. Προ αυτού
και προτού προλάβει να διαλύσει το Περσικό κράτος, ο Αγησίλαος επιστρέφει στην Ελλάδα και δίνει μάχη με το
συνασπισμό Αθηναίων και Θηβαίων στην Κόρινθο το 394 π.Χ. και νικιέται. Στη συνέχεια βλέποντας οι
Σπαρτιάτες ότι οι Αθηναίοι αναπτύσσονται, το 389 π.Χ. στέλνουν στην Περσία το
στρατηγό Ανταλκίδα να υπογράψει συνθήκη ειρήνης, κάτι που έγινε το 387 π.Χ., η
καλούμενη Ανταλκίδειος ειρήνη.
395 - 386 π.Χ.
«Κορινθιακός πόλεμος» στον οποίο οι Αθηναίοι συμμετέχουν με τους στρατηγούς
Κόνων και Ιφικράτη.
377 π.Χ. Ίδρυση
της δεύτερης αθηναϊκής συμμαχίας με σκοπό την αντιμετώπιση της εξάπλωσης της
σπαρτιάτικης επιρροής.
Το 371 π.Χ.
γίνεται η μάχη των Λεύκτρων μεταξύ Σπαρτιατών και Θηβαίων κατά την οποία
ηττήθηκε η Σπάρτη και έτσι πλέον τερματίζεται η ηγεμονία της
Σπάρτης. Η σημαντική νίκη των
Θηβαίων οφείλονταν στη στρατηγική μεγαλοφυΐα του Επαμεινώνδα, που εφάρμοσε με
επιτυχία το σύστημα της λοξής φάλαγγας και την ανδρεία του Ιερού Λόχου, που
είχε οργανώσει και διοικούσε ο Πελοπίδας. Για εννέα περίπου χρόνια μετά τη μάχη
των Λεύκτρων, η Θήβα γίνεται η πρώτη δύναμη στην Ελλάδα. Στη συνέχεια διατηρεί
την ηγεμονία της στο χώρο της Βοιωτίας μέχρι την κάθοδο των Μακεδόνων.
Δ. ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ - ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ
Η Ηγεμονία Θήβας
τερματίζεται με την ήττα των Θηβαίων και το θάνατο τού Επαμεινώνδα στη μάχη της
Μαντινείας το 362 π.Χ. Τότε οι Μακεδόνες
με το Φίλιππο στράφηκαν κατά των συνασπισμένων νοτίων Ελλήνων ( Σπαρτιατών, Αθηναίων,
Μαντινέων, Ηλείων και Αχαιών) ζητώντας να πάρουν αυτοί την ηγεμονία των Ελλήνων.
Μετά τη νίκη του, ο Φίλιππος πέρασε στην Πελοπόννησο, και έγινε δεκτός από όλες
τις πόλεις, αλλά όταν έφθασε στη Σπάρτη του απαγόρευσαν να εισέλθει. Ο Φίλιππος
δεν προσπάθησε να πάρει την πόλη δια της βίας και έφυγε.
358 - 355 π.Χ.
Εξέγερση των συμμάχων των Αθηναίων κατά το λεγόμενο «Συμμαχικό πόλεμο» και
διάλυση της Β΄ Αθηναϊκής συμμαχίας.
349 - 348 π.Χ.
Ξεσπάει ο Ολυνθιακός πόλεμος κατά του βασιλιά Φίλιππου που λήγει με την
καταστροφή της Ολύνθου και την ήττα του αθηναϊκού στρατού.
346 π.Χ.
Φιλοκράτειος ειρήνη μεταξύ Φιλίππου και Αθήνας. Η συνθήκη όριζε να κρατήσουν οι
δύο πλευρές τα κεκτημένα.
338 π.Χ.
Ολοκληρωτική ήττα του στρατού των Αθηναίων και των Θηβαίων από το Φίλιππο.
Το 337 γίνεται συνέδριο των Ελλήνων στην Κόρινθο
προκειμένου να εκλέξουν ένα ύπατο αρχηγό, για να εκστρατεύσει εναντίον των
Περσών αφενός γιατί ανακατεύονταν και πάλι στα ελληνικά πράγματα και αφετέρου
για να πάρει εκδίκηση για τα έκτροπα που είχαν δημιουργήσει οι βάρβαροι
(Πέρσες, Μήδοι, Φοίνικες κ.α.) επί Ξέρξου στην Ελλάδα. Το συνέδριο εξέλεξε το
Φίλιππο το Μακεδόνα ως αρχηγό των Ελλήνων και μετά τη δολοφονία του το γιο του
Αλέξανδρο. Οι Σπαρτιάτες δεν ψήφισαν το Φίλιππο ως αρχηγό των Ελλήνων με το
αιτιολογικό ότι εκείνοι ηγούνται άλλων και δεν ακολουθούν άλλους.
Το 336 π.Χ. ο Μ.
Αλέξανδρος εκστρατεύει στην Ασία και κατά την απουσία του το 331 π.Χ., ο
βασιλιάς Άγης, εγγονός του Αγησίλαου, ξεσήκωσε επανάσταση εναντίον της
Μακεδονίας, αλλά ηττήθηκε και σκοτώθηκε.
Έκτοτε αρχίζει η παρακμή της Σπάρτης.
Στο τέλος του
4ου αιώνος π.Χ., η Σπάρτη έκτισε τείχος για πρώτη φορά στην ιστορία της, το
οποίο περιέκλειε τα τέσσερα κεντρικά χωριά της και την Ακρόπολη.
Το 280 π.Χ., όταν
οι Κέλτες εισέβαλαν από το Βορρά κατατροπώνοντας τους Μακεδόνες, ο βασιλιάς της
Σπάρτης Αρύς, προσπάθησε να ενώσει τις Πελοποννησιακές πόλεις και οδήγησε ένα
στρατό στην κεντρική Ελλάδα.
Το 272 π.Χ., ο
βασιλιάς Πύρος της Ηπείρου, εύκολα θα μπορούσε να καταλάβει την πόλη αφού
νίκησε τους Σπαρτιάτες. Η Σπάρτη έγινε εξάρτηση της Μακεδονίας, και επανέκτησε
την ανεξαρτησία της υπό τους τυράννους Μαχανίδα (207 π.Χ.) και Νάμπη (195 - 192
π.Χ.).
Το 265 π.Χ.
ξανά, έχοντας η Σπάρτη σχηματίσει συμμαχία με την Αθήνα, Αχαϊα και Ηλεία και
μερικές Αρκαδικές πόλεις, έδωσε μάχη εναντίον της Μακεδονίας, αλλά την
έχασε (Χραιμονίδιος πόλεμος).
Ο γιος του Αρύς,
Ακρότατος, το 260 π.Χ. οδηγώντας το Σπαρτιατικό στρατό εναντίον των
Μεγαλοπολιτών, νικήθηκε και αυτοκτόνησε.
Το 244 π.Χ., ο
Άγης ο τέταρτος ανέβηκε στο θρόνο και έκανε μια σειρά αλλαγών. Πρότεινε να
καταργηθούν όλα τα χρέη και να γίνει ανακατανομή όλης της γης, σε ίσα μερίδια
για 4,500 κατοίκους και 15,000 περιοίκους. Επίσης επέμεινε στην αυστηρή αγωγή
του Λυκούργου για τους υπόλοιπους 700 ίσους και τους 2.000 υπομείωνες και διαλεγμένους περίοικους. Βρήκε όμως στις
προτάσεις του ισχυρή αντίσταση και ο Άγης εκτελέστηκε μετά από δίκη, το 241
π.Χ. Ο επόμενος βασιλιάς της Σπάρτης Κλεομένης ΙΙΙ, ανήλθε το 236 π.Χ. Παντρεύτηκε
τη χήρα του βασιλιά Άγη και προσπάθησε να επιβάλλει τις ιδέες του. Το 227 π.Χ.,
σε μια εξέγερση σκότωσε τέσσερις από τους Εφόρους και εξόρισε τους αντιπάλους
του. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που το αξίωμα των Εφόρων καταργήθηκε. Κατόπιν κατένειμε
τη γη σε 4,000 ίσα μερίδια, συμπεριλαμβάνοντας τους περίοικους και υπομείονες.
Επίσης άρχισε να εφαρμόζει την εκπαίδευση και τα έθιμα του Λυκούργου κάτω
από τις οδηγίες του φίλου του και φιλοσόφου Σφαιρού. Όλες αυτές οι αλλαγές
έφεραν αποτέλεσμα και ο Κλεομένης είχε πολλές στρατιωτικές επιτυχίες. Το Άργος
και το μεγαλύτερο μέρος της Αργολίδος και της ανατολικής Αρκαδίας κατακτήθηκαν.
Η Αχαϊκή συμμαχία υπό την αρχηγία του Άρατου της Σικυώνος, με την υπόσχεση ότι
θα του έδινε πίσω την Κόρινθο, συμμάχησε με τον Αντίγονο της Μακεδονίας και
επανάκτησε το Άργος και αρκετές από τις Αρκαδικές πόλεις. Με τη σειρά του ο Κλεομένης
κατέλαβε και κατάστρεψε τη Μεγαλόπολη το 223 π.Χ.
Το 222 π.Χ., στη
Σελλασία, μεταξύ Σπάρτης και Τεγέας, έλαβε μέρος μια μάχη. Ο Σπαρτιατικός στρατός
ανερχόμενος σε 10,000 και αυτός του Αντιγόνου και των συμμάχων του σε 30,000.
Σ' αυτήν τη μακρά και φρικτή μάχη, οι Σπαρτιάτες πολέμησαν γενναία. Όλος ο Σπαρτιατικός στρατός έπεσε, εκτός
από 200 άνδρες. Ο βασιλιάς Κλεομένης έφυγε για την Αίγυπτο. Τα επόμενα
χρόνια μια σειρά από εξεγέρσεις άρχισαν στη Σπάρτη, κατά τις οποίες βασιλιάδες
και Έφοροι σκοτώθηκαν ή εξορίστηκαν.
Το 206 π.Χ., ο
τύραννος Νάβης, απόγονος του Δημάρατου, ο οποίος είχε αυτοεξορισθεί στην Περσία
το 490 π.Χ., ανήλθε στο θρόνο. Ο Νάβης δήμευσε τις περιουσίες όλων των πλουσίων
πολιτών και τις μοίρασε στους φτωχούς. Απελευθερώνοντας τους δούλους, κατάφερε
να αποκτήσει ένα στρατό 10,000 ανδρών και επίσης επέκτεινε τις κοινωνικές
αλλαγές στο Άργος. Στη συνέχεια ο Νάβης, προβλέποντας τον επερχόμενο κίνδυνο
των Ρωμαίων, οχύρωσε τη Σπάρτη για πρώτη φορά στην ιστορία της.
Ε. ΡΩΜΑΙΟΚΡΑΤΙΑ – ΠΤΩΣΗ ΣΠΑΡΤΗΣ
Το 146 π.Χ., η
Σπάρτη υποτάχθηκε στους Ρωμαίους (οι
οποίοι περιόρισαν τη Σπάρτη στη γύρω από τον Ευρώτα περιοχή), παραχώρησαν σε
ορισμένες περιοχές (παράκτιες πόλεις κ.λ.π.) ορισμένα προνόμια και έτσι δημιουργήθηκε
το Κοινό των Ελευθερολακώνων, ομοσπονδία με κάποια αυτονομία.
Όταν ο Ρωμαίος
διοικητής Φλαμινίνος εισέβαλε στη Λακωνία και πολιόρκησε τη Σπάρτη, μετά από
μερικές ημέρες μάχης, η Σπάρτη αποδέχτηκε μια συμφωνία των Ρωμαίων με την οποία
έχανε όλες τις πόλεις των περιοίκων και το στόλο της.
Αργότερα με την
πρόφαση ότι ήθελαν να βοηθήσουν τη Σπάρτη, οι Αιτωλοί έστειλαν χιλίους άνδρες
να σκοτώσουν το Νάβη και να την καταλάβουν. Κατόρθωσαν να τον δολοφονήσουν,
αλλά τελικά τους κατάσφαξαν όλους οι Σπαρτιάτες. Μετά τη δολοφονία του Νάβη, η
Σπάρτη αναγκάστηκε από το Φιλοποίμενα να γίνει μέλος της Αχαϊκής συμμαχίας.
Γκρέμισαν τα τείχη της και οι νόμοι του Λυκούργου ανακαλέστηκαν.
Η Λακωνία σαν
επαρχία της Αχαϊας ζήτησε από τους Ρωμαίους το 2ο αιώνα μ.Χ., να επαναφέρει
τους νόμους του Λυκούργου.
Το 395 μ.Χ. η
Σπάρτη λεηλατείται από τους Γότθους.
Το 396 μ.Χ., η
πόλη καταστράφηκε από τον Αλάριχο.
ΣΤ. ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Στους
Βυζαντινούς χρόνους, η Λακωνία ήταν επαρχία του Θέματος Πελοποννήσου και
γνώρισε επανειλημμένα βαρβαρικές επιδρομές, με μεγαλύτερη αυτή του 395 μ.Χ. από
τον Αλάριχο.
Στα χρόνια του
Βυζαντίου, 324 μ.Χ. – 1204 μ.Χ., και της
τουρκοκρατίας οι κάτοικοι της Λακωνικής γης ζουν γύρω από το Μυστρά, σε ένα
μικρό χωριό που ονομαζόταν Λακεδαιμονία.
Τον 9ον αιώνα
μ.Χ., εισέβαλαν στη Λακωνία οι Σλάβοι και οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να
μεταναστεύσουν στη Μάνη.
Το 1204 η
Λακωνία κατακτήθηκε από τους Φράγκους.
Το 13ο αιώνα η
Λακωνία υποτάχθηκε από το Γουλιέλμο Β΄
Βιλαρδουίνο και έμεινε στους Φράγκους μέχρι το 1262, οπότε και πέρασε στους
Παλαιολόγους, οι οποίοι ίδρυσαν το
Δεσποτάτο του Μορέως, με έδρα το Μιστρά.
Επί δύο αιώνες η χώρα κυβερνήθηκε από δεσπότες
της οικογένειας των Παλαιολόγων, τις διαφορές των οποίων εκμεταλλεύτηκαν οι
Τούρκοι για να επιδράμουν εναντίον της Πελοποννήσου (1460). Παρά τις επανειλημμένες
προσπάθειες δεν καταλήφθηκε οριστικά από τους Τούρκους παρά στα μέσα του 17ου
αι., αφού γνώρισε συνεχείς καταστροφές κατά τη διάρκεια των Τουρκοβενετικών
Πολέμων. Η περιοχή της Μάνης μόνο κατόρθωσε να διατηρήσει κάποια αυτονομία και
προνόμια. Από εδώ ξεκίνησε το Μάρτιο του 1821 το επαναστατικό σώμα με επικεφαλής
το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και κατέλαβε (23 Μαρτίου) την Καλαμάτα.
Το 1458 η
Λακωνία κατακτήθηκε από τους Τούρκους.
Από το 1685-1715
μ.Χ. η Λακωνία γίνεται Ενετική κτήση.
Ζ. ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ
Μετά τη συνθήκη
της Aνδριανούπολης το 1829 η Ελλάδα γίνεται ανεξάρτητο κράτος. Στις 22/1/1830
με κοινή συμφωνία των προστάτιδων δυνάμεων δημιουργείται το ανεξάρτητο βασίλειο
της Ελλάδας.
Στις 20
Οκτωβρίου του 1834 ο βασιλιάς Όθωνας υπογράφει διάταγμα για την ανίδρυση της
πόλεως της Σπάρτης. Σταδιακά οι κάτοικοι του Μυστρά κατεβαίνουν προς τα κάτω
και η Σπάρτη γίνεται και πάλι πρωτεύουσα της Λακωνίας. Η καινούργια πόλη θα
κτιστεί βάσει σχεδίου του αρχιτέκτονα Fr. Stauffert. Παρόλο που δεν ακολουθήθηκε σωστά το
σχέδιο, η Σπάρτη είναι μια από τις ωραιότερες σε ρυμοτομία πόλεις της Ελλάδος.
Το λάθος ήταν, καθώς λένε σήμερα όλοι, ότι η νέα πόλη κτίστηκε πάνω στην
αρχαία.
Στην ιστορία και
τον πολιτισμό της Σπάρτης έχει μείνει ο στρατιωτικός τρόπος ζωής των κατοίκων
της, η αυστηρότητα των ηθών και εθίμων και η λιτότητα της καθημερινότητας, η σκληραγωγία,
η ανδρεία, η αλληλεγγύη και η φιλοπατρία. Ο Σπαρτιάτης, από της γεννήσεώς του
μέχρι και τη στιγμή του θανάτου, ήταν ταγμένος να υπηρετεί την Πολιτεία. Με
γνώμονα αυτή την αρχή, η αγωγή την οποία λάμβανε αποσκοπούσε στην προετοιμασία
του γι' αυτόν το σκοπό. Ωστόσο δεν ήταν μόνο αυτά η Σπάρτη.
Ο Πλάτωνας στον
Πρωταγόρα λέει ότι πρώτοι που ασχολήθηκαν με τη φιλοσοφία ήσαν οι Κρήτες και οι
Λακεδαιμόνιοι, ενώ από τη Λακεδαιμόνα ήταν ο σοφός Χείλων ο Λακεδαιμόνιος.
Ο περίφημος
Αθηναίος στρατηγός και συγγραφέας Ξενοφώντας αναφέρει ότι η Σπάρτη και το γένος
της είναι δοξασμένα σε όλη την Ελλάδα, καθώς και ότι η Σπάρτη είναι μια από τις πιο ολιγάνθρωπες πόλεις, που
αποδείχθηκε η πιο δυνατή και ονομαστή
στην Ελλάδα.
Ο Λυσίας
(«Ολυμπιακός») λέει ότι οι Σπαρτιάτες ήσαν οι ηγεμόνες των Ελλήνων μέχρι την
εποχή του (την εποχή του Πελοποννησιακού πολέμου), όχι άδικα, για την έμφυτη
αρετή τους και της πολεμικής τους γνώσης, αφού είναι οι μόνοι που κατοικούν σε
μέρος που δεν έχει εκπορθεί και δεν είναι περιστοιχισμένο, δεν έχουν εμφύλιες
διαμάχες και χρησιμοποιούν πάντοτε τις ίδιες ανίκητες αρχές.
Όλοι οι αρχαίοι
συγγραφείς λένε ότι χάρη στους ήρωες και τους νεκρούς τόσο της
Αθήνας όσο και της Σπάρτης κατά των βαρβάρων ( στις μάχες των Θερμοπυλών, Πλαταιών κ.α., στις ναυμαχίες της Σαλαμίνας,
της Μυκάλης κ.α.) χρωστά όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά και όλη η Ευρώπη το ότι
απέφυγαν να γίνουν και αυτές χώρες βαρβάρων.
Από τα κείμενα
των αρχαίων συγγραφέων (Ξενοφώντα, Διόδωρου, Στράβωνα, Ηροδότου κ.α.) προκύπτει
επίσης ότι:
Α) Η Σπάρτη και
η Κνωσός γέννησαν και ανέπτυξαν τις αξίες και τις αρετές, όπως τη φιλοπατρία,
την αλληλεγγύη, την ανδρεία, την ευνομία, την υπακοή στους νόμους και τα
ψηφίσματα του κράτους κ.τ.λ.
Β) Η Σπάρτη και
η Κρήτη ήσαν οι πιο ευνομούμενες, άρα οι
πιο πολιτισμένες χώρες της αρχαιότητας, πρβ:
«συ (Σωκράτη) δε ούτε Λακεδαίμονα προηρού ούτε Κρήτη, ας δη εκάστοτε φης
ενομείσθε;» (Πλάτων Κρίτων).
Γ) Οι Σπαρτιάτες
μουσικοί, χορευτές και τραγουδιστές ήσαν ξακουστοί. Ανεπτυγμένη ήταν και η λυρική ποίηση.
Ονομαστός είναι ο ποιητής Τυρταίος, ο οποίος με τους εμπνευσμένους στίχους του,
αναπτέρωνε το ηθικό των Λακεδαιμονίων.
Δια του ποιήματος «Ευνομία’» επέφερε τη συνένωση των Σπαρτιατών, ενώ δια
των «Υποθηκών» αφύπνισε τα αισθήματα ανδρείας και φιλοπατρίας των Λακώνων .
Δ) Πολλοί ήσαν
οι Σπαρτιάτες Ολυμπιονίκες, καθώς και οι φημισμένοι Σπαρτιάτες γλύπτες σε ξύλο,
αγγειοπλάστες, τεχνίτες μετάλλων, υφαντουργοί κ.α.
Σημειώνεται ότι:
1) Η αρχαία Σπάρτη δεν έχει να επιδείξει μεγαλοπρεπή δημόσια οικοδομήματα
όπως αυτό του Παρθενώνος και των Προπυλαίων της Αθηναϊκής Ακροπόλεως. Αυτό όμως οφειλόταν αφενός στη λιτότητα η οποία επηρέαζε κάθε έκφανση της ζωής και
της σκέψεώς των Σπαρτιατών, άρα και την καλλιτεχνική τους έμπνευση και αφ’
ετέρου στο γεγονός ότι οι Σπαρτιάτες ήταν συνεχώς απορροφημένοι με τη
στρατιωτική αγωγή προκειμένου να βρίσκονται
σε ετοιμοπόλεμη κατάσταση και να ηγούνται των Ελλήνων.
2) Η Σπάρτη υστέρησε στο εμπόριο
και στις επιστήμες, κάτι που άνθισε στην Αθήνα.
Από τις επιστήμες μόνο η αρχιτεκτονική βρήκε μια κάποια άνθηση, αφού
Σπαρτιάτες αρχιτέκτονες ήταν αυτοί που
έκτισαν το φημισμένο ορειχάλκινο ναό της Αθηνάς και στην αρχαία Ελλάδα τρεις
ήταν οι κύριοι ρυθμοί της αρχιτεκτονικής, ο Δωρικός, ο Κορινθιακός και ο Ιωνικός
ρυθμός.
ΜΑΧΗ ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ
480 Π.Χ. - "ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ"
Δείγμα φιλοπατρίας, υπακοής, κουράγιου και
αυτοθυσίας των Σπαρτιατών.
Το 490 π.Χ.,
ύστερα από τη συντριβή των Περσών στο Μαραθώνα από τους Αθηναίους και τους
συμμάχους τους, ο βασιλιάς Δαρείος άρχισε να μαζεύει στρατό, για να υποδουλώσει
την Αθήνα και ολόκληρη την Ελλάδα για εκδίκηση. Εν τω μεταξύ ο βασιλιάς Δαρείος
πέθανε και τον διαδέχτηκε ο γιος του Ξέρξης, ο οποίος συνέχισε τη στρατολόγηση
των ανδρών της αυτοκρατορίας με μεγαλύτερους ρυθμούς. Τελικά την άνοιξη του 480
π.Χ., ο τεράστιος Περσικός στρατός βάδισε προς τον Ελλήσποντο. Επί εφτά ημέρες
και νύχτες, ο στρατός περνούσε στην Ευρώπη. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, η Περσική
στρατιωτική δύναμη ξεπερνούσε 5,283.220
άνδρες, ο δε ναυτικός στόλος αριθμούσε 1207 πλοία. Ο στρατός αποτελείτο
από 1,700,000 στρατιώτες, 80,000 ιππείς και 20,000 Λιβύους και Άραβες, με
άρματα και καμήλες. Επί πλέον, οι Θρακικές και Μακεδονικές πόλεις της βόρειας
Ελλάδος διέθεσαν περισσότερο από 300,000 άνδρες. Οι Περσικές δυνάμεις έφθασαν
στη Θεσσαλία 480 π.Χ., χωρίς καμία αντίσταση.
Σ' ένα συμβούλιο που έκαναν οι Έλληνες στην Κόρινθο, αποφάσισαν να
στείλουν μια μικρή ομάδα στις Θερμοπύλες για να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες και
να ανακόψουν την πορεία τους στα νότια, μέχρι να προετοιμαστούν καλύτερα για
μεγάλη μάχη. Ο συμμαχικός στρατός που παρατάχθηκε αρχικά στις Θερμοπύλες ήταν
7000 οπλίτες και 300 Σπαρτιάτες με
αρχηγό το Σπαρτιάτη βασιλιά Λεωνίδα.
Ο Ξέρξης
μαθαίνοντας για το μικρό αριθμό των Ελληνικών δυνάμεων και ότι αρκετοί
Σπαρτιάτες έξω από τα τείχη γυμνάζονταν και χτένιζαν τα μαλλιά τους, στην
αμηχανία του, κάλεσε το Δημάρατο, ένα εξόριστο Σπαρτιάτη, να του εξηγήσει την έννοια όλων αυτών. Ο
Δημάρατος του είπε, ότι οι Σπαρτιάτες θα υπερασπισθούν το μέρος μέχρι θανάτου
και ότι υπήρχε παράδοση να πλένουν και να χτενίζουν τα μαλλιά τους με ιδιαίτερη
προσοχή, όταν επρόκειτο να θέσουν τη ζωή τους σε κίνδυνο. Ο Ξέρξης που δεν πίστεψε
το Δημάρατο, καθυστέρησε την επίθεση επί τέσσερες μέρες, νομίζοντας ότι οι
Έλληνες θα διασκορπίζονταν, όταν θα αντιλαμβάνονταν τις μεγάλες δυνάμεις του.
Έστειλε επίσης
αγγελιοφόρους, ζητώντας να παραδώσουν τα όπλα τους. Η απάντηση του Λεωνίδα ήταν
"Μολών λαβέ" (έλα να τα
πάρεις).Οι Σπαρτιάτες ήταν οι καλύτεροι μαχητές του αρχαίου κόσμου, και
αυτό πήγαζε από το γεγονός ότι από μικρά παιδιά είχαν εκπαιδευτεί στην τέχνη
του πολέμου. Η ανδρεία τους ήταν τέτοια που όταν κάποιος είπε πως είχε δεί τον
Περσικό στρατό και ότι οι τοξότες του έριχναν βέλη που έκρυβαν τον ήλιο, ένας
γνωστός Σπαρτιάτης ονόματι Διηνέκης είπε λακωνικά: «Ωραία, τότε θα πολεμήσουμε
υπο σκιά».
Την πέμπτη ημέρα
ο Ξέρξης επιτέθηκε χωρίς καμία επιτυχία και με μεγάλες απώλειες, αν και οι Μήδες
πολέμησαν γενναία. Τότε έδωσε διαταγή στην προσωπική του φρουρά,
τους "Αθανάτους" υπό την αρχηγία του Υρδάνη, ένα σώμα δέκα
χιλιάδων ανδρών από τους καλύτερους Πέρσες στρατιώτες, να επιτεθούν, αλλά και αυτοί
απέτυχαν και παρατηρήθηκε ότι ο Ξέρξης πήδησε από το θρόνο του τρεις φορές, από
θυμό και αγωνία. Την επόμενη μέρα επετέθησαν και πάλι, δεν υπήρξε όμως καμία
πρόοδος. Ο Ξέρξης ήταν απελπισμένος, αλλά η τύχη του άλλαξε, όταν ο Εφιάλτης,
γιος του Ευρίδημου από τη Μαλίδα, του είπε για ένα κρυφό μονοπάτι μέσα στο
βουνό. Αμέσως εστάλη η ισχυρή Περσική δύναμης των Αθανάτων, με τον αρχηγό τους
Υρδάνη, οδηγούμενη από τον προδότη. Τα ξημερώματα έφθασαν στην κορυφή, όπου
είχαν στρατοπεδεύσει οι Φωκείς, οι οποίοι μόλις είδαν τον Περσικό στρατό
ετράπησαν σε φυγή. Όταν ο Λεωνίδας έμαθε τα γεγονότα, διέταξε να συγκληθεί το
συμβούλιο του πολέμου. Πολλοί είχαν τη γνώμη, ότι έπρεπε να αποσυρθούν και να
βρουν μία καλύτερη τοποθεσία για να αμυνθούν, αλλά ο Λεωνίδας, ο οποίος
εδεσμεύετο από τα ήθη της Σπάρτης (ο Σπαρτιάτης υπερασπίζεται μέχρι θανάτου τον
τόπο του, ο Σπαρτιάτης είναι ντροπή να
δείξει την πλάτη του στον εχθρό, ίσχυε το «ταν ή επι τας» κ.α.) αρνήθηκε.
Τελικά 300 Σπαρτιάτες υπό την ηγεσία του
Λεωνίδα και 700 Θεσπιείς οπλίτες υπό την
ηγεσία του Δημοφίλου του Διαδρόμου πήραν την απόφαση να μείνουν και να
πολεμήσουν.. Στη μάχη που επακολούθησε χιλιάδες Πέρσες σκοτώθηκαν και οι
υπόλοιποι υποχώρησαν προς τη θάλασσα, αλλά όταν τα Σπαρτιάτικα δόρατα έσπασαν,
οι Σπαρτιάτες άρχισαν να έχουν απώλειες και ένας από τους πρώτους που έπεσαν,
ήταν ο Λεωνίδας. Γύρω από το σώμα του μία από τις πιο σκληρές μάχες έλαβε
μέρος. Τέσσερις φορές οι Πέρσες επιτέθηκαν να το πάρουν και τις τέσσερις
απωθήθηκαν. Στο τέλος, οι Σπαρτιάτες εξαντλημένοι και πληγωμένοι, μεταφέροντας
το σώμα του Λεωνίδα, αποσύρθηκαν πίσω από το τείχος, αλλά περικυκλώθηκαν από
τον εχθρό, που τους σκότωσε με βέλη. Σε αυτό το σημείο, ένα μαρμάρινο
λιοντάρι τοποθετήθηκε μετά από τους Έλληνες προς τιμήν του Λεωνίδα και των
ανδρών του, καθώς και δύο άλλα μνημεία πλησίον του. Σε ένα από αυτά, έχουν
γραφεί οι αθάνατες λέξεις:
"Ω ξείν αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις, ότι τήδε
κείμεθα,
τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι".
Η μάχη των
Θερμοπυλών ενώ έπρεπε λογικά να κρατήσει μερικές ώρες, κράτησε τρεις μέρες και
μάλιστα, αν δεν ήταν ο προδότης ονόματι Εφιάλτης, οι Έλληνες θα είχαν νικήσει.
Παρόλα ταύτα η θυσία αυτών των ανδρών δεν πήγε χαμένη, γιατί το γεγονός αφενός
κλόνισε το ηθικό των Περσών και των συμμάχων τους και αφετέρου έδωσε χρόνο
στους Έλληνες να προετοιμαστούν καλύτερα και τελικά να νικήσουν. Η μάχη αυτή
κατόπιν έγινε σύμβολο φιλοπατρίας, υπακοής, κουράγιου και αυτοθυσίας
«Ω ΞΕΙΝ, ΑΓΓΕΛΕΙΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΌΝΙΟΙΣ ΌΤΙ
ΤΗΔΕ ΚΕΙΜΕΘΑ ΤΟΙΣ ΚΕΙΝΩΝ ΡΗΜΑΣΙ ΠΕΙΘΟΜΕΝΟΙ» (Ξένε, να πεις στους Λακεδαιμόνιους
ότι είμαστε εδώ θαμμένοι υπακούοντας στους νόμους και τις εντολές τους) |
ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ – ΜΝΗΜΕΙΟ ΛΕΩΝΙΔΑ |
Σημειώνεται ότι:
1) Στη μάχη των
Θερμοπυλών, καθώς λέει ο Ηρόδοτος, έλαβαν μέρος τελικά 298 Σπαρτιάτες, επειδή
δυο από τους 300 ήσαν ελεύθεροι υπηρεσίας τότε λόγω ιατρικών προβλημάτων. Από αυτούς ο ένας έλαβε μέρος μετά στη Μάχη
των Πλαταιών και σκοτώθηκε και ο άλλος όταν γύρισε στη Σπάρτη, επειδή τον
γιουχάρισαν για το ότι δεν έλαβε μέρος στη μάχη, αυτοκτόνησε (κρεμάστηκε).
2) Πάμπολλα
είναι τα παραδείγματα ανδρείας και φιλοπατρίας των Σπαρτιατών, ανδρών γυναικών.
Να πούμε και ένα για γυναίκες: Ο βασιλιάς της Σπάρτης Κλεομένης ζητά
στρατιωτική βοήθεια από το βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίο προκειμένου να
αντιμετωπίσει τους Μακεδόνες (το 223 π.Χ.) και εκείνος του υπόσχεται ότι θα του
δώσει, αν του δώσει και κείνος ως ομήρους τα παιδιά του και τη μάνα του, την
Κρατησίκλεια. Και όταν ο Κλεομένης βρήκε
το κουράγιο να πει αυτό το αίτημα στη μάνα του, αυτή του απαντά: «Αυτό, λοιπόν,
ήταν εκείνο που πολλές φορές ήρθες να μου πεις και δείλιασες? Δε μας βάζεις όσο
γίνεται πιο γρήγορα σ’ ένα καράβι και να μας στείλεις εκεί, όπου πιστεύεις ότι
αυτό το κορμί μπορεί να προσφέρει εξαιρετικά χρήσιμες υπηρεσίες στη Σπάρτη,
πριν το καθηλώσουν και το διαλύσουν τα γεράματα?». Επίσης πριν μπει στο καράβι
για την αναχώρηση της, η Κρατησίκλεια λέει στο γιό της: «Βασιλέα των
Λακεδαιμονίων, πρόσεχε, όταν βγούμε έξω, να μη μας δει κανείς να κλαίμε ούτε να
κάνουμε για τη Σπάρτη κάτι ανάρμοστο. Γιατί τούτο μόνο περνά από το χέρι μας,
ενώ η τύχη έρχεται όπως ορίζουν οι θεοί». (Πλούταρχος, Άγης και Κλεομένης)
Η ΣΠΑΡΤΗ ΣΗΜΕΡΑ |
|
|
|
2. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ (ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΓΡΑΦΗΣ)
4. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΡΗΤΟΡΙΚΗ
6. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΟΤΟΠΟΙΙΑ
9. Η ΑΘΗΝΑ (ΟΝΟΜΑΣΙΑ, ΙΔΡΥΣΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ, ΚΑΤΑΓΩΓΗ, ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΚΛΠ
ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ)
10. Η ΓΡΑΦΗ (ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΡΑΦΗΣ , ΕΙΔΗ ΚΛΠ)
12. Η ΘΗΒΑ (ΟΝΟΜΑΣΙΑ, ΙΔΡΥΣΗ, ΕΘΝΙΚΟΤΗΤΑ ΚΛΠ)
13. Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (ΟΝΟΜΑΣΙΑ, ΙΣΤΟΡΙΑ, ΚΑΤΑΓΩΓΗ, ΠΡΟΦΟΡΑ ΚΛΠ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ )
14. Η ΣΠΑΡΤΗ (ΟΝΟΜΑΣΙΑ, ΙΔΡΥΣΗ, ΙΣΤΟΡΙΑ, ΚΑΤΑΓΩΓΗ, ΠΡΟΣΦΟΡΑ
ΚΛΠ ΤΩΝ ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ)
15. O KΡΗΤΑΓΕΝΗΣ
ΔΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΡΟ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ
16. ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ ΦΟΡΕΣΙΕΣ
17. ΚΡΗΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
(ΟΝΟΜΑΣΙΑ, ΚΑΤΑΓΩΓΗ, ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΩΝ ΚΡΗΤΩΝ)
18. ΚΡΗΤΙΚΟΙ ΧΟΡΟΙ – O ΧΟΡΟΣ
ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΠΙΝΟΗΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ
19. ΜΑΘΗΣΙΑΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ: (ΔΥΣΛΕΞΙΑ, ΑΝΑΛΦΑΒΗΤΙΣΜΟΣ κ.α).
20. ΜΙΝΩΙΚΗ ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ
ΕΝΔΥΜΑΣΙΑΣ
21. ΜΟΥΣΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ (ΕΦΕΥΡΕΤΗΣ, ΕΙΔΗ ΚΛΠ),
22. ΝΑΥΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ
23. ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΚΡΗΤΗΣ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ
ΝΟΜΙΣΜΑΤΩΝ
25. ΠΕΡΙ ΘΥΣΙΩΝ, ΑΝΘΡΩΠΟΘΥΣΙΩΝ ΚΑΙ ΚΡΕΑΤΟΦΑΓΙΑΣ
26. ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΑΣ, ΜΑΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΑΝΤΕΙΑΣ
27. Η ΚΙΘΑΡΑ ΜΕ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΗΣ, Η ΛΥΡΑ
ΚΑΙ Ο ΑΥΛΟΣ ΕΠΙΝΟΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΚΡΗΤΕΣ
28. ΜΑΝΤΙΝΑΔΑ, ΚΑΝΤΑΔΑ, ΡΙΜΑ, ΡΙΖΙΤΙΚΟ,
ΑΜΑΝΕΣ ΚΛΠ
29. ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ
30. ΨΕΥΔΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ